Κριτική ταινίας:«Taken2»

kritiki-tainiastaken2

ΠΕΜΠΤΗ, 11 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2012

Έπειτα από τη μεγάλη εισπρακτική επιτυχία του «Taken»–«Η Αρπαγή» το 2008 (225 εκατομμύρια δολάρια ανά τον κόσμο), ο παραγωγός και σεναριογράφος Λυκ Μπεσσόν σκέφτηκε να μην αφήσει την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη: ανα-παράγει ένα δεύτερο επεισόδιο «Η Αρπαγή 2», στα χνάρια του πρώτου, έτοιμο να διασκεδάσει τους fans των ταινιών δράσης και να σαρώσει ξανά τα ταμεία.

«Taken2» («Η Αρπαγή 2»)

Σκηνοθέτης αυτή τη φορά είναι ο Ολιβιέ Μεγκατόν με τον οποίο ο Λυκ Μπεσσόν είχε συνεργαστεί στο παρελθόν για μια άλλη ταινία δράσης, τη γνωστή «Colombiana». Ο Λίαμ Νίσον βρίσκεται (κλασικά) στο επίκεντρο της υπόθεσης, υποδυόμενος τον Μπράιαν Μιλς, έναν ακαταμάχητο πρώην πράκτορα της CIA ο οποίος θα κάνει τα «αδύνατα δυνατά» να σώσει και να διατηρήσει ακέραιη την οικογένειά του που οι «κακοί» ανατολίτες μαφιόζοι απειλούν.

«Η Αρπαγή 2» αποτελεί μια συνέχεια της πρώτης ταινίας του 2008 χωρίς να έχει να παρουσιάσει ιδιαίτερες αλλαγές. Κάποιες μικροδιαφορές που μπορούν να παρατηρηθούν δεν τη σώζουν από τη διαπίστωση της επανάληψης και της έλλειψης πρωτοτυπίας. Ο τόπος δράσης είναι η Κωνσταντινούπολη και όχι το Παρίσι όπως στο πρώτο επεισόδιο. Αυτή τη φορά, κρατείται όμηρος όχι η κόρη αλλά η μητέρα και ο Μπράιαν Μιλς –σε πρώτο στάδιο- ο οποίος καταφέρνει να ξεφύγει. Η οικογένεια του ξαναμπαίνει στο στόχαστρο μιας συμμορίας τρομερών αλβανών μαφιόζων που διψούν, όμως τώρα, για εκδίκηση: ο Μπράιαν Μιλς στο προηγούμενο επεισόδιο είχε σκοτώσει το γιο του αρχηγού τους προκειμένου να σώσει την κόρη του.

«Η Αρπαγή 2»είναι μια περιπέτεια όπου το κεντρικό πρόσωπο, αλά Jason Bourne, αδίσταχτο, ικανότατο και άτρωτο, υπερασπίζεται την οικογένειά του σαν ένας καλός οικογενειάρχης. Κάτι παρόμοιο, βέβαια, κάνει και ο αντίπαλος, ο αρχηγός των μαφιόζων που ζητάει εκδίκηση. Το πατρικό ένστικτο βγαίνει στην επιφάνεια και βοηθά σε μια ταύτιση του κοινού με τους χαρακτήρες.

Το κινητό τηλέφωνο παίζει ξανά ένα καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. Στο «Taken», ο Μπράιαν Μιλς παρακολουθούσε την αρπαγή της κόρης του μέσα από το κινητό. Τώρα, στο «Taken 2» θα της δώσει οδηγίες χρησιμοποιώντας το ίδιο μέσο προκειμένου αυτή να τον εντοπίσει και να τους απελευθερώσει. Μια σειρά από ενέργειες ακολουθούν, με την «άπειρη» κόρη Κιμ (Μάγκι Γκρέις) να τα βγάζει εύκολα πέρα, ακολουθώντας πιστά τις τηλεφωνικές οδηγίες του μπαμπά, πηδώντας άνετα σκεπές σαν ένας πρώην κασκαντέρ, σκορπώντας βόμβες δεξιά και αριστερά αδιαφορώντας για τις συνέπειες και οδηγώντας χωρίς δίπλωμα (!) με ξέφρενη ταχύτητα χωρίς να παθαίνει τίποτα. Είναι αλήθεια ότι η συγκεκριμένη σκηνή του κυνηγητού με το αυτοκίνητο και την Κιμ στο τιμόνι κερδίζει τις εντυπώσεις, αιχμαλωτίζοντας το βλέμμα του θεατή και παραπέμποντας ταυτόχρονα σε αισθητική video-game.

Απλοϊκό σενάριο, με πρόχειρους, στοιχειώδεις διαλόγους ενώ η σκηνοθεσία είναι η τυπική των ταινιών έντονης δράσης, μιμούμενη τις αμερικανικές αντίστοιχες παραγωγές. Καταιγισμός εικόνων με πλάνα που διαδέχονται το ένα το άλλο σε ένα φρενήρη ρυθμό, μέσα στην προσπάθειά τους να αναπαραστήσουν την ταχύτητα των γεγονότων και βάζοντας το θεατή στο τέμπο μιας εξέλιξης που του «κόβει την ανάσα» σε αρκετά σημεία. Η πόλη της Κωνσταντινούπολης -με τα μνημεία, τις γειτονιές και τα γραφικά τοπία της- γίνεται άνω-κάτω στο πέρασμα των ανδρείων «καλών» και επίμονων «κακών». Η ταινία βασίζεται σε μια σειρά από ολοφάνερα κλισέ: οι «κακοί» είναι Αλβανοί με πρόσωπα γεμάτα άγριες εκφράσεις ενώ οι «καλοί», η οικογένεια Μιλς, είναι γενναίοι, τολμηροί, αξιαγάπητοι και πολιτισμένοι.

Η μουσική, πομπώδης σε βροντερούς τόνους τονίζει ακόμη περισσότερο τη δράση και σε συνδυασμό με το υπερβολικό ντεκουπάζ έρχεται να αποτελειώσει ένα θέαμα δελεαστικό για όσους αγαπάνε τις ταινίες στυγνής δράσης ή απλώς τις ταινίες ποπ-κορν.

Πρωταγωνιστούν: Λίαμ Νίσον, Φάμκε Γιάνσεν, Μάγκι Γκρέις, Ράντε Σερμπέτζια. Η ταινία προβάλλεται από την Odeon.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ