Κριτική ταινίας: «Σώμα με σώμα»

kritiki-tainias-soma-me-soma

ΠΕΜΠΤΗ, 29 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2012

O Ζακ Οντιάρ με την ταινία του «Σώμα με σώμα» σαγήνεψε κοινό και κριτικούς στο φετινό Φεστιβάλ Καννών. Ο αυθεντικός τίτλος «De rouille et d’os» σημαίνει τη γεύση του αίματος μέσα στο στόμα μετά από βίαια χτυπήματα.

«Σώμα με σώμα»

Ένας φτωχός πατέρας επιδίδεται σε παράνομα παιχνίδια μποξ. Μια εκπαιδεύτρια δελφινιών μένει ανάπηρη ξαφνικά εξαιτίας ενός φοβερού ατυχήματος. Μήπως ο τίτλος “De rouille et d’os” παραπέμπει στον πόνο και τη φρίκη του δράματος που βιώνουν αυτά τα δύο πρόσωπα; Η συνάντηση αυτών των δύο θα είναι καθοριστική για να καταφέρουν «να σταθούν στα πόδια τους» και να αναστήσουν τα όνειρά τους.

Ένα κοινωνικό δράμα εκτίθεται στην οθόνη αποπνέοντας συναισθηματισμό και σκληρό ρεαλισμό ταυτόχρονα ενώ αποφεύγει να περιπέσει στην παγίδα του γλυκερού μελοδραματισμού.

Για αυτή την έκτη του ταινία ο Ζακ Οντιάρ άντλησε υλικό από τη συλλογή με νουβέλλες «Un goût de rouille et d’os» του καναδού Craig Davidson. Οι νουβέλες εκθέτουν τις ιστορίες ανθρώπων γεμάτων τραύματα σωματικά και ψυχολογικά που διάγουν ένα βίο άστατο και καταθλιπτικό. Ο συγγραφέας έχει συγκριθεί με το συγγραφέα του «Fight Club», Chuck Palahniuk.

Ο σκηνοθέτης παίρνει αρκετές ελευθερίες σε σχέση με το βιβλίο, αν σκεφτούμε ότι τα δύο κεντρικά πρόσωπα (ο Αλί και η Σταφανί) δεν υφίστανται μέσα στις νουβέλες. Όπως εξήγησε και ο ίδιος, ήθελε να σκηνοθετήσει από τον καιρό του «Προφήτη» μια ερωτική ιστορία. Εμπνεόμενος, όμως, και από τις νουβέλες του Craig Davidson, φτιάχνει τελικά μια ταινία που εμπεριέχει δύο αντιθετικά στοιχεία: από τη μια, τη μελαγχολία του μαύρου αμερικανικού μυθιστορήματος με πρόσωπα καταρρακωμένα και χαμένα μέσα στη φτώχια και τη μιζέρια, και από την άλλη, μια ιστορία αγάπης με ωραία τοπία, βάθη πεδίου και ζωηρά χρώματα. Συνθήκες που δίνουν την ευκαιρία στον ήρωα και το θεατή να ‘’αποδράσει’’ από το παραπάνω βαρύ, σκοτεινό περιβάλλον.

Το αποτέλεσμα αυτής της έμπνευσης ήταν να δημιουργήσει ένα μελόδραμα σε μαύρο φόντο το οποίο, όσο προχωράει και εξελίσσεται η πλοκή, γίνεται γκρι για να φθάσει τελικά να πάρει τις παστέλ αποχρώσεις ενός εμφανούς ρομαντικού λυρισμού.

Η αφηγηματική του γραμμή δεν ξεφεύγει και πολύ από τις προηγούμενες παραγωγές του Οντιάρ, έχοντας ως σημεία αναφοράς ήρωες περιπλανώμενους, κατατρεγμένους από τη ζωή ή απομονωμένους από την κοινωνία για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Έτσι και στο «Σώμα με Σώμα», ο Αλί (Ματίας Σένερτς) είναι ένας πατέρας χωρισμένος, χωρίς δουλειά, που κλέβει για να δώσει στο γιο του να φάει. Φεύγοντας από τη Βόρεια Γαλλία βρίσκει καταφύγιο στην αδελφή του στο Νότο, στις Αντίμπ. Η μορφή της αδελφής (Κορίν Μαζιερό) είναι πλασμένη πάνω στον τύπο-χαρακτήρα λαϊκής γυναίκας που μοχθεί για το μεροκάματο και δρα μέσα σε πλαίσια φτωχών προαστίων.

Ο Αλί κάνει διάφορες δουλειές για «να τα βγάλει πέρα». Στο δρόμο του συναντά την όμορφη Στεφανί (Μαριόν Κοτιγιάρ). Ένα βίαιο περιστατικό στάθηκε μοιραίο για τη γνωριμία τους. Ο Αλί είναι ένας γίγαντας, ένας όγκος τεστοστερόνης με μια τρυφερή καρδιά. Η Στεφανί είναι μια εκπαιδεύτρια δελφινιών, γοητευτική, καλλιεργημένη, με λεπτή φινέτσα. Έρχεται σε σαφή αντίθεση με τον τύπο του αδέξιου, άγριου και απλού Αλί που αγαπά το μποξ, την παράβαση των κανόνων και διακρίνεται για τη συναισθηματική του ατονία.

Το ατύχημα της Στεφανί θα φέρει κοντά αυτούς τους αντιθετικούς χαρακτήρες. Σαν να έπρεπε να πάθει κάτι η Στεφανί που θα τη στιγμάτιζε κοινωνικά και θα την εξίσωνε με τον αντίστοιχα στιγματισμένο Αλί.

Ο Erving Goffman διακρίνει τρεις μεγάλες κατηγορίες στιγμάτων που η κοινωνία των ανθρώπων δυστυχώς έχει διαμορφώσει: τα σωματικά στίγματα (άτομα με ειδικές ανάγκες, τυφλοί..), τα στίγματα που έχουν σχέση με την προσωπικότητα και/ή το παρελθόν του ατόμου (παρανομίες, διαταραχές προσωπικότητας, αλκοολισμός,...) και τα στίγματα της «φυλής» (εθνικότητα, θρησκεία, κοινωνική καταγωγή..). Όπως στους «Άθικτους» των Τολεντανό-Νακάς, και οι δύο χαρακτήρες της ταινίας φέρουν ένα στίγμα που τους απομονώνει από τον υπόλοιπο κοινωνικό περίγυρο και τους ενώνει.

Οι ερμηνείες του Ματίας Σένερτς και της Μαριόν Κοτιγιάρ είναι απαράμιλλης ακρίβειας, αναδεικνύοντας τις καλλιτεχνικές τους αρετές κάτω από την καθοδήγηση του σκηνοθέτη. Γενικά, τα πρόσωπα σκιαγραφούνται με ένα τρόπο ακραία ρεαλιστικό χάρη σε μια εύστοχη επιλογή κάστινγκ. Η Κορίν Μαζιερό μάς θυμίζει αρκετά την ταμία του σούπερ-μάρκετ ενώ ο μικρός γιος (Αρμάντ Βερντούρ) παραπέμπει απολύτως φυσιολογικά στα μικρά αγόρια που πλανώνται στη γειτονιά. Με την ίδια φυσικότητα η ταινία «Σώμα με σώμα» καταδεικνύει τη διαφθορά και την κόλαση της ζούγκλας της κοινωνίας όπου οι φτωχοί και οι αδύναμοι στρέφονται ο ένας στον άλλον για να βρουν ένα στήριγμα.

Αυτή ακριβώς η αληθοφάνεια και η τάση διάφανούς απεικόνισης της πραγματικότητας είναι που προσδίδει στο φιλμ όλη τη μυθιστορηματική του δύναμη και μια βαθιά ανθρώπινη διάσταση. Θα λέγαμε ότι φέρει μια νότα από τις ταινίες των αδελφών Νταρντέν αναμεμειγμένη με την ατμόσφαιρα του “Fight Club”.

Η κινηματογραφική φόρμα και η δύναμη των εικόνων με τα ωραία μεσογειακά τοπία έρχονται να υπογραμμίσουν αντιθετικά την τραγικότητα των δύο προσώπων. Ο Ζακ Οντιάρ, εν καιρώ κρίσης, μας παραδίδει μια ιστορία γενναιότητας, ηρωισμού, ανάτασης και μαχητικότητας.

Παίζουν: Μαριόν Κοτιγιάρ, Ματίας Σένερτς, Κορίν Μαζιερό, Αρμάντ Βερντούρ, Σελίν Σαλέτ. Η ταινία προβάλλεται από τη Seven Films.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ