Χριστόφορος Παπακαλιάτης: «Έχω μάθει να κρίνομαι αυστηρά σε κάθε πρώτο μου βήμα»

xristoforos-papakaliatis-exo-mathei-na-krinomai-austira-se-kathe-proto-mou-bima

ΤΡΙΤΗ, 04 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2012

Ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης μοιράζεται με το click@Life την περιπέτεια των γυρισμάτων της πρώτης του σκηνοθετικής απόπειρας στον κινηματογράφο.

Ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης αναστατώνει το χτυπημένο από την κρίση ελληνικό box office με την ταινία του «Αν…». Μέσα σε τέσσερις μόνο μέρες, από τις 29/11-2/12 η ταινία του κατόρθωσε να αγγίξει τα 100.000 εισιτήρια πανελλαδικά (98.789 εισιτήρια) επιτυγχάνοντας το καλύτερο άνοιγμα ελληνικής ταινίας τα τελευταία τρία χρόνια. Έχοντας τη Μαρίνα Καλογήρου, ως συμπρωταγωνίστρια αλλά και ένα λαμπερό καστ ηθοποιών, ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης «αφηγήθηκε» τις εναλλακτικές εκδοχές ενός έρωτα που δοκιμάζεται στην Αθήνα της κρίσης.

Ποιες προκλήσεις για εσάς κρύβει η μετάβασή σας από την τηλεόραση στον κινηματογράφο;

Ίσως έναν άλλο τρόπο επικοινωνίας με το κοινό. Δεν ξέρω ακόμα με σιγουριά να σας πω, δεδομένου ότι είναι κάτι πολύ καινούριο για εμένα. Το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι ότι μαθαίνω πόσο διαφορετικός είναι ο τρόπος αφήγησης στο σινεμά. Γενικότερα όμως προτιμώ να μη το βλέπω σαν μία μετάβαση όλο αυτό αλλά σαν μία λογική εξέλιξη.

Ένας σκηνοθέτης που έχει γνωρίσει την επιτυχία στην τηλεόραση, φοβάστε ότι ενδεχομένως θα κριθεί πιο αυστηρά στα πρώτα του κινηματογραφικά βήματα;

Έχω μάθει να κρίνομαι αυστηρά σε κάθε πρώτο μου βήμα, όπου και αν είναι αυτό. Άρα, ακόμα και αν φοβάμαι, το έχω συνηθίσει.

Γιατί επιλέξατε ως αφηγητές τη Μάρω Κοντού και τον Γιώργο Κωνσταντίνου; Και πώς ήταν η συνεργασία σας μαζί τους;

Γιατί αποτελούν ένα κομμάτι που ανήκει στην ιστορία όσον αφορά στις σχέσεις αγάπης. Ένα κομμάτι που βοηθάει, στηρίζει και δυναμώνει το σενάριο και την πλοκή της ιστορίας του «Αν...».

Κατά τη γνώμη σας ποια στοιχεία από την παράδοση του λεγόμενου παλιού ελληνικού κινηματογράφου μπορεί να αξιοποιήσει ένας σύγχρονος κινηματογραφιστής;

Την αλήθεια του. Χωρίς να λάβεις υπόψιν σου το παρελθόν, δεν μπορείς να χτίσεις το μέλλον, ούτε να υπάρξεις στο παρόν. Από το ελληνικό σινεμά εκείνης της εποχής μόνο να μάθεις έχεις και μόνο κερδισμένος μπορείς να βγεις.

Τι αναζητήσατε ως σκηνοθέτης στην ερμηνεία της συμπρωταγωνίστριάς σας, Μαρίνας Καλογήρου;

Τις διαφορετικές ποιότητές της, το ταλέντο της και το χιούμορ της που είναι πάρα πολύ.

Στην ταινία «Αν» πρωταγωνιστείτε, σκηνοθετείτε και παράλληλα υπογράφετε το σενάριο. Τι ήταν αυτό που σας δυσκόλεψε περισσότερο;

Ο παράλληλος συγχρονισμός και των τριών αυτών ρόλων είναι εξαιρετικά σημαντικός. Συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον και πολλές στιγμές ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο.

Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας την πιο αστεία και την πιο δύσκολη στιγμή από τα γυρίσματα της ταινίας σας;

Από τις πιο αστείες στιγμές ήταν αυτή στο αυτοκίνητο στη βροχή με τη Μαρίνα, που υπήρχε ένα λουλούδι το οποίο από τις πολλές πρόβες είχε μαραθεί και όταν ήρθε η στιγμή της λήψης το συγκεκριμένο λουλούδι δεν ήταν στην κατάσταση που έπρεπε. Μας είχε πιάσει νευρικό γέλιο θυμάμαι. Ευτυχώς το σκηνογραφικό team είχε εξασφαλίσει και άλλα ίδια λουλούδια και το αντικαταστήσαμε την τελευταία στιγμή. Όμως πλέον εμάς μας είχε πιάσει τέτοιο νευρικό γέλιο που δεν μπορούσαμε να παίξουμε. Μία δύσκολη στιγμή νομίζω ήταν μία συγκεκριμένη δραματική σκηνή με το σκύλο. Είχα πάρα πολύ άγχος και επειδή έπρεπε να κουβαλάω το σκυλί έτρεμα μη πάθει κάτι. Φυσικά ήταν μαζί μου πάντα και πλάι στην κάμερα ο εκπαιδευτής του σκύλου, με κτηνίατρο και όλο το σκηνικό ήταν πολύ ασφαλές. Όμως εγώ είχα άγχος γιατί έπρεπε και να συγκεντρωθώ και να έχω το νου μου στο σκυλί και παράλληλα στην κάμερα που έτρεχε μαζί μας.

Η Αθήνα είναι η πόλη που μισούμε και λατρεύουμε συγχρόνως. Πώς την είδατε μέσα από τον κινηματογραφικό φακό; Ποιες όψεις της θελήσατε να αναδείξετε;

Προσπάθησα να της προσδώσω όλα αυτά που μόνη της σαν πόλη εν δυνάμει παρέχει. Και τις παραμυθένιες εικόνες που έτσι και αλλιώς υπάρχουν στην Πλάκα, αλλά και την πιο άγρια εικόνα της που πλέον υπάρχει λόγω της κρίσης. Όλα αυτά βέβαια πάντα με άξονα τις ανάγκες του συγκεκριμένου σεναρίου.

Η Ελλάδα της κρίσης είναι εχθρική προς τη νέα γενιά;

Ναι είναι. Όμως η νέα γενιά έχει με το μέρος της ένα όπλο ανώτερο της κρίσης και της όποιας εχθρικής κοινωνικής τάσης. Έχει τη νιότη της. Έχει τη δύναμη, έχει τη φύση με το μέρος της. Και η φύση είναι ανώτερη όλων. Ακόμα και μίας άρρωστης κοινωνίας. Όταν είσαι νέος, όσο σκληρά, όσο αδιέξοδα, όσο μαύρα και αν είναι όλα γύρω σου, μπορείς να τα πολεμήσεις. Σε όλες τις εποχές, σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Η νιότη είναι το πιο μεγάλο όπλο. Εξ ου και το χάνουμε γρήγορα.

Τι σας τρομάζει στην σημερινή Αθήνα;

Οι άνθρωποι.

Σε ταινίες όπως το «Τρέξε Λόλα τρέξε» του Τομ Τίκβερ ή το «Sliding doors» («Απρόσμενος έρωτας») του Πίτερ Χάουι, το παιχνίδι του χρόνου γίνεται καθοριστικό για τις ζωές και τις επιλογές των ηρώων. Aναρωτιέμαι αν είδατε αυτές τις ταινίες και γενικότερα ποιες είναι οι αγαπημένες σας ταινίες που σχετίζονται με το χρόνο και τα παράδοξά του.

Είναι χιλιάδες οι ταινίες που πραγματεύονται το παιχνίδι του χρόνου μιας και ο χρόνος αφορά όλους μας σε όλα τα επίπεδα και από όλες τις οπτικές. Ο χρόνος, η στιγμή, η ζωή και ο θάνατος.

Πώς αντιμετωπίζετε την εικόνα που έχουν διαμορφώσει για εσάς τα life style έντυπα;

Με τον καιρό έχω μάθει να μη με αφορά τόσο. Όταν είμαι εγώ καλά με αυτό που ζω και κάνω, τότε δεν με αφορά καθόλου.

Αισθανθήκατε ποτέ κουρασμένος από την επέλαση του life style στην προσωπική σας ζωή;

Κουρασμένος όχι. Κορεσμένος μερικές στιγμές ναι. Όμως νομίζω ότι στο τέλος της ημέρας όταν όλα αυτά συμβαίνουν με αφήνουν τελείως ανέγγιχτο. Βλέπετε έχω να κάνω τόσα πράγματα και να ασχοληθώ με τόσα θέματα που στο τέλος ή δεν προλαβαίνω ή βαριέμαι. Δεν το κάνω από άποψη ή δήθεν ανωτερότητα απλά η αλήθεια είναι ότι δεν προλαβαίνω.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ