Μιχάλης Κακογιάννης: «Στην Ελλάδα οφείλω τον κύριο όγκο των έργων μου»

mixalis-kakogiannis-stin-ellada-ofeilo-ton-kurio-ogko-ton-ergon-mou

ΔΕΥΤΕΡΑ, 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011

Ο Μιχάλης Κακογιάννης κάνει φλας μπακ στις ωραιότερες στιγμές του και εξηγεί στο click@Life γιατί νιώθει αισιόδοξος για τη νέα γενιά καλλιτεχνών.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης έχτισε τον μύθο του ελληνικού κινηματογράφου στο εξωτερικό, αποτυπώνοντας με ειλικρίνεια και τρυφερότητα την ελληνική ψυχή. Μέσα από τον φακό του έλαμψαν στη μεγάλη οθόνη σπουδαίοι ηθοποιοί, όμως όταν ξεφυλλίζει κανείς το καλαίσθητο λεύκωμα «Μιχάλης Κακογιάννης-Κινηματογράφος (εκδ. Μίλητος) σταματάει γοητευμένος στις τρεις μούσες του σκηνοθέτη: στην Έλλη Λαμπέτη που στο βλέμμα της έχει μια νότα μυστηρίου και μελαγχολίας. Στην πληθωρική και θαρραλέα Μελίνα Μερκούρη, την «ελληνίδα Κάρμεν» , την ασυμβίβαστη Στέλλα. Στην αγέρωχη Ειρήνη Παππά, με φόντο εικόνες δωρικής αισθητικής.

Στα ασπρόμαυρα στιγμιότυπα της καλαίσθητης αυτής έκδοσης αποτυπώνεται το συναρπαστικό «σενάριο» μιας καλλιτεχνικής πορείας, πλούσιας σε συγκινήσεις. Ο ίδιος ο δημιουργός αλλά και άνθρωποι των γραμμάτων και τεχνών από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αποκαλύπτουν με σχόλιά τους τα παρασκήνια των γυρισμάτων , τις πρώτες αντιδράσεις των κριτικών και του κοινού για τις ταινίες που γράφτηκαν με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Στη συνέντευξή μας με τον Μιχάλη Κακογιάννη, χρησιμοποιήσαμε ως πυξίδα τις φωτογραφίες του λευκώματος για να ξεκλειδώσουμε ορισμένες από τις αναμνήσεις του.

Ξεφυλλίζοντας την εξαιρετική έκδοση «Μιχάλης Κακογιάννης-Κινηματογράφος», υπάρχει κάποια φωτογραφία που σας συγκινεί ιδιαίτερα και σας ξυπνάει ακριβές αναμνήσεις;

Όπως είπα και σε πρόσφατη συνέντευξή μου τώρα σκηνοθετώ... με το Ίδρυμά μου, τον επίλογο. Το πρόσφατο κινηματογραφικό λεύκωμα αποτελεί μια ωραία, συνεπή δουλειά που ταξινομεί το κινηματογραφικό μου έργο. Κάθε φωτογραφία, σήμερα, αποτελεί ωφέλιμη μνήμη. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά όσους συνέβαλαν στην έκδοσή του, την Κυπριακή Δημοκρατία, τον Γιώργο Γιωργή που είχε την ιδέα, τον Γιώργο Πηλιχό που έκανε την επιμέλεια την Μαρία Γυπαράκη που έγραψε τα κείμενα και τέλος, τις εκδόσεις Μίλητος και ειδικά τον Νίκο Χαϊδεμένο, για την εξαιρετικά προσεγμένη δουλειά τους.

Η προβολή της ταινίας σας «Χαμένο κορμί», με την Έλλη Λαμπέτη που αποκαταστάθηκε μετά από πολλές περιπέτειες, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από το κοινό. Θα σας ζητήσω να κάνετε ένα φλας μπακ, όπως ο ήρωας του έργου, την εποχή που είχατε ολοκληρώσει τα γυρίσματά της. Πόσο άλλαξε το δικό σας βλέμμα πάνω σε αυτή την ταινία;

«Χαμένο Κορμί», θεωρώ τον ελληνικό τίτλο ατυχή... και ο αγγλικός δεν μου αρέσει «The Wastler»...Σίγουρα ,σήμερα, θα άλλαζα τίτλο. Η ταινία, ουσιαστικά, μελετάει τη λειτουργία της μνήμης. Ξεκινάει από πρόσφατα γεγονότα και ταξιδεύει ασύνδετα στον παρελθόντα χρόνο. Τώρα που την ξαναείδα μου άρεσε ιδιαίτερα η σκηνή όπου ο Van Hefflin με το ταραγμένο του μυαλό βλέπει τη Λαμπέτη μέσα στη θάλασσα. Ανακάλυψα δε ξανά και τον μικρό μου συμπρωταγωνιστή τον Michael Stellman.

Ένας σκηνοθέτης στον κινηματογράφο, σε ποια ζητήματα πρέπει να είναι ανυποχώρητος και σε ποια άλλα μπορεί να κάνει κάποιες παραχωρήσεις, αν θέλει να πετύχει ένα άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα;

Ένα κινηματογραφικό έργο δημιουργεί μια ζωντανή κοινωνία, με κανόνες, δομές αλλά και υπερβάσεις. Δεν υπάρχουν συνταγές για το πού υποχωρείς, πού ελίσσεσαι, πότε το «όχι» είναι τελεσίδικο, πότε υπάρχει ένα «ναι» στο οποίο υποβόσκει ένα «όχι». Συνήθως ήμουν παραγωγός και σκηνοθέτης και σεναριογράφος, έτσι είχα μεγαλύτερη ανεξαρτησία επί του έργου. Θυμάμαι μια μικρή σύγκρουση-συζήτηση με τους Δαμασκηνό – Μιχαηλίδη, για το τέλος της ταινίας «Το κορίτσι με τα Μαύρα». Πίστευαν ότι έπρεπε να είναι happy-end. Να επιστρέψει, δηλαδή, ο Χορν, ενώ στο σενάριο έφευγε… έδωσα τελικά, μια διφορούμενη λύση… επιστρέφουν;.. μπορεί! Όλα κρίνονται στην τελευταία κίνηση της Έλλης. Άφησα τον θεατή να φύγει με τη δική του αίσθηση του τέλους.

Έλλη Λαμπέτη, Ειρήνη Παπά, Μελίνα Μερκούρη, τρεις λαμπερές πρωταγωνίστριες, υπό τη σκηνοθετική σας μπαγκέτα. Τις προσεγγίζατε διαφορετικά την κάθε μία για να βγάλετε την καλύτερη ερμηνεία τους ή είχατε μια κοινή μέθοδο με όλες;

Μαγευόμουν από πολλά στοιχεία της ομορφιάς και του ταλέντου της Έλλης Λαμπέτη. Η Μελίνα, σε γοήτευε με τη ζωντάνια και το πάθος της. Η Ειρήνη Παπά μου είχε απόλυτη εμπιστοσύνη από την πρώτη στιγμή. Πίστευα και πιστεύω ακόμα ότι η Ειρήνη Παπά είναι ικανή για μεγάλους ρόλους. Θεωρώ, όμως, ότι οι σημαντικότερες ερμηνείες της είναι στην Τριλογία μου. Ο σκηνοθέτης αποκτά με τον ηθοποιό μια σχέση προσωπική, μοναδική κατά τον χρόνο, τον τόπο, το πρόσωπο και το έργο. Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με έναν ενιαίο κανόνα.

Ποια στοιχεία της ελληνικής ταυτότητας σας ερέθιζαν δημιουργικά για τις ταινίες σας;

Με την Ηλέκτρα έδωσα την ελληνικότητα, παίζουν οι ηθοποιοί, παίζουν οι πέτρες, το χώμα, το φως, οι ελιές, τα στοιχεία της γης μας. Χρησιμοποίησα απλή, καθημερινή γλώσσα. Στο «Κυριακάτικο ξύπνημα» και στη «Στέλλα» αποτύπωσα μιαν Αθήνα όμορφη μέσα στην πραγματικότητα και την καθημερινότητά της. Στην Ελλάδα οφείλω τον κύριο όγκο των έργων μου. Στην παράδοσή της, στην ιστορία της, στη γη της.

Αληθεύει ότι έχετε βάλει τους πρωταγωνιστές των ταινιών σας μέσα στο πλήθος τη στιγμή που γίνεται μια εκδήλωση για να πετύχετε όσο το δυνατόν ένα πιο φυσικό αποτέλεσμα; Αν, ναι, σε ποιες περιπέτειες σας οδήγησε αυτή η επιλογή σας;

Βέβαια, αλήθεια είναι. Ακόμα και εγώ έχω αναμειχθεί σε σκηνή πλήθους και έχω δημιουργήσει την κατάλληλη ένταση, ώστε να αποδοθεί αυτό που ήθελα. Βγήκα από το πλάνο, κυριολεκτικά, την τελευταία στιγμή. Στο «Κορίτσι με τα μαύρα», έριξα τη Λαμπέτη μέσα στις γυναίκες. Αλλά και στο «Τελευταίο Ψέμα», όλες οι σκηνές στην Τήνο είναι πραγματικά μέσα στον κόσμο, δεν μου δημιούργησαν, όμως, πρόβλημα.

Έχετε καταφύγει σε «ακραίες» μεθόδους για να πετύχετε την αρχική καλλιτεχνική σας σύλληψη;

Ακραίες; Πολλές φορές, έφθασα στα όρια αντοχής των συντελεστών αλλά και τα δικά μου. Για παράδειγμα ήταν σε μια σκηνή που ο ηθοποιός έπρεπε, μετά από φοβερό σοκ να κλάψει και να συνεχίσει κλαίγοντας το διάλογο. Κάποια στιγμή στα γυρίσματα αναγκάστηκα να τον πιέσω με ακραίο τρόπο. Δεν μπορούσε να κλάψει, γιατί, ως παιδί, είχε χάσει τον πατέρα του στα 13 του, είχε ταραχτεί ανεπανόρθωτα και από τότε ήταν ανίκανος να βγάλει έστω και ένα δάκρυ. Του έδωσα τότε ένα σκαμπίλι και αυτό ήταν. Τον έπιασαν κάτι αναφιλητά ασταμάτητα, έκλαιγα κι εγώ μαζί του. Έτσι έβγαλε τη σκηνή.

Τώρα που το μεγαλόπνοο έργο σας, με το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, έχει γίνει πραγματικότητα, ποιες θεωρείτε ότι ήταν καλύτερες στιγμές του; Και ποιες είναι οι επόμενες προκλήσεις;

Οι προσδοκίες δεν εξαντλούνται ποτέ, όταν τις βλέπω να πραγματοποιούνται και να δυναμώνουν το πρόγραμμα του Ιδρύματος γεννιούνται νέες. Ένας τέτοιος χώρος έγινε για να συμβάλει και στον πολιτιστικό σχεδιασμό της πολιτείας για τη διατήρηση και προώθηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και για την παρουσία μας, την ανάπτυξη και τη διάδοση του σύγχρονου ζώντος πολιτισμού μας. Είναι ένα βήμα για τους νέους αλλά και τους ήδη καταξιωμένους δημιουργούς.

«Ο κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου προκρίθηκε για στην τελική πεντάδα για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης ταινίας. Η τελευταία φορά που είχε κατορθώσει ελληνική ταινία να περάσει στην τελική λίστα για τα Όσκαρ ήταν με τη δική σας «Ιφιγένεια» το 1978. Πώς σχολιάζετε αυτό την ανέλπιστη διάκριση για τον ελληνικό κινηματογράφο;

Χαίρομαι κάθε φορά που μια ελληνική ταινία παίρνει ένα βραβείο ή μια διάκριση. Κάθε Ελληνική συμμετοχή παίζει ρόλο στην πολιτιστική πολιτική μας η οποία θέλουμε όλοι να γίνει περισσότερο εξωστρεφής.

Γενικότερα πόσο σας άγγιζαν τα βραβεία ή η γνώμη των κριτικών;

Το έχω πει επανειλημμένα και σε συνεντεύξεις μου και σε δηλώσεις μου μετά από μεγάλα γεγονότα. Δεν με αφορούσαν τα φεστιβάλ και τα βραβεία. Συνήθως καθορίζονται από παρέες και με θολά κίνητρα. Γνωρίζετε ότι δεν πήγα στην απονομή των οscar για το Ζορμπά. Μπορώ να σας πω όμως ότι ο Ζορμπάς πριν βγει στις αίθουσες είχε ήδη καλύψει τα έξοδά του σύμφωνα με τη Fox. Αυτό μου έδωσε και το πριμ για να κάνω το «Όταν τα ψάρια βγήκαν στη στεριά» μια ταινία δύσκολη για την εποχή εκείνη γιατί έθιγε θέματα περιβαλλοντικά.

Παρακολουθείτε τις νέες παραγωγές των σύγχρονων δημιουργών; Υπάρχουν κάποια κενά στον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο που κατά τη γνώμη σας θα έπρεπε να διορθώσουν οι νέοι σκηνοθέτες;

Διακρίνω στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας νέας κουλτούρας που περιορίζει τα παρακμιακά φαινόμενα. Διακρίνω το σεβασμό τους στο κλασικό, τη δυνατότητά τους να διαμορφώσουν σημαντικές προτάσεις με χαμηλούς προϋπολογισμούς, την πολλή δουλειά, την ευρηματικότητα. Οι νέοι ξέρουν να δίνουν λύσεις και έχουν ταλέντο. Αν υπάρχουν κενά, θα τα βρουν και θα τα διορθώσουν.

Υπάρχει ένδεια στην πολιτιστική παραγωγή της Ελλάδας σήμερα;

Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ακριβώς ένδεια στην πολιτιστική παραγωγή. Υπάρχουν νέοι με ταλέντο και διάθεση για καλλιτεχνική δημιουργία. Δεν είναι πάντα εγγύηση ποιότητας τα μεγάλα μέσα ή οι πολύ οργανωμένες παραγωγές, πολλά περισσότερα εξαρτώνται από ταλέντο κάθε δημιουργού. Ίσως πολλές φορές να μην δίνονται οι ευκαιρίες, ή από την άλλη, να υπάρχει η υπερβολική προσφορά σε σχέση με τη ζήτηση. Πιστεύω, πάντως, ότι η καλή δουλειά, στο τέλος, αναγνωρίζεται και έχει διάρκεια και κοινό.

Ποια είναι τα αίτια της πολύπλευρης κρίσης που αντιμετωπίζουμε;

Νομίζω ότι αντιμετωπίζουμε μια συνολική κρίση αξιών. Μας βρήκε απροετοίμαστους. Και θεωρώ ότι η κατάσταση θα χειροτερέψει. Ο Συβαριτισμός που διέπει κοινωνίες σαν τις δικές μας, ίσως σηματοδοτεί ότι φθάσαμε στο τέρμα και πρέπει πλέον να ξεκινήσουμε από ένα νέο σημείο εκκίνησης. Το θέμα είναι πώς θα δει κανείς το ποτήρι: μισοάδειο ή μισογεμάτο... Η πρόκληση δεν είναι η απάντηση για τα αίτια μιας πολύπλευρης κρίσης. Είναι η δρομολόγηση του οδικού χάρτη της ανατροπής τους. Κι αυτό προϋποθέτει πράξεις, όχι μόνο λόγια.

Πληροφορίες: Λεύκωμα «Μιχάλης Κακογιάννης-Κινηματογράφος», εκδόσεις Μίλητος.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ