Κριτική ταινίας: Xenia

xenia1 KATERINA PASPALIARI
ΠΕΜΠΤΗ, 02 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014

Η τέταρτη ταινία του Πάνου Κούτρα, του «Αλμοδοβάρ της Ελλάδας» όπως έχει χαρακτηριστεί, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, όπου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα».

«Xenia» το όνομά της και ο τίτλος μας παραπέμπει άμεσα στο περιεχόμενο του λόγου του Κούτρα. Το ζήτημα όχι μόνο της εθνικής αλλά και της προσωπικής ταυτότητας, θίγεται με ζωηρά χρώματα στο «Xenia», μέσα από τις επικίνδυνες και αστείες ενίοτε περιπέτειες δύο νεαρών, αλβανικής και ελληνικής καταγωγής ταυτόχρονα.

Ξένοι στην ίδια τους τη χώρα, αφού στην Ελλάδα γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, ο Ντάνυ και ο Όντυ (από το Οδυσσέας), θα ρίχτουν με θάρρος, θράσος και αναίδεια σε έναν περίπλου, σε μια οδύσσεια αναζητώντας τα ίχνη του πατέρα που τους εγκατέλειψε, όταν ήταν ακόμη μικρά παιδιά.

Ο Κούτρας, μετά την «Αληθινή Ζωή» και τη «Στρέλλα», βάζει πάλι σε εικόνες μια ιστορία queer, με ασυνήθιστους, εξεζητημένους και περιθωριακούς χαρακτήρες που αναζητούν απεγνωσμένα τον πατέρα τους.

H Στρέλλα ήταν τραβεστί, ο δεκαεξάχρονος Ντάνυ είναι ομοφυλόφιλος και «το δείχνει». Με νάζι, χάρη και ένα επικίνδυνα παιχνιδιάρικο ταπεραμέντο, μοναδικό, το οποίο θα αποδειχθεί καθοριστικό για τη δράση, ο Ντάνυ συνθέτει ένα ταιριαστό δίδυμο με τον ανδροπρεπή μεγαλύτερο αδελφό του Όντυ.

Ο τελευταίος, οργανωτικός και δείχνοντας να έχει προσγειωθεί στην πραγματικότητα, αποτελεί τον αντίποδά του, συμπληρώνοντας έτσι ο ένας τον άλλον.  

Με αφορμή ένα διαγωνισμό τραγουδιού –που είναι και πολύ της μόδας τελευταία-στη Θεσσαλονίκη και την πιθανή ανεύρεση του Έλληνα πατέρα, διαγράφεται βαθμιαία ένα road-trip, αποκαλυπτικό επάνω σε μια σχέση, θα λέγαμε, διπολική, καθώς έχει δύο άξονες αναφοράς.

Με αδρά χρώματα διαγράφεται η σχέση, από τη μια μεταξύ των δύο αδελφών, και από την άλλη μεταξύ αυτών και της σύγχρονης Ελλάδας. Μιας Ελλάδας καταρρακωμένης από την κρίση, με απαράδεκτες συνθήκες εργασίας καθώς η ανεργία παραμονεύει, με εμφανείς κοινωνικές διακρίσεις και θερμούς υπερασπιστές αυτών (ακόμη και παρεμβάσεις της «Χρυσής Αυγής» ενσωματώνονται στην αφήγηση), μια χώρα υπό διάλυση και ερειπωμένη, όπως είναι ακριβώς και το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο «Ξενία» της Κοζάνης, στο οποίο βρίσκουν καταφύγιο κάποια στιγμή οι νεαροί.

Ο Κούτρας επιχειρεί μια ευφυή οπτική μεταφορά εντάσσοντας τους ήρωες του στο περιβάλλον αυτού του ξενοδοχείου, η διαδοχή των εικόνων επιβεβαιώνειότι δεν ήταν τυχαία η συγκεκριμένη επιλογή.

Χαλάσματα, σπασμένα τζάμια, σκονισμένες ή χαλασμένες πολυθρόνες, ζωγραφισμένοι τοίχοι «σκασμένοι» από την εγκατάλειψη και την πολυκαιρία, ξεχαρβαλωμένα αντικείμενα, όλα μαρτυρούν μια ένδοξη εποχή που πέρασε και υπογραμμίζουν ταυτόχρονα το από πάντα ξεχαρβαλωμένο σύστημα της Ελλάδας, μιας χώρας σε συνεχή ουσιαστικά κρίση.

Επιπλέον, το τελευταίο περιστατικό της ιστορίας ανοίγει ένα συλλογισμό επάνω στις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες. Ο σκηνοθέτης παίζει σε κάποια σημεία με τους κώδικες, αναμειγνύοντας τη φαντασία με την πραγματικότητα, βάζοντας το θεατή στη θέση του προσώπου που φαντασιώνεται.

Οι ερμηνείες είναι αξιόλογες, αρκετά πλάνα είναι όμορφα προσεγμένα, εκπέμποντας έναν ονειρισμό ενώ η μουσική, μελαγχολική και με μια δόση επαναστατισμού, προστίθεται ευχάριστα στο σύνολο αυτής της ταινίας αφιερωμένης σε όσους είναι ή αισθάνονται «ξένοι». Μια ταινία με πανανθρώπινα μηνύματα που θα πρότεινα να δείτε.           

Παίζουν: Κώστας Νικούλι, Νίκος Γκέλια, Γιάννης Στάνκογλου, Μαρίσα Τριανταφυλλίδου, Άγγελος Παπαδημητρίου. Η ταινία προβάλλεται από  τη FEELGOOD.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ