Δεν γίνεται να μην ερωτευτείς την Cate Blanchett

blanchett
ΔΕΥΤΕΡΑ, 30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2015

Ανεξαρτήτως φύλου ή μεγέθους ενασχόλησης με το σινεμά, πρέπει να παραδεχτείς την κυριαρχία της αυστραλής ηθοποιού.

Αν ρωτήσεις 100 τυχαία άτομα που ασχολούνται με σινεμά ποια είναι η καλύτερη ηθοποιός στον κόσμο αυτή την εποχή, η πιθανότερη απάντηση που θα λάβεις είναι η Κέιτ Μπλάνσετ. Φέτος έκλεισε τα 46 της χρόνια και εκτός από την κοινή αλήθεια ότι είναι πιο εντυπωσιακή από ποτέ, βρίσκεται στην καλύτερη φάση της καριέρας της και αυτό βγαίνει προς τα Όσκαρ. Αυτή την εβδομάδα έρχεται στις αίθουσες το «Carol», μια ταινία που θα παίξει δυνατά στα βραβεία και είναι πραγματικά αποθέωση της Μπλάνσετ, η οποία ερωτεύεται την Ρούνεϊ Μάρα στη Νέα Υόρκη των 50s και όπως είναι λογικό η σχέση τους περνάει πολλά εμπόδια.

Είναι πολύ νωρίς να το πούμε αυτό και έτσι κι αλλιώς θα μιλήσουμε και αργότερα μέσα στην εβδομάδα για την ταινία, αλλά δεν μπορούμε να φανταστούμε πιο μεστή ερμηνεία της Μπλάνσετ από αυτή στο «Carol». Ολόκληρο το φιλμ του Τοντ Χέινς είναι στημένο πάνω στην αυστραλή ηθοποιό σε σημείο να νιώθεις πως το μυθιστόρημα της Πατρίτσια Χάισμιθ γράφτηκε ώστε κάποτε να πραγματωθεί αυτή η ταινία. Πιστέψτε μας, δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουμε την ομορφιά της.

Η Μπλάνσετ είναι μια ξεχωριστή πάστα ηθοποιού, η οποία λειτουργεί ως χαμαιλέων και μπορεί να γίνει σταρ του κλασικού Χόλιγουντ αλλά και διάδοχος της Τίλντα Σουίντον σε μια ανδρόγυνη κατηγορία ρόλων. Δε βλέπουμε λοιπόν καλύτερη ευκαιρία για να ξεχωρίσουμε τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας της από αυτή, οπότε ας δοκιμάσουμε το δύσκολο έργο να επιλέξουμε πέντε ταινίες από τη φιλμογραφία της.

5. «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» (1999)

Η Κέιτ Μπλάνσετ μοιάζει σαν να γεννήθηκε μέσα σε κάποιο μυθιστόρημα της Πατρίτσι Χάισμιθ και αυτό το κατάλαβε πρώτος ο Άντονι Μινγκέλα. Ο βρετανός σκηνοθέτης πέθανε πρόωρα το 2008, αλλά άφησε πίσω του ταινίες όπως «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» ώστε να κρατήσει τη θέση του στην αιωνιότητα της έβδομης τέχνης. Το φιλμ αποτελεί πρωτίστως μια επίδειξη ταλέντου από τον Ματ Ντέιμον, αλλά μέσα στην πολυτελή 50s ονειροπόληση περίοπτη θέση έχει η νεαρή Μπλάνσετ, η οποία λάμπει από το πέρασμά της στην Ιταλία. Προπομπός για ό,τι ακολούθησε στη συνέχεια.

4. «The Aviator» (2004)

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο έχασε ένα Όσκαρ που δικαιούταν από τον Τζέιμι Φοξ, αλλά το ίδιο δε συνέβη με την Κέιτ Μπλάνσετ που απέσπασε το χρυσό αγαλματίδιο για την ερμηνεία της ως Κάθριν Χέπμπορν. Το «The Aviator» είναι μια καλή ταινία από όπου και αν την πιάσεις. Η σκηνοθεσία του Σκορσέζε είναι λεπτομερής και αναβιώνει το κλασικό Χόλιγουντ σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, ο Ντι Κάπριο είναι εξαιρετικός στο ρόλο του εκκεντρικού Χάουαρντ Χιουζ και χειρίζεται με λεπτότητα την ψυχολογική κατάρρευσή του, δεν μπορούμε να φανταστούμε όμως την ταινία χωρίς την επιβλητική παρουσία της Μπλάνσετ. Η Χέπμπορν απεβίωσε ένα χρόνο πριν την έξοδο της ταινίας στις αίθουσες και θαρρείς πως η Μπλάνσετ έκανε κάποιου είδους επίκληση στο πνεύμα της. Θα μπορούσε η Μπλάνσετ να είχε γεννηθεί 60 χρόνια νωρίτερα και σήμερα θα είχε μεγαλύτερη φήμη και από την Κάθριν Χέπμπορν.

3. «Little Fish» (2005)

Είσαι η Κέιτ Μπλάνσετ όταν έχεις φτάσει στο απόγειο της δόξας σου μετά από την τριλογία του «Άρχοντα των δαχτυλιδιών» και έχεις πάρει μόλις το πρώτο σου Όσκαρ υποδυόμενη την Κάθριν Χέπμπορν και αποφασίζεις να συνεχίσεις την καριέρα σου σε ένα μικρό δράμα πίσω στην Αυστραλία. Το «Little Fish» δεν είναι κάποιο αριστούργημα, είναι όμως μια πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή από πλευράς Μπλάνσετ και την υποστηρίζει μέχρι τέλους. Τη συναντάμε στο ρόλο μιας πρώην ναρκομανούς σε διαδικασία απεξάρτησης, μακριά από εκτυφλωτικές τουαλέτες, χτενίσματα εποχής και κόκκινα χαλιά, και παραδίδει μια ηλεκτρισμένη ερμηνεία η οποία κουβαλάει όλη την ταινία. Ποτέ η Μπλάνσετ δεν έβαλε κανόνες στον τρόπο που δουλεύει και λειτουργεί και για αυτό βρίσκεται στην κορυφή.

2. «Elizabeth» (1998)

Η Κέιτ Μπλάνσετ έσκασε σαν φωτοβολίδα στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα το 1998 με το «Elizabeth» του Σεκάρ Καπούρ, με τη διαφορά ότι σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, η Αυστραλή ήρθε για να μείνει. Η ταινία τη βοήθησε αφάνταστα να ξετυλίξει τις αρετές της, αφού δεν πρόκειται για ένα ακόμη ιστορικό δράμα, αλλά διαθέτει μια ξεκάθαρη αρτίστικη πλευρά και ενδιαφέρεται να διεισδύσει στα άδυτα της βρετανικής βασιλείας του 16ου αιώνα. Η Μπλάνσετ είναι συγκλονιστική και μας χάρισε μια ακόμη εξαιρετική ερμηνεία ως βασίλισσα Ελισάβετ στο «Elizabeth: Η χρυσή εποχή» του 2007. Και μπορεί η ερμηνεία της σε αυτή την ταινία να είναι πιο ώριμη και άξια της οσκαρικής υποψηφιότητας που απέσπασε, αλλά η σκηνοθεσία μένει στα εντυπωσιακά κοστούμια χωρίς να υπάρχει η εμβάθυνση της πρώτης φοράς.

1. «Θλιμμένη Τζασμίν» (2013)

Υπάρχει ένας πολύ βασικός λόγος που κάνει την «Θλιμμένη Τζασμίν» την καλύτερη ταινία του Γούντι Άλεν εδώ και αρκετά χρόνια και αυτός είναι αναντίρρητα η Κέιτ Μπλάνσετ. Δεν είναι καθόλου υπερβολή αν πούμε ότι ολόκληρη η ταινία έχει χτιστεί πάνω της και αυτή δεν αφήνει την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Η ψυχολογική κατάρρευση προς την τρέλα μιας γυναίκας που είχε καλομάθει στα πλούτη της Νέας Υόρκης αλλά ξέπεσε στο σημείο να ζητά τη βοήθεια της φτωχής αδερφής της στο Σαν Φρανσίσκο χάρισε στην Μπλάνσετ ένα από τα πιο δίκαια Όσκαρ και στο σινεμά μια αξέχαστη ερμηνεία. Δε θα ξεπεράσουμε ποτέ την τελευταία σκηνή.

Bonus: «I’m Not There» (2007)

Ο Τοντ Χέινς ξέρει πώς να χειρίζεται την Μπλάνσετ πολύ καλά. Πριν το αριστουργηματικό «Carol», ήρθε η συνεργασία τους στο «I’m Not There», την πιο ιδιαίτερη μουσική (και μη) βιογραφία που έχουμε δει στο σινεμά. Η απεικόνιση της ζωής του Μπομπ Ντίλαν γίνεται περισσότερο μέσα από νότες και συναισθήματα παρά από πραγματικά γεγονότα που μπαίνουν στη σειρά και ό,τι άποψη και αν έχεις για την ταινία, πρέπει να παραδεχτείς ότι από όλους τους ηθοποιούς που υποδύονται τον μουσικό, το πιο ενδιαφέρον κομμάτι είναι αυτό της Κέιτ Μπλάνσετ. Όχι μόνο σε επίπεδο πειραματισμού, αλλά και ως προς το ότι αποτελεί την καρδιά του φιλμ. Γιατί ναι, η παρουσία της Μπλάνσετ στο «I’m Not There» ΕΙΝΑΙ το ροκ εν ρολ.

Η ταινία «Carol» θα βγει στις αίθουσες στις 3 Δεκεμβρίου, από την Odeon.

Γιάννης Μόσχος

[email protected]