Η ταινία της εβδομάδας: «Carol»

carol
ΠΕΜΠΤΗ, 03 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015

Ο Τοντ Χέινς επιστρέφει μετά από οκτώ χρόνια για να χαρίσει στην Κέιτ Μπλάνσετ την ερμηνεία της ζωής της.

Ο Τοντ Χέινς είναι μια από τις πιο ξεχωριστές περιπτώσεις του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά των τελευταίων είκοσι ετών. Έχει κυκλοφορήσει έξι ταινίες μέσα σε 24 χρόνια, αλλά πάντοτε τα φιλμ του όριζαν καταστάσεις στο χώρο και ακόμη κι αν το όνομά του δεν έγινε ποτέ πασίγνωστο στους μη σινεφίλ κύκλους, η επιρροή του είναι πραγματικά καθοριστική. Ας πάρουμε για παράδειγμα το «Safe», μια από τις ταινίες-σοκ των 90s (για κάποιους θεωρείται ακόμη και η καλύτερη της δεκαετίας) ή το τίμιο μελόδραμα «Ο Παράδεισος είναι Μακριά» που σε συγκινεί με αυθεντικές προθέσεις και όχι με εκβιαστικά οσκαρικά δάκρυα. Πάντα ο Χέινς ακολουθούσε τους δικούς του ρυθμούς, αλλά αυτή τη φορά… το παράκανε. Χρειάστηκαν οκτώ χρόνια για να δούμε νέα ταινία του στο σινεμά (μεσολάβησε το τηλεοπτικό «Mildred Pierce»), φτάνοντας όμως στο τέλος αυτής της διαδρομής, μπορούμε να πούμε πως άξιζε κάθε μέρα και ώρα αναμονής.

Η νέα του ταινία είναι το «Carol», το οποίο είναι βασισμένο στο μυθιστόρημα «The Price of Salt» (αργότερα γνωστό απλά ως «Carol») της Πατρίτσια Χάισμιθ. Μεταφερόμαστε στη Νέα Υόρκη των αρχών της δεκαετίας του 1950. Είναι λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Η νεαρή Τερέζ (Ρούνεϊ Μάρα) είναι υπάλληλος σε ένα πολυκατάστημα του Μανχάταν, ονειρεύεται ωστόσο μια καλύτερη ζωή. Όταν γνωρίζει την Κάρολ (Κέιτ Μπλάνσετ), μια γοητευτική μεγαλύτερη γυναίκα που βρίσκεται στα τελευταία στάδια ενός αποτυχημένου γάμου, θα δει σε αυτή τα όνειρά της. Η πρώτη τους συνάντηση φαίνεται εντελώς αθώα, για καμία δεν είναι όμως έτσι. Σύντομα λοιπόν θα αναπτύξουν μια βαθύτερη σχέση και καθώς χάνονται στο πάθος τους και φεύγουν μακριά, θα δοκιμαστεί η πίστη για αυτό που έχουν με ανυπολόγιστες συνέπειες και για τις δύο.

Φυσικά ο Χέινς δεν ενδιαφέρεται να ξεδιπλώσει απλώς τις σελίδες του βιβλίου της Χάισμιθ στη μεγάλη οθόνη. Αυτό που τον απασχολεί είναι να μετατρέψει τα συναισθήματα σε χρώματα και έπειτα να τα κινηματογραφήσει. Για την ακρίβεια είναι να απορείς πώς δεν έτυχε ο Χέινς να γυρίσει νωρίτερα αυτή την ταινία, αφού η ιστορία μοιάζει κομμένη και ραμμένη για τον ίδιο ώστε να βγάλει όσα αγαπά στο σινεμά. Η μόνη εξήγηση είναι ότι περίμενε την Κέιτ Μπλάνσετ να φτάσει στην κατάλληλη ηλικία για να υποδυθεί το ρόλο. Γιατί κάθε κουβέντα σχετικά με το «Carol» αρχίζει και τελειώνει σε αυτή.

Η ιστορία ξεκινά από το τέλος, χωρίς να βλέπουμε κανένα από τα δύο πρόσωπα των πρωταγωνιστριών από κοντά. Τις παρακολουθούμε καθώς βρίσκονται σε ένα γεύμα το οποίο μοιάζει σαν όλα τα άλλα, για να συνειδητοποιήσουμε εν τέλει πως είναι το πιο σημαντικό δείπνο στη ζωή των δύο γυναικών. Ο Χέινς αποκρυσταλλώνει την έννοια του έρωτα. Είναι κάτι κατανοητό μόνο για τα δύο άτομα που βρίσκονται μέσα στη διαδικασία του, τα οποία εκείνη τη στιγμή νιώθουν πως ανακαλύπτουν ξανά τον κόσμο με νέες υπεράνθρωπες αισθήσεις. Στους απ’ έξω φαίνεται μια καθημερινή πράξη μέσα σε μια ρουτίνα αλλά μόνο έτσι δεν είναι. Αυτήν ακριβώς την εμπειρία αιχμαλωτίζει ο Χέινς στο «Carol».

Αν έπρεπε να συγκρίνουμε το «Carol» με κάποια συγκεκριμένη ταινία για τον τρόπο που χρησιμοποιεί μια ιστορία με απώτερο σκοπό να πραγματοποιήσει μια καλλιτεχνική σπουδή πάνω στη φύση του έρωτα, τότε αυτή θα ήταν η «Ερωτική επιθυμία» του Γουόνγκ Καρ Γουάι. Πέρα από την εποχή, πέρα από την υπόθεση, πέρα ακόμη και από τις ερμηνείες, σημασία έχει το κάθε κάδρο ξεχωριστά, τα ηλεκτρισμένα βλέμματα μέσα στο πλήθος, οι σάρκες που καίνε, ένα βρεγμένο παράθυρο αυτοκινήτου. Ο Χέινς κατάφερε να σε κάνει να βλέπεις την Τερέζ μέσα από τα μάτια της Κάρολ και την Κάρολ μέσα από αυτά της Τερέζ. Καμία δεν αποκαλύπτεται πραγματικά ποτέ και δεν έχει νόημα χωρίς την άλλη.

Και πέρα από όλα αυτά, υπάρχει μια κορυφαία ηθοποιός στη σπουδαιότερη ερμηνεία της καριέρας της. Είναι δύσκολο να περιγράψεις με λόγια την παρουσία της Κέιτ Μπλάνσετ στο ρόλο της Κάρολ. Για να θυμηθούμε πότε είδαμε για τελευταία φορά μια ηθοποιό να αστράφτει τόσο από αυτοπεποίθηση στην οθόνη θα πρέπει να πάμε πίσω στο κλασικό Χόλιγουντ. Θα είναι σκάνδαλο αν χάσει αυτό εδώ το Όσκαρ. Κομβική και η παρουσία της Ρούνεϊ Μάρα. Η κρυστάλλινη μελαγχολική ομορφιά της την καθιστά μοναδική ανάμεσα στις ηθοποιούς της ηλικίας της στο Χόλιγουντ και εδώ ακτινοβολεί τόσο «Όντρεϊ Χέπμπορν στο “Πρόγευμα στο Τίφανις”» όσο καμία άλλη τα τελευταία πενήντα χρόνια. Οι δύο τους μαζί γράφουν κινηματογραφική ιστορία.

Το «Carol» είναι μια πανέμορφη ταινία, την οποία για να απολαύσεις στο μέγιστο θα πρέπει να αφεθείς εξολοκλήρου στον κόσμο που χτίζουν η Κάρολ και η Τερέζ. Σίγουρα πρόκειται για μια πολύ καλή ταινία που από τεχνικής πλευράς αξίζει να παίξει σε πολλές κατηγορίες των Όσκαρ, πρωτίστως όμως είναι μια υπόθεση καθαρά προσωπική που τη βιώνει ο καθένας ξεχωριστά. Ο Χέινς έφτιαξε μια ταινία που είναι μόνο συναίσθημα και αν την αντιμετωπίσετε ως τέτοια το πιθανότερο είναι να βρείτε την καλύτερη ταινία της χρονιάς. Και μιας και «η ταινία της χρονιάς» δεν είχε νόημα ποτέ ως μαζική αδιαπραγμάτευτη αλήθεια μα ως προσωπικό πάθος, εδώ αποκτά την πραγματική της διάσταση.

Η ταινία «Carol» κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Odeon.

Γιάννης Μόσχος

[email protected]