Πώς το «Halt and Catch Fire» έγινε η καλύτερη σειρά που παίζεται αυτή τη στιγμή στην τηλεόραση

halt-and-catch-fire
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2016

Πριν από ένα χρόνο το μέλλον της σειράς έδειχνε δυσοίωνο. Σήμερα έχει καταξιωθεί ως ένα σύγχρονο τηλεοπτικό success story.

Είναι πλέον γνωστό σε όλους ότι ζούμε στη χρυσή εποχή της τηλεόρασης και σε όποια παρέα και αν βρεθείς κάποια στιγμή η κουβέντα θα έρθει γύρω από τις τελευταίες εξελίξεις στις αγαπημένες σας σειρές. Ειδικά όσον αφορά την κατηγορία των dramas, μπορεί τα «Breaking Bad» και «Mad Men» να ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους, αλλά υπάρχει φυσικά το «Game of Thrones», ενώ από πίσω βρίσκονται σειρές όπως το «The Walking Dead», to «The Americans», το «House of Cards» και το «Mr. Robot» για να καλύπτουν τυχόν κενά. Κοινώς, ό,τι θες να δεις το βρίσκεις και κανείς δε μένει παραπονεμένος.

Μέσα σε αυτό το χαμό από εξαιρετικές παραγωγές υπάρχει μια σειρά που ενώ στην αρχή δεν την περίμενε κανείς, άντεξε τις κακές κριτικές και τη χαμηλή τηλεθέαση και τώρα απολαμβάνει την αποθέωση. Μιλάμε για το «Halt and Catch Fire», για το οποίο είχαμε γράψει πριν από περίπου ενάμιση χρόνο ως «το νέο κρυμμένο μυστικό της αμερικανικής τηλεόρασης». Αυτή τη στιγμή η σειρά του AMC βρίσκεται στα μισά της τρίτης σεζόν και θα πάμε ένα βήμα πιο πέρα και θα πούμε πως είναι ένα από τα κορυφαία σύγχρονα dramas, αν όχι το καλύτερο που παίζεται αυτή τη στιγμή.

Η σχέση του Τζο ΜακΜίλαν (δεξιά) με τον ταλαντούχο προγραμματιστή Ράιαν ξεχωρίζει στην τρίτη σεζόν.

Για όσους δε γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, η πλοκή μας πηγαίνει πίσω στα μέσα των 80s και την επανάσταση των υπολογιστών και του ίντερνετ. Οι πρώτες δύο σεζόν τοποθετούνται στο Ντάλας του Τέξας και αφού κάπου εκεί ολοκληρώθηκε ένας κύκλος, για την τρίτη σεζόν μεταφερόμαστε στο Σαν Φρανσίσκο και την περίφημη Silicon Valley. Και αν παρακολουθήσατε τη σειρά στην αρχή και δεν ενθουσιαστήκατε, εμείς θα σας ενθαρρύνουμε να την ξαναπιάσετε γιατί πια –διαθέτοντας και άλλους showrunners- είναι πολύ διαφορετική και έχει επανεφεύρει τον εαυτό της. Σίγουρα δηλαδή θα υπάρχουν και πολλές ορολογίες γύρω από προγραμματισμό που μπορεί να μην καταλαβαίνετε, αλλά η ανάπτυξη των χαρακτήρων και η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ τους αξίζει πολλά βραβεία.

Κομβικός παράγοντας στην ποιοτική άνοδο της σειράς είναι η αναβάθμιση του χαρακτήρα της Ντόνα. Την Ντόνα Κλαρκ τη γνωρίσαμε απλά ως τη σύζυγο του Γκόρντον Κλαρκ, ενός μηχανικού υπολογιστών που είχε παρατήσει το όνειρό του, μέχρι που οι συνθήκες ήρθαν έτσι και του δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Μέχρι τα μισά της δεύτερης σεζόν ο Γκόρντον βρισκόταν στο προσκήνιο μαζί με τον Τζο ΜακΜίλαν, μια χαρισματική, μυστήρια και αυτοκαταστροφική φιγούρα στα πρότυπα του Ντον Ντρέιπερ, ενώ η μόνη σημαντική γυναίκα ήταν η Κάμερον, μια νεαρή αυθάδης όσο και ταλαντούχα προγραμματίστρια με επαναστατική φύση, η οποία αποτέλεσε τον ξεκάθαρο MVP της πρώτης σεζόν.

Ο Γκόρντον παραμένει ένα βαρόμετρο για πολλές σημαντικές εξελίξεις στη σειρά.

Στην τρίτη σεζόν η Ντόνα είναι ουσιαστικά αυτή που «τρέχει» την Mutiny, την εταιρεία δηλαδή που δημιούργησε μόνη της η Κάμερον. Σχηματίζει ένα τρομερό δίδυμο μαζί της, με τις διαμάχες για τον τρόπο διαχείρισης φυσικά να μη λείπουν, η σχέση τους πάντως είναι μια από τις πιο πολύπλοκες που έχουμε δει σε σειρά της αμερικανικής τηλεόρασης. Και οι Κέρι Μπισέ και Μακένζι Ντέιβις είναι δύο εξαιρετικές ηθοποιοί που βρίσκονται στον κατάλληλο ρόλο και κάνουν τα πάντα να λειτουργούν.

Αν και η σειρά μας άρεσε ήδη από την πρώτη της σεζόν, η αλήθεια είναι πως τότε αντιμετώπιζε κάπως επιδερμικά τη μελαγχολία του Τζο ΜακΜίλαν και την επαναστατικότητα της Κάμερον, με τον Γκόρντον να βρίσκεται κάπου ανάμεσά τους. Η σειρά ήταν cool (και η εξαιρετική της μουσική επένδυση βοηθούσε σε αυτό), δε θα τη συμπεριελάμβανες πάντως σε μια λίστα με τις καλύτερες.

Ντόνα και Κάμερον ή αλλιώς ό,τι καλύτερο έχει κάνει ποτέ η σειρά.

Από τότε όμως έχουν αλλάξει όλα. Έχουμε να κάνουμε με μια νέα σειρά που σε αυτή τη φάση της είναι για τα 80s ακριβώς ό,τι ήταν το «Mad Men» για τα 60s. Τότε το αμερικανικό όνειρο εκφραζόταν μέσω της διαφήμισης και τη δεκαετία του 1980 επανήλθε μέσα από την επανάσταση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ο Τζο ΜακΜίλαν είναι ένα σύμβολο αυτής της εποχής και είναι ευχάριστο που στην σε αυτό το σημείο της σειράς μπορούμε να πούμε πως τον καταλαβαίνουμε. Το «Halt and Catch Fire» στηρίχθηκε πάνω στις δεύτερες και τρίτες ευκαιρίες των πρωταγωνιστών του, οι οποίοι καταστρέφονται και ξεκινούν από την αρχή, ο ίδιος όμως δεν πιστεύει πως διαθέτει κι άλλη ευκαιρία μέσα του κι έτσι έχει πάρει πολύ σοβαρά το νέο και σημαντικότερο ως τώρα προσωπικό του πρότζεκτ. Το πέμπτο και το έκτο επεισόδιο της τρίτης σεζόν είναι από τα καλύτερα του ΜακΜίλαν στη σειρά και αυτό γιατί βγάζει για λίγο το προσωπείο που έχει μπροστά στους άλλους και βλέπουμε καλύτερα ποιος πραγματικά είναι. Όσον αφορά τον Λι Πέις, η ερμηνεία του την τρέχουσα σεζόν είναι ίσως ό,τι καλύτερο έχει κάνει στην καριέρα του και σίγουρα αξίζει μια υποψηφιότητα για Emmy του χρόνου.

Ο Λι Πέις είναι φανταστικός στο ρόλο του Τζο ΜακΜίλαν, ενός Ντον Ντρέιπερ των 80s.

Η ασθένεια του Γκόρντον έχει προσφέρει επίσης μια τελεολογική πτυχή στις πράξεις του, προσπαθώντας να κάνει ό,τι μπορεί για να ξεχαστεί από αυτήν (ο Σκουτ ΜακΝέρι που τον υποδύεται συνεχίζει κατά τα άλλα να είναι καλός σε ό,τι κάνει), ενώ η Κάμερον δεν είναι η υπερηρωίδα που γνωρίσαμε στην αρχή και έχει σημαντικά προβλήματα να αντιμετωπίσει ερχόμενη σε μετωπική σύγκρουση με την πραγματικότητα. Πολύ σημαντική είναι και η προσθήκη της Άναμπελ Γκις στο ρόλο της Νταϊάν, η οποία βοηθά οικονομικάτην Mutiny να πετύχει τη διάδραση μεταξύ των χρηστών στην πλατφόρμα της που έθεσε ως στόχο. Είναι μια Τρίτη δυναμική γυναίκα που έρχεται στο προσκήνιο της σειράς και είναι επίσης και πολύ καλή ηθοποιός. Ο Τζον Μπόσγουορθ έχει γίνει ο Ρότζερ Στέρλινγκ της σειράς, εμπνέοντας σεβασμό αν και πια εκπροσωπεί κάτι παλιό στο χώρο του και έχει έτσι απελευθερωθεί.

Η μουσική ήταν πάντα το μεγαλύτερο προσόν του «Halt and Catch Fire» και με το τοπίο να έχει μεταφερθεί στην Καλιφόρνια, έχει περισσότερες δυνατότητες και λειτουργεί ακόμη καλύτερα. Ο συνδυασμός του punk με τα ατμοσφαιρικά synths της εποχής είναι ονειρικός και ανεβάζει πάρα πολύ συγκεκριμένες σκηνές, βοηθώντας μας να ανακαλύψουμε κάποια εξαιρετικά τραγούδια. Η μουσική της σειράς εντάσσεται στα πλαίσια της σπουδής μιας ολόκληρης εποχής και τονίζει υπέροχα την 80s νοσταλγία που φιλοδοξεί να δημιουργήσει.

Η προσθήκη της Άναμπελ Γκις ήταν κίνηση ματ για την αναβάθμιση της σειράς.

Είναι πραγματικά ευχής έργον το ότι αυτή η σειρά έφτασε ως εδώ, ενώ ειδικά μετά τη δεύτερη σεζόν οι πιθανότητες δεν έδειχναν υπέρ της και οι πιθανότητες ακύρωσης ήταν πολύ μεγάλες. Παρόλα αυτά το «Halt and Catch Fire» επέζησε και εξελίχθηκε στην καλύτερη σειρά που παίζεται αυτή την εποχή στην τηλεόραση. Όσοι την παρακολουθούν ξέρουν ξέρουν τι λέμε και θα συμφωνούν μαζί μας και όλοι οι υπόλοιποι μπορείτε να κάνετε ένα δώρο στον εαυτό σας και να την ξεκινήσετε τώρα.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]