Το «Luke Cage» δεν είναι μια τέλεια σειρά, είναι όμως μια που χρειαζόμασταν

luke-cage
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 07 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016

Η νέα υπερηρωική σειρά του Netflix διεισδύει στη σύγχρονη μαύρη κουλτούρα

Οι σούπερ ήρωες δε λένε να φύγουν από τη μέση. Ίσα-ίσα που το είδος εξαπλώνεται ολοένα και περισσότερο σε σινεμά και τηλεόραση και το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να μη μείνει σε αυτή την επιτυχία και σταματήσει να ενδιαφέρεται για το περιεχόμενο. Η άποψή μας είναι πως ό,τι πιο ενδιαφέρον έχουμε δει τα τελευταία χρόνια από σούπερ ήρωες βρίσκεται στη συνεργασία της Marvel με το Netflix. Πρώτα ήρθε το «Daredevil», μετά το «Jessica Jones» και τώρα σειρά έχει το «Luke Cage».

Τον Luke Cage τον γνωρίζετε ήδη από το πέρασμά του στο «Jessica Jones». Είναι ένας αφροαμερικανός πρώην κατάδικος ο οποίος μετά από ένα αποτυχημένο πείραμα αποκτά υπερφυσική δύναμη και άτρωτο δέρμα που δεν μπορεί να το διαπεράσει καμία σφαίρα. Ζει στο Χάρλεμ μια ήσυχη ζωή σε ένα μπαρμπέρικο, μέχρι που το έγκλημα που έχει κυριαρχήσει στην περιοχή φτάνει στο δρόμο του με τον πιο άσχημο τρόπο. Τότε αναλαμβάνει δράση και προσπαθεί να καθαρίσει τους δρόμους της γειτονιάς του από το έγκλημα, βάζοντάς τα με επικίνδυνους γκάνγκστερ που έχουν αστυνομικούς να δουλεύουν για αυτούς. Και το ζητούμενο είναι αν οι υπερδυνάμεις του αρκούν για να τα βάλει μόνος του με ένα ολόκληρο σύστημα.

Αυτό πρέπει να πόνεσε.

Στο ρόλο του Luke Cage συναντάμε τον Μάικ Κόλτερ, τον οποίο ίσως θυμάστε ως Λέμοντ Μπίσοπ στο «The Good Wife». Είναι πολύ ταιριαστός σε αυτό που θέλει η σειρά, φέρνοντας ένα φυσικό δυναμισμό στο ρόλο σε συνδυασμό με την εσωτερική σύγκρουση που βιώνει για το παρελθόν του και αν θέλει όντως να γίνει σούπερ ήρωας. Σε σχέση με τις υπόλοιπες σειρές της Marvel στο Netflix είναι ωστόσο η λιγότερο προσωποκεντρική, υπό την έννοια ότι ο χαρακτήρας του Luke Cage είναι μια ευκαιρία να βγει μπροστά το Χάρλεμ και η μαύρη κουλτούρα του.

Ο villain της σεζόν είναι ο Cottonmouth, ένας γκάνγκστερ του Χάρλεμ που χτίστηκε στα πρότυπα του «Νονού». Μπορεί να μη διαθέτει κάποια υπερδύναμη, αλλά διαθέτει σημαντική επιρροή και έχει στη διάθεσή του αρκετό ανθρώπινο δυναμικό για να είναι φόβος και τρόμος. Είναι ένας χαρακτήρας που χτίζεται πάρα πολύ καλά, σαν τον Kingpin του «Daredevil» και τον Kilgrave του «Jessica Jones». Δεν είναι απλά ένας χάρτινος καρτουνίστικος κακός που θέλει να σκοτώνει γιατί έτσι γουστάρει. Ειδικά στο συγκλονιστικό έβδομο επεισόδιο της σεζόν καταλαβαίνουμε κάπως καλύτερα την πορεία του. Λειτουργεί περισσότερο σαν αντιήρωας που εξελίσσεται δίπλα στον πρωταγωνιστή και αυτό βοηθάει και την ίδια τη σειρά ως εκείνο το σημείο. Τον Cottonmouth υποδύεται ο Μαχερσάλα Αλί, δηλαδή ο Ρεμί από το «House of Cards» και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι εδώ δίνει την καλύτερη ερμηνεία του.

Ο Cottonmouth με την κορώνα του Notorious B.I.G. είναι σκέτη ποίηση.

Δημιουργός του «Luke Cage» είναι ο Τσέο Χοντάρι Κόκερ, ο άνθρωπος πίσω από το «Notorious», την ταινία για τη ζωή του θρυλικού Notorious B.I.G. Γίνεται έτσι κατανοητή και η παρουσία ενός τεράστιου πόστερ του ράπερ στο γραφείο του Cottonmouth. Ο Κόκερ έχει υπάρξει μουσικός δημοσιογράφος και αυτό βοηθάει τη σειρά, αφού οι μουσικές επιλογές είναι πραγματικά μία και μία και από όλο το φάσμα της μαύρης μουσικής παράδοσης. Και αυτό είναι το στοιχείο που κάνει τη σειρά να ξεχωρίζει. Αρκεί να αναφέρουμε ότι όλοι οι τίτλοι των επεισοδίων είναι παρμένοι από τραγούδια του hip hop συγκροτήματος των Gang Starr. Δεν είναι απλά μια παραγωγή με μαύρους συντελεστές και ηθοποιούς που τυχαίνει να τοποθετείται στο Χάρλεμ. Αξιοποιεί αυτή τη διαφορετικότητα και κατανοεί τόσο καλά την μαύρη κουλτούρα ώστε να την αναδεικνύει εκ των έσω. Ακόμη και οι απλές καθημερινές κουβέντες γύρω από το NBA και το μπέιζμπολ μοιάζουν τόσο φυσικές σαν να μπορούσες να τις κρυφακούσεις σε κάποια γωνιά του Χάρλεμ. Η απουσία λευκών ηθοποιών που ακατανόητα ενόχλησε κάποιους είναι ο λόγος που η συγκεκριμένη σειρά καταφέρνει να ξεχωρίσει.

Στο καστ συναντάμε την Ροζάριο Ντόσον η οποία πλέον έχει γίνει η σταθερά που ενώνει τις σειρές της Marvel στο Netflix, ερμηνεύοντας ξανά το ρόλο της νοσοκόμας Κλερ Τεμπλ. Τη σειρά ανεβάζει επίπεδο και η βραβευμένη με τέσσερα Emmy και μια Χρυσή Σφαίρα Άλφρι Γούνταρντ που εδώ τη συναντάμε ως πολιτικό του Χάρλεμ και ξαδέρφη του Cottonmouth που αποκτά κομβικόρόλο μέσα στη σεζόν. Η ίδια δήλωσε πως δέχτηκε την πρόταση να συμμετάσχει επειδή το σενάριο αναδείκνυε την περιοχή του Χάρλεμ και την κουλτούρα του και αυτό ήταν που την ενδιέφερε περισσότερο.

Αφού η Ροζάριο Ντόσον πέρασε από όλες τις σειρές της Marvel στο Netflix φαίνεται πως βρήκε το σπίτι της στο «Luke Cage».

Ο Luke Cage είναι περισσότερο ένας σούπερ ήρωας της γειτονιάς, μακριά από τη λάμψη των Εκδικητών. Γίνονται αναφορές σε γεγονότα από τις ταινίες της Marvel και γίνεται κατανοητό πώς ο κόσμος έχει αλλάξει με την παρουσία τόσων ηρώων με υπερδυνάμεις και ότι αυτές οι αλλαγές δε φέρνουν πάντα αίσθημα ασφάλειας αλλά μπορεί να σπείρουν και το φόβο. Όσον αφορά την πλοκή, ας πούμε πως τα 13 επεισόδια είναι πολλά για να διηγηθούν αυτή την ιστορία που θα μπορούσε να ολοκληρωθεί στη μισή διάρκεια. Η πλοκή είναι το αδύναμο σημείο και αυτό γιατί δε σε κρατάει καθηλωμένο με αγωνία για το τι θα δεις στη συνέχεια και εύκολα κάποιος που θα βαρεθεί θα παρατήσει τη σειρά.

Αφήνοντας πάντως στην άκρη την πλοκή, έχουμε να κάνουμε με μια σπάνια περίπτωση υπερηρωικού προϊόντος που εξερευνά τη μαύρη κουλτούρα με διεισδυτική ματιά. Είναι η πιο γήινη παραγωγή της Marvel από τη στιγμή που ξεκίνησε αυτό το ταξίδι με τον πρώτο κινηματογραφικό «Iron Man» και πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι ότι αυτή η σειρά υπάρχει εκεί έξω και μάλιστα να συζητείται στο χώρο του mainstream. Σχεδόν κανείς δε γνώριζε τον Luke Cage και τώρα βρίσκεται πρωταγωνιστής στη δικιά του παραγωγή. Όταν λοιπόν αυτή καταφέρνει να πρωτοτυπήσει και με τρόπους που δεν έχουμε ξαναδεί στο είδος, θα ήταν λάθος να γκρινιάξουμε. Μας αρέσει αυτή η υπερηρωική παροικία που σχηματίζεται στο Netflix και ελπίζουμε να συνεχιστεί στα ίδια επίπεδα.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]