Τελικά άξιζε το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» τον Χρυσό Φοίνικα;

i-daniel-blake-daniel-blake
ΠΕΜΠΤΗ, 27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016

Η άποψή μας για την νέα ταινία του Κεν Λόουτς που βραβεύθυηκε με τον φετινό Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.

Το φετινό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών ήταν από τα πιο ενδιαφέροντα των τελευταίων ετών και συζητήθηκε πάρα πολύ. Μια από τις εστίες που δημιούργησαν μεγάλη κουβέντα ήταν η απονομή του Χρυσού Φοίνικα στο «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» του Κεν Λόουτς. Ειδικότερα σε μια χρονιά που υπήρχαν ταινίες όπως το «Toni Erdmann» της Μάρεν Άντε, για πολλούς το φιλμ της δεκαετίας (και εμείς μαζί με αυτούς), μοιάζει κάπως «εύκολη» η βράβευση του προβλέψιμου κοινωνικού σινεμά του 80χρονου Βρετανού δημιουργού, ειδικά από τη στιγμή που επικεφαλής της κριτικής επιτροπής ήταν ο ανατρεπτικός Τζορτζ Μίλερ των ταινιών «Mad Max». Καθώς όμως μιλάμε για Χρυσό Φοίνικα και παρά τις αρχικές μας ενστάσεις, περιμέναμε με περιέργεια να δούμε μήπως αυτή τη φορά ο Λόουτς έχει ετοιμάσει κάτι ξεχωριστό.

Αυτό που γίνεται από την αρχή εμφανές στο «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» είναι ότι ο Λόουτς είναι αληθινά εκνευρισμένος με την κρατική αναλγησία απέναντι στα προβλήματα της εργατικής τάξης. Ο Ντάνιελ Μπλέικ (Ντέιβ Τζονς) είναι ένας εξηντάρης ξυλουργός από το Νιούκασλ που δουλεύει για όλη την ενήλικη ζωή του μέχρι που παθαίνει ένα οξύ καρδιακό επεισόδιο εν ώρα εργασίας και έτσι δεν μπορεί να συνεχίσει. Θα αναζητήσει λοιπόν ένα επίδομα αναπηρίας, αλλά η γραφειοκρατία, η ανικανότητα και η αδιαφορία θα του κάνουν τη ζωή δύσκολη προσπαθώντας να τον αναγκάσουν να σταματήσει τον αγώνα του. Σε αυτή του την προσπάθεια θα συναντήσει μια ανύπαντρη νεαρή μητέρα δύο παιδιών (Χέιλι Σκουάιρς) που βρίσκεται στην ίδια κατάσταση και προσπαθεί να τα βγάλει πέρα καθημερινά και να ξεφύγει από την εξαθλίωση. Οι δύο τους θα δημιουργήσουν μια απρόσμενη φιλία, βοηθώντας ο ένας τον άλλον στις δύσκολες αυτές στιγμές.

Η ιστορία ξετυλίγεται μέσα από καθημερινές δραστηριότητες ρουτίνας στις οποίες επιδίδεται ο Ντάνιελ Μπλέικ και κάνουν το κυνήγι του επιδόματος να φαίνεται με οδύσσεια. Είναι ένας απλός νομοταγής πολίτης που το μόνο που ξέρει είναι να επισκευάζει πράγματα και δεν έχει ιδέα ούτε από υπολογιστές ούτε από τις πρακτικές γραφειοκρατίας του κράτους. Είναι όμως τίμιος και έχει αξιοπρέπεια την οποία δε θα επιτρέψει να του την πάρουν μακριά. Σε αυτό το στάδιο η ταινία σε βοηθάει να ταυτιστείς με τον ήρωα που τα βάζει με τους μηχανισμούς ενός αδηφάγου κράτους που δεν νοιάζεται για τους πολίτες του. Ήδη από την αξιομνημόνευτη εναρκτήρια σκηνή γίνεται εμφανές το μαύρο βιτριολικό χιούμορ του φιλμ που σε κάνει να εξοργιστείς με την κοινωνική αδικία. Αρκεί όμως αυτό για να κάνει μια καλή ταινία;

Πάει καιρός από την τελευταία φορά που είδαμε τον Λόουτς τόσο εξοργισμένο. Πάντα το σινεμά του ήταν βαθύτατα κοινωνικό και ανέκαθεν εστίαζε σε ανθρώπους φτωχών τάξεων που τιμωρούνται από το κράτος για αυτή τους τη θέση στην κοινωνία. Στο «Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ» δε βλέπει κάποια χαραμάδα ελπίδας και θεωρεί μοναδικό μέσο έκφρασης τη διαμαρτυρία μέσα από το σινεμά. Έφτιαξε λοιπόν ένα σκληρό φιλμ, χωρίς ιδιαίτερες ανατροπές και με αναμενόμενη πορεία των πραγμάτων προς το χειρότερο και στο τέλος νιώθεις εντελώς κενός, με την ψυχολογία σου να βρίσκεται στο ναδίρ. Και το ερώτημα που τίθεται είναι αν άξιζε ό,τι προηγήθηκε.

Μέσα στην οργή του, ο Λόουτς καταφέρνει να δημιουργήσει κάποιες πραγματικές δυνατές σκηνές σκληρού δράματος, οι οποίες όμως σε κατευθύνουν για το τι πρέπει να νιώσεις. Και το ίδιο ισχύει για ολόκληρη την ταινία. Είναι ένα μανιφέστο για μια Βρετανία που οδηγείται προς την απομόνωση μέσω του Brexit, έχοντας παράλληλα χάσει την επαφή με τους απλούς πολίτες. Μοιάζει λίγο με επεισόδιο του «Black Mirror» όλο αυτό, με τη διαφορά ότι δυστυχώς ο Ντάνιελ Μπλέικ θα μπορούσε να είναι ο άνθρωπος της διπλανής μας πόρτας και σίγουρα όλοι ξέρουμε πλέον τέτοιες ιστορίες και στη χώρα μας. Υπό αυτή την έννοια, είναι σημαντικό ότι η συγκεκριμένη ταινία βραβεύθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα και ελπίζουμε να αποδειχθεί ότι το σινεμά μπορεί να βοηθήσει τον κόσμο να γίνει λίγο καλύτερος. Και ο κωμικός Ντέιβ Τζονς βγάζει μια γήινη ανθρωπιά στο ρόλο του Μπλέικ που είναι ό,τι χρειάζεται το φιλμ για να μην είναι ψυχρό και απόμακρο.

Η ταινία του Λόουτς είναι μια νιχιλιστική απεικόνιση της στιγμής, εκτιμούμε τις προθέσεις της και είναι σημαντικό ότι υπάρχει εκεί έξω και ότι θα τη δει κόσμος. Ταυτόχρονα όμως είναι και μια ταινία που σε κατευθύνει για το τι, πότε και πώς πρέπει να νιώσεις και δε σου αφήνει ιδιαίτερη ελευθερία σε αυτό το κομμάτι. Υπάρχουν τα υλικά για μια καλύτερη ταινία, αλλά αλλοιώνονται για χάρη του κοινωνικά στρατευμένου σινεμά. Πιθανότατα δε θα μνημονεύουμε το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» μετά από χρόνια, σε αντίθεση για παράδειγμα με το «Toni Erdmann» που αναφέραμε παραπάνω. Κατανοούμε δηλαδή την επιλογή της κριτικής επιτροπής των Καννών, αν και διαφωνούμε μαζί της, γιατί το σινεμά πρέπει πάντα εκτός από το τώρα να κοιτάζει και το μέλλον. Επειδή όμως δε μας αρέσει να βάζουμε ταινίες μέσα σε κουτάκια και να τις συγκρίνουμε σε τέτοια βάση, το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» είναι μια ταινία που αξίζει να δείτε προς ευαισθητοποίησή σας σε βασικά κοινωνικά ζητήματα και να είστε προετοιμασμένοι ότι αν πάτε σινεμά για να ξεφύγετε από την σκληρή καθημερινότητα, ο Λόουτς θα σας την υπενθυμίσει επιτακτικά.

Η ταινία «Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ» θα κυκλοφορήσει στις 3 Νοεμβρίου από την Feelgood Entertainment.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΣ / [email protected]