Οι Slowdive αυτό το Σάββατο στο Fuzz

slowdive
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 08 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2017

Η μπάντα από το Reading θα βρίσκεται το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου στο Fuzz Live Music Club για το πρώτο μεγάλο headline show στη χώρα μας, μετά τη εμφάνισή τους στο Release Athens 2016.

Η ημέρα για το μεγάλο live των Slowdive στο Fuzz Live Music Club πλησιάζει! Η σπουδαία Βρετανική shoegaze/indie rock μπάντα επιστρέφει στην Αθήνα για ένα μοναδικό show, έχοντας στις αποσκευές της ένα από τα καλύτερα albums του 2017, το ομώνυμο «Slowdive», για να αποδείξει και επί σκηνής πως η επανασύνδεσή τους ήταν ένα από τα πλέον χαρμόσυνα και ουσιαστικά πράγματα που συνέβησαν στην παγκόσμια μουσική σκηνή τα τελευταία χρόνια!

Τη συναυλία θα ανοίξουν οι εξαιρετικοί Afformance, εν αναμονή της ταυτόχρονης κυκλοφορίας των δύο (!) νέων albums τους, «Pop Nihilism» και «Music For Imaginary Film #1», που θα κυκλοφορήσουν στις 20/10 από την United We Fly.

Εισιτήρια:
Η προπώληση των εισιτηρίων συνεχίζεται, προς 30 ευρώ (μονό) και 55 ευρώ (διπλό). Στο ταμείο, η τιμή θα είναι 33 ευρώ
Το ταμείο θα ανοίξει στις 20:00
Διάθεση: τηλεφωνικά στο 11 876, στα Reload, Seven Spots, Media Markt, Ευριπίδης, athinorama.gr, στο viva.gr και στο http://www.fuzzclub.gr/event/slowdive/

Ώρες εμφάνισης:
20.00 / doors open
21.25 / Afformance
22.30 / Slowdive

Λίγα λόγια για τους Slowdive
Οι Neil Halstead (φωνητικά, κιθάρα, πλήκτρα), Rachel Goswell (φωνητικά, κιθάρα), Nick Chaplin (μπάσο), Christian Savill (κιθάρα), Simon Scott (drums) συνεχίζουν την ιστορία της μπάντας, πραγματοποιώντας μία εντυπωσιακή και θριαμβευτική επιστροφή, προϊόν της οποίας είναι το 4ο album τους (22 χρόνια μετά το προηγούμενο), με τίτλο το όνομά τους. Το «Slowdive» κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2017, για λογαριασμό της Dead Oceans, και ήδη βάζει υποψηφιότητα για ένα από τα καλύτερα albums της χρονιάς, με βάση την υποδοχή που είχε από κοινό και κριτικούς.

Τα ποιοτικά τους standards ήταν δεδομένα από την αρχή της πορείας τους - με τα εξαιρετικά «Just For A Day» (1991), «Souvlaki» (1993), «Pygmalion» (1995) - αλλά παραμένει ασυνήθιστο για ένα συγκρότημα που επανασυνδέεται μετά από μεγάλο διάστημα το να παρουσιάζει μία τόσο καλή δουλειά. Φαίνεται πως η επιστροφή των Slowdive είναι ουσιαστική και σίγουρα θα έχει συνέχεια.

Ο αργός και ζαλιστικός ήχος τους σε παρασύρει σε μια δίνη από κιθάρες, με «κρυμμένες» μελωδίες που ανακαλύπτεις σε κάθε ακρόαση. Στέκουν ισάξια δίπλα στους Ride, My Bloody Valentine, The Verve, Cocteau Twins και The Jesus and Mary Chain στο shoegaze – ή dreampop, αν προτιμάτε – ρεύμα, που επικράτησε στα τέλη των 80’s και μέχρι τα μέσα των 90’s. Αυτό που αποκαλείται συχνά «The Scene That Celebrates Itself», καθώς οι μουσικοί των shoegaze συγκροτημάτων της εποχής δεν ήταν ουδέποτε ανταγωνιστικοί μεταξύ τους.

Σχηματίστηκαν στο Reading το 1989 από την, 18χρονη τότε, Rachel Goswell και τον 19χρονο Neil Halstead. Η πρώτη πρότεινε το όνομα από το αγαπημένο της τραγούδι των Siouxsie and the Banshees. Ο δεύτερος εξελίχθηκε στον βασικό συνθέτη της μπάντας και έναν από τους κορυφαίους Βρετανούς συνθέτες της τελευταίας 25ετίας. Μαζί με την Goswell και τον Ian Mc Cutcheon, μετά το τέλος των Slowdive, δημιούργησε τους εξαιρετικούς Mojave 3.

Tα πρώτα singles και EPs, με τις διθυραμβικές κριτικές, τους οδήγησαν σε ένα πολύ γρήγορο συμβόλαιο με την Creation Records του Alan Mc Gee. Το πρώτο, από τα μόλις τρία albums τους, ήταν το «Just for a Day», τον Σεπτέμβρη του 1991. Γραμμένο σε ενάμιση μόλις μήνα, με την μπάντα να βρίσκεται σε έντονα πειραματική διάθεση. Οι Slowdive είχαν ήδη μια γερή βάση οπαδών σε Βρετανία και ΗΠΑ, ωστόσο, ο μουσικός Τύπος είχε αλλάξει στάση και γινόταν αδικαιολόγητα εχθρικός, καθώς brit-pop και grunge (και τα πολλά λεφτά) έρχονταν να σαρώσουν τα πάντα.

Η Creation τους ζήτησε έναν εμπορικό δεύτερο δίσκο. Ο Halstead αποσύρθηκε σε ένα σπίτι στην Ουαλία, ενώ είχαν ξεκινήσει να ηχογραφούν, αλλά ο McGee είχε απορρίψει το υλικό. Το ιστορικό πλέον «Souvlaki» κυκλοφόρησε το Μάιο του 1993. Για όσους αναρωτιέστε, ο τίτλος προήλθε από ένα σκετσάκι των Jerky Boys, μιας cult κωμικής δυάδας από τη Νέα Υόρκη με ιστορικές τηλεφωνικές φάρσες.

Οι Slowdive ζήτησαν τη βοήθεια του μέγιστου Brian Eno στην παραγωγή. Εκείνος, συνεργάστηκε μαζί τους στη σύνθεση του «Sing» και στο «Here She Comes» παίζοντας keyboards. Σήμερα, το «Souvlaki» συγκαταλέγεται στις μεγάλες στιγμές της δεκαετίας του ’90, εξασφαλίζοντας στην μπάντα συνεχείς πετυχημένες εμφανίσεις σε μεγάλα festival και συναυλίες.

Ο δίσκος δεν πούλησε (ξανά) αρκετά. «Δεν ασχολούμασταν με τις πωλήσεις, μέχρι που η Creation έπαθε παράκρουση με αυτές. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι που λατρεύαμε Nirvana και Soundgarden, ενώ όταν  γνωρίσαμε τους Smashing Pumpkins στο Chicago, ο Corgan μας εξομολογήθηκε πως τον είχαμε επηρεάσει», είναι τα λόγια των μελών των Slowdive.

O τελευταίος δίσκος τους πριν την επανένωση, «Pygmalion», βγήκε τον Φεβρουάριο του 1995. Λιγότερες κιθάρες και περισσότερο ambient/electronic στοιχεία, το ίδιο πανέμορφος με τους άλλους δύο. Πλέον, όμως, οι σχέσεις μέσα στο συγκρότημα δεν ήταν οι καλύτερες, όπως και εκείνες με τη δισκογραφική τους. Το τέλος ήταν αναπόφευκτο.

Facebook Page / panos.chountalas

Τον Ιανουάριο του 2014 ήρθαν τα χαρμόσυνα νέα για τους απανταχού fans της shoegaze / dreampop σκηνής. Οι Slowdive αποφάσισαν να βρεθούν πάλι όλοι μαζί, ξεκινώντας εμφανίσεις σε μεγάλα φεστιβάλ. Τον Ιούνιο του 2016 εμφανίστηκαν στο Release Athens (παρέα με την PJ Harvey και τους Brian Jonestown Massacre -διαβάστε εδώ την κριτική μας για το περσινό live) και τον Ιανουάριο του 2017 παρουσίασαν το πρώτο single τους μετά από 22 ολόκληρα χρόνια, το υπέροχο και ασυνήθιστα ρυθμικό «Star Roving». Τον Μάρτιο ανακοίνωσαν την κυκλοφορία του 4ου album της καριέρας τους, το οποίο σηματοδοτεί πλέον την οριστική επιστροφή τους, με τη συνοδεία ενός ακόμα single, του ονειρικού «Sugar For The Pill».

To «Slowdive» κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2017 στην Dead Oceans, γνωρίζοντας την αποθέωση από τους κριτικούς και το κοινό. Ήδη θεωρείται ως ένα από τα albums που θα βρεθούν στην κορυφή της λίστας με τα καλύτερα στο τέλος της χρονιάς.

Oι Slowdive πλέον έχουν επιστρέψει για τα καλά, κοντά 20 χρόνια μετά. Μπορούν να συστήσουν εκ νέου τον ονειρικό κόσμο τους σε πολύ περισσότερο κοινό και, κυρίως, στις νεώτερες γενιές.