Μιλήσαμε με τον Μίλτο Πασχαλίδη για την αγάπη, τον έρωτα, την κρίση και την ξενιτιά

miltos-22
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 01 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016

Ο συνθέτης, στιχουργός, μουσικός, ερμηνευτής και συγγραφέας, Μίλτος Πασχαλίδης μιλά στο click@life για την αγάπη και τον έρωτα, την κρίση και την ξενιτιά.

φωτογραφίες: Yiannis Margetousakis

Λίγο πριν μας διηγηθεί γι' ακόμα μία φορά από τον "Σταυρό του Νότου" την 20ετή του περιπέτεια στο τραγούδι, μέσα από τους σημαντικότερους σταθμούς της, αλλά και λίγα 24ωρα πριν το αφιέρωμα στον Μάριο Τόκα, όπου συμμετέχει, ο Μίλτος Πασχαλίδης ξεδιπλώνει σκέψεις και βιώματά του στο click@life.

Πες μας μια ανάμνηση που μαρτυρά την έλξη σου από τη μουσική.

Ο «Τσοπανάκος», το σήμα της ΕΡΤ, η φλογέρα αυτή. Τότε ήμουν 4-5 χρονών. Είπα στη μητέρα μου λοιπόν τότε να μου αγοράσει μια φλογέρα κι εκείνη θεώρησε πως «το παιδί είναι βλαμμένο» κι έτσι μου πήρε μια κιθάρα. Με τα γνωστά ατυχή αποτελέσματα, τελικά έμαθα. Έχω πτυχίο κλασικής μουσικής, αλλά η πρώτη μου αίσθηση ήταν αυτή γιατί αυτό είδα. Σαν παιδάκι το έβλεπα σαν παιχνίδι. Αλλά επειδή στην Ελλάδα η «μαμά» είναι επάγγελμα, όχι ιδιότητα, θεώρησε σωστό να μου πάρει κιθάρα.

Στην πορεία σου καταπιάστηκες ποτέ με τη φλογέρα;

Όχι. Λατρεύω τα πνευστά γι’ αυτό και τα χρησιμοποιώ κατά κόρον στις ενορχηστρώσεις μου, αλλά δεν παίζω.

Τι σε εκφράζει περισσότερο; Η σύνθεση, η στιχουργία ή η ερμηνεία;

Όλα, απλώς κατά καιρούς για υποσυνείδητους ή ασυνείδητους λόγους, κάποιο μέσα μου παίρνει ένα μικρό προβάδισμα, ανά εποχή. Όλα όμως τα αγαπώ το ίδιο. Άλλοτε δηλαδή με πιάνει ο διάολος να γράψω ιστορίες και να κάνω κείμενα – στίχους, άλλοτε να μελοποιήσω, άλλοτε θέλω απλά να τραγουδάω. Και τα τρία όμως κατοικούν εντός μου και με εκφράζουν εξίσου.

Πηγές έμπνευσης όταν γράφεις μουσική ή στίχους;

Η έμπνευση είναι ένα βαθιά υπερτιμημένο πράγμα. Δεν με απασχολεί. Πολλά από αυτά που γράφω είναι βιωματικά, αλλά δεν χρειάζομαι έμπνευση για να γράψω. Χρειάζομαι σκληρή εργασία. Ιδέες έχω δέκα την ημέρα. Αλλά δεν γράφω προφανώς 10 τραγούδια την ημέρα. Χρειάζεται κόπος, σκληρή εργασία, αναμέτρηση με το λευκό χαρτί. Αυτά με φοβίζουν. Έμπνευση έχω. Δεν είναι κάτι που περπατάς στο δρόμο και...σου έρχεται μια κεραμύδα στο κεφάλι.

Ασχολείσαι και με τη συγγραφή. Πώς προέκυψε αυτή σου η ενασχόληση;

Μου περίσσευαν λέξεις από τους στίχους. Μου έτρεχαν από τα μπατζάκια. Και κάποια στιγμή αποφάσισα να πάρω μια σκούπα και να τις μαζέψω. Να τις κάνω ιστορίες. Γιατί υπάρχουν ιστορίες, που δεν μπορείς να τις αφηγηθείς μέσα σε 3-4 λεπτά που διαρκεί ένα τραγούδι. Υπήρχαν μέσα μου λοιπόν με κάποιο τρόπο και ήθελα να βγουν. Δεν αισθάνομαι συγγραφέας. Γενικά μ’ αρέσει η τέχνη της αφήγησης σε όλα τα επίπεδα. Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ, είτε είναι στιχουργία, είτε είναι δοκίμιο, είτε είναι μικρά κείμενα, είτε χρονογραφήματα, είτε μυθιστορήματα ή διηγήματα.

Αν γύριζες το χρόνο πίσω, θα άλλαζες κάτι;

Γενικά, ναι, θα άλλαζα. Έχω κάνει κι εγώ μ....ίες, αν μπορούσα να μην τις έχω κάνει, ωραία θα ήταν. Μουσικά, όμως, δεν θα άλλαζα πολλά πράγματα. Δεν θέλω να πω ότι είμαι 100% ικανοποιημένος – πάντα είμαστε τελειομανείς. Αλλά, σε γενικές γραμμές, καλά πήγε.

Ποιο τραγούδι σου σε εκφράζει περισσότερο αυτή την περίοδο;

Μ’ αρέσουν πάρα πολύ τα «Ξημερώματα» του Λάκη Παπαδόπουλου. Αυτό που είπα τον τελευταίο καιρό και το αγάπησε πολύ γρήγορα ένα μέρος του κοινού, γιατί τα τραγούδια που λέω εγώ συνήθως γίνονται επιτυχίες μετά από 10 χρόνια. Αυτό έγινε μέσα σ’ ένα εξάμηνο. Μου έδωσε μεγάλη χαρά και το αγαπάω πάρα πολύ. Είναι σε μουσική του Λάκη και στίχους του Άκου Δασκαλόπουλου.

Πού πιστεύεις πως οφείλεται το γεγονός ότι αργούν ν’ αναγνωριστούν τα τραγούδια σου;

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι. Ένας από αυτούς είναι ότι για πάρα πολλά χρόνια ο κόσμος δεν μπορούσε να συνδυάσει τη φωνή μου με τη φάτσα μου, γιατί δεν βγαίνω στην τηλεόραση. Και μπορεί να είναι ένα δυνατό «όπλο» επικοινωνίας κι αναγνωρισιμότητας, αλλά εγώ επιμένω να βγαίνω σπάνια. Αν έχω κάτι να πω, να βγω, αλλά αν δεν έχω, δεν χρειάζεται. Οπότε νομίζω για ένα πολύ μεγάλο διάστημα ο κόσμος δεν μπορούσε να συνδέσει το πρόσωπό μου με τη φωνή κι έτσι μ’ αυτό τον τρόπο, έγινε το επιθυμητόν. Έγιναν γνωστά τα τραγούδια μου και δεν έγινα εγώ. Το ανάποδο είναι φάλτσο. Το να είσαι εσύ δημοφιλής και να μην ξέρουν τι τραγούδια έχεις πει, δεν το καταλαβαίνω. Εγώ είμαι χαρούμενος που τα τραγούδια μου έγιναν γνωστά έστω κι αν εγώ έγινα αργότερα από αυτά.

Ποια συνεργασία σου, είτε στη σκηνή, είτε σε δίσκο, σου έχει μείνει αξέχαστη;

Όλες τις τιμώ. Έχω συνεργαστεί με όλους όσους θαυμάζω στην Ελλάδα. Τώρα θ’ αδικήσω μερικούς… Αλλά μια πολύ κεντρική συνεργασία μου είναι με τον Θηβαίο. Είμαστε φίλοι 22 χρόνια, είναι μια σχέση ζωής αυτή. Πάνω και κάτω από τη σκηνή. Η άλλη σχέση είναι με τον Οδυσσέα Ιωάννου, τον στιχουργό, ο οποίος είναι παραπάνω χρόνια φίλος και συνεργάτης, είναι σαν αδερφός μου και από τους λίγο πιο…μακρινούς από μένα, θα λεγα τον Μητροπάνο. Και σίγουρα έχω μάθει πάρα πολλά από τους συνθέτες. Από τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Χρήστο Λεοντή, τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Εκεί ήμουν μαθητής και παραμένω όταν συνεργάζομαι μαζί τους. Δίπλα τους μαθαίνω διαρκώς.

«Τα χρόνια από μόνα τους ίσως και να μην έχουν σημασία. Σημασία έχει με ποιους τα μοιράζεσαι», έχεις πει. Εσύ με ποιους επιλέγεις να τα μοιράζεσαι;

Ανέφερα ήδη μερικούς, τουλάχιστον καλλιτεχνικά. Κατά τα άλλα με τους εγκάρδιους φίλους και την οικογένειά μου. Και τα τελευταία 7 χρόνια με την κόρη μου.

Μίλησέ μας για τη συμμετοχή σου στο αφιέρωμα για τον Μάριο Τόκα, που θα πραγματοποιηθεί στο Badminton Theater την Δευτέρα 4 και την Τρίτη 5 Απριλίου.

Με τον Μάριο ήμασταν καλοί γνωστοί, είχαμε μια αγκαλιά ο ένας για τον άλλο. Πάντα πειράζαμε ο ένας τον άλλο με τρυφερό και σκωπτικό τρόπο, γιατί είμαστε και οι δυο αεκτζήδες, οπότε και εθισμένοι στην ήττα. Ξέρουμε λοιπόν, τι θα πει να χάνεις… Σχεδιάζαμε και να συνεργαστούμε, αλλά "όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει". Δεν προλάβαμε, αλλά μου δίνει μεγάλη χαρά που υπερασπίζομαι τα τραγούδια του και νομίζω πως σύντομα θα εκδώσω και κάποιο ανέκδοτο υλικό  του Μάριου σε ποίηση του Άλκη Αλκαίου, σπουδαίου φίλου μου, που είναι εκλιπών. Υπάρχουν τραγούδια στο συρτάρι, τα οποία κάποια στιγμή θα τα αντιμετωπίσουμε και θα τα εμφανίσουμε. Έχουν ήδη ξεκινήσει οι σχετικές διαδικασίες.

Άλλα μελλοντικά σχέδια και εμφανίσεις;

Το καλοκαίρι θα συμπράξω με τον Θάνο Μικρούτσικο, θα κάνουμε μια μεγάλη περιοδεία σε Ελλάδα και Κύπρο. Μέχρι τότε θα κάνω παραστάσεις τα Σάββατα, στον «Σταυρό του Νότου», μέχρι το Πάσχα.

Για τον Τόκα, η πατρίδα του έχει μοιραστεί στα δυο. Για εσένα η μόνη πατρίδα είναι ο χρόνος.

Είναι διαφορετικά αυτά τα δύο, αλλά γενικώς, η ιδέα είναι πως πατρίδα μας είναι η παιδική μας ηλικία. Δεν είναι τα ντουβάρια απαραίτητα, ούτε τα σύνορα. Δηλαδή, όταν γεννιόμαστε, μέχρι να συνειδητοποιήσουμε το πού είμαστε, πού βρισκόμαστε, μέχρι 6-7 χρονών, η πατρίδα μας είναι οι άνθρωποι, οι θάλασσες, οι μυρωδιές, οι τόποι, αυτό που αντιλαμβανόμαστε χωρίς την ενήλικη ματιά. Μ’ αυτή την έννοια λοιπόν, η μόνη μου πατρίδα είναι ο χρόνος. Δηλαδή η παιδική μου ηλικία. Του Μάριου η πατρίδα μοιράστηκε στα δυο, μ’ έναν πολύ σκληρό τρόπο. Δεν έχει λυθεί ακόμα το θέμα, το πρόβλημα. Είναι ένα ζήτημα που μας πονά όλους, μας στεναχωρεί, κυρίως εκείνους που αφορά άμεσα βέβαια, στην Κύπρο, αλλά κι όλους εμάς.

Ποιος πιστεύεις ότι είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη σε μια περίοδο κοινωνικής κυρίως κρίσης;

Ο ίδιος με του υδραυλικού. Να κάνει καλά τη δουλειά του. Σου έχει χαλάσει ποτέ βρύση; Τι χρειαζόσουν; Τραγουδιστή ή υδραυλικό; Ο ρόλος του καλλιτέχνη σε όλες τις εποχές είναι ίδιος, δεν αλλάζει επειδή υπάρχει ή δεν υπάρχει κρίση. Ο ρόλος του είναι να κάνει καλά την εργασία του, αυτό που αντιλαμβάνεται ο ίδιος ως εργασία. Τώρα, όσο πιο καλά την κάνει, τόσο το καλύτερο γι’ αυτόν κι εκείνους, που ακουμπούν στα τραγούδια του. Κατά τα άλλα, εγώ δε διαχωρίζω τις εποχές.

Επίσης, ποια κρίση; Αυτό το πράγμα το ζούμε 6 χρόνια, σωστά; Άρα δεν είναι κρίση, είναι η ζωή μας. Κρίση είναι η κρίση βήχα. Βήχεις, βγάζεις τα συκώτια σου, μετά ησυχάζεις και γυρνάς στην πρότερη κατάσταση. Εδώ δεν υπάρχει επιστροφή στην πρότερη κατάσταση. Αυτό δεν είναι κρίση που περνάμε. Είναι η ζωή μας κι αυτό πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε από δω και μπρος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με αλληλεγγύη, αγάπη, καθαρό μυαλό, προσπάθεια και αντίσταση, σε ό,τι μπορούμε. Μετά τον πρώτο, δεύτερο χρόνο, για εμένα η κρίση είναι ψευδεπίγραφος.

Νομίζω ότι αυτό που ονομάζεται κρίση, τα πρώτα χρόνια δυστυχώς, αντί να μας βγάλει έναν καλό εαυτό, μας έβγαλε τον χειρότερο δυνατό μας εαυτό. Δηλαδή μας έβγαλε το «σώζων εαυτό σωθήτω». Τώρα, με αφορμή το προσφυγικό νομίζω ότι εμφανίστηκε ένα κομμάτι του καλού μας εαυτού.

Προσφυγικό/ Ξενιτιά

Για εμένα είναι αυταπόδεικτο το σχόλιο: Είμαστε η πατρίδα του Ξένιου Δία. Οποιοσδήποτε ικέτης έρχεται σ’ αυτή τη χώρα, σ’ αυτό το χώμα, πρέπει να προστατεύεται. Με οποιονδήποτε τρόπο και να έρχεται ικέτης εδώ, είτε είναι περαστικός, είτε είναι μόνιμος. Αυτό είναι η επικεφαλίδα. Τώρα, με την ιδιωτική πρωτοβουλία και με τον ανθρωπισμό του καθενός, δυστυχώς δεν λύνεται το πρόβλημα. Πρέπει να λυθεί κεντρικά. Όσο δεν γίνεται αυτό, ό,τι και να κάνουμε εμείς, είναι «ασπιρίνες».

Μοναξιά

Αχ… δεν έχω πολλά σχόλια για την μοναξιά. Δεν την αντιμετωπίζω, έχω καλούς φίλους και ανθρώπους που αγαπώ και μ’ αγαπούν δίπλα μου και όταν την βλέπω με παγώνει. Όταν βλέπω ανθρώπους σε αληθινή μοναξιά, παγώνω. Έχω μια λύπη σχεδόν στερεή.

Φόβος: Αν έχω έναν, μάλλον είναι τετριμμένος. Να γεράσω και να ‘μαι ανήμπορος.

Επανάσταση: Καθημερινή πρακτική, αλλιώς δεν έχει πλάκα.

Τέχνη: Παραμυθία και παρηγοιά

Κακές συνήθειες: Ναι…Πες μου ένα γράμμα της αλφαβήτου.

Αγάπη: Η κόρη μου.

Έρωτας: Ασθένεια. Είναι σαν να έχεις διαρκώς δέκατα. Επίσης, λες και κάνεις ό,τι βλακεία σου κατέβει κι ο μόνος που δεν βλέπει ότι είσαι γελοίος, είσαι εσύ.

Μαρία Πορτοκαλάκη
[email protected]