Δείπνο... στο απόλυτο σκοτάδι: εσείς θα τολμούσατε;

deipno-sto-apoluto-skotadi-eseis-tha-tolmousate

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 06 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012

Σε μερικά εστιατόρια το φαγητό αποτελεί μια… σκοτεινή διαδικασία –κυριολεκτικά- και οι πελάτες δείχνουν μάλλον «τυφλή» εμπιστοσύνη στο να το απολαύσουν.

Τα κεριά θα αποτελούσαν προβολέα σε ένα τέτοιο μέρος και το φως του κινητού θα προκαλούσε τη διαμαρτυρία όλων των παρευρισκομένων στο χώρο. Περί τίνος πρόκειται; Ίσως έχετε ακούσει για τα… σκοτεινά εστιατόρια, στα οποία οποιαδήποτε πηγή φωτός απαγορεύεται και αυτό που κυριαρχεί δεν είναι τίποτα άλλο από το μαύρο σκοτάδι. Κατάλληλα για αυτούς που θέλουν να βάλουν μια μπουκιά στο στόμα τους χωρίς να τους δει μάτι, για… πονηρά ραντεβουδάκια και για τους celebrities, τα σκοτεινά εστιατόρια υπόσχονται στους πελάτες τους ότι θα απολαύσουν το φαγητό τους χωρίς να τους δει άνθρωπος, αφού τα πάντα γίνονται με… κατεβασμένο τον γενικό.

Αυτό σημαίνει ότι όποιος επισκεφτεί ένα τέτοιο εστιατόριο δεν θα χασομερήσει διαβάζοντας το μενού -γιατί πολύ απλά συνήθως δεν υπάρχει μενού, αλλά κάποια συγκεκριμένα πιάτα που προτείνονται- δεν θα δει ποτέ πώς είναι οπτικά το φαγητό που πρόκειται να φάει και γενικότερα δεν θα έχει ιδέα που ακριβώς είναι το πιάτο, τα μαχαιροπίρουνά του, το ποτήρι και η τουαλέτα, αφού το μαύρο σκοτάδι του επιτρέπει να βλέπει μόνο αυτό, δηλαδή τίποτα. Ξέρουμε τι σκέφτεστε όλοι: «μα ποιος το σκέφτηκε;».

Πώς γεννήθηκε η ιδέα

Αν ψάχνετε τον «ένοχο» αυτής της ιδέας, θα τον βρείτε στο πρόσωπο του τυφλού Ελβετού κληρικού Γιόρκε Σπίλμαν, ο οποίος φαίνεται πως είχε πολύ καλούς φίλους. Τόσο καλούς που όποτε τους καλούσε σπίτι του για φαγητό, αυτοί κάλυπταν τα μάτια τους με ένα μαντήλι κι έτρωγαν χωρίς να χρησιμοποιούν την όρασή τους, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον τυφλό φίλο τους.

Αυτό που παρατήρησε ο τυφλός κληρικός ήταν ότι όσοι έμπαιναν σε αυτή τη διαδικασία ανέφεραν πως απολάμβαναν πολύ περισσότερο το φαγητό τους, καθώς οι υπόλοιπες αισθήσεις τους ήταν οξυμένες. Έτσι, ο ίδιος αποφάσισε να κινηθεί επιχειρηματικά βασιζόμενος σε αυτό το «κόλπο» και να ανοίξει το πρώτο σκοτεινό εστιατόριο στη Ζυρίχη, το 1999, το παράδειγμα του οποίου στη συνέχεια ακολούθησαν κι άλλα, με κάποια από αυτά μάλιστα να διαθέτουν μέρος των εσόδων τους σε κοινωφελή ιδρύματα.

To lounge του Blindekuh στη Ζυρίχη

Πάτα με να σε πατώ…

Έχοντας όλα αυτά υπ’ όψιν, οι πρώτες απορίες που ενδεχομένως σας βασανίζουν είναι το πώς μπορεί κάποιος να κινηθεί σε ένα τέτοιο εστιατόριο, χωρίς να ρίξει τραπέζια, καρέκλες, ανθρώπους και να μην καταλήξει στο πάτωμα «λουσμένος» με παϊδάκια και κόκκινο κρασί. Η αλήθεια είναι ότι αν το επιχειρούσε ο οποιοσδήποτε χωρίς βοήθεια, πιθανότατα θα κατέληγε κάπως έτσι, αφού στα σκοτεινά εστιατόρια απαγορεύεται οτιδήποτε εκπέμπει φως, από ρολόι, μέχρι κινητό τηλέφωνο και τσιγάρο. Γι’ αυτό και για την κίνηση των πελατών μέσα στο χώρο είναι απαραίτητη η βοήθεια και καθοδήγηση από τους σερβιτόρους, οι οποίοι συνήθως είναι τυφλοί. Συμβαίνει, βέβαια, σε κάποια εστιατόρια να μην ισχύουν ακριβώς οι κανόνες… σκότους, αλλά ο κόσμος να κινείται με δεμένα μάτια, προκειμένου να βιώσει ανάλογες συνθήκες και πάλι, όμως, τα πράγματα είναι δύσκολα, τόσο για να βρείτε την τουαλέτα ή το τραπέζι σας, όσο και για να γεμίσετε το ποτήρι σας με νερό ή να πιάσετε με το πιρούνι σας ένα κομμάτι κρέας.

Τι προσφέρει μια τέτοιου είδους «σκοτεινή» εμπειρία;

Σύμφωνα με μαρτυρίες όσων τόλμησαν αντί να παραγγείλουν πίτσες, να γευτούν μια διαφορετική εμπειρία με όλη τη σημασία της λέξης, λόγω της απουσίας όρασης οξύνονται όλες οι υπόλοιπες αισθήσεις, οι γευστικοί κάλυκες δουλεύουν… υπερωρίες κι έτσι μπορούν να γευτούν καλύτερα το φαγητό, να νιώσουν πιο έντονα την υφή του και τη μυρωδιά του, βιώνοντας μια –όπως την περιγράφουν- ολιστική εμπειρία. Σύμφωνα με αρκετούς, μάλιστα, ακόμη και οι απλές και γνώριμες γεύσεις, όπως αυτή της πατάτας ή του γιαουρτιού είχαν διαφορετική νοστιμιά σε τέτοιες συνθήκες.

Και σαν να μην είναι αρκετή η υπάρχουσα μυστηριώδης ατμόσφαιρα, σε πολλά εστιατόρια προστίθεται κι άλλη, αφού τα πιάτα δεν αποκαλύπτονται ακριβώς, αλλά με κάπως πιο αινιγματικές περιγραφές, έτσι ώστε ο πελάτης να μην καταλαβαίνει ακριβώς τι πρόκειται να φάει, μέχρι να το γευτεί. Παρ’ όλ’ αυτά οι σεφ αποκαλύπτουν ότι δεν χρησιμοποιούν πολύπλοκα συστατικά, ούτε μπλέκουν πολύ τις γεύσεις, έτσι ώστε να μην μπερδεύουν πολύ τον κόσμο, χρησιμοποιώντας ως αρωματικά τα γνωστά και μη εξαιρετέα (σκόρδο, κρεμμύδι, αλάτι, πιπέρι και μερικά βότανα).

Δείπνο στο CamaJe Bistro στη Νέα Υόρκη

Τα «δύσκολα» φαγητά τύπου σπαγγέτι, γαρίδες, ψάρι με κόκαλα, αρακάς κ.ο.κ. απουσιάζουν από το μενού προκειμένου ο κόσμος να απολαύσει το φαγητό του, όχι να το πάρει μαζί του σε μορφή λεκέδων στα ρούχα του και προτιμούνται τα finger-food και οι σούπες σε μπολ με διπλά χερούλια. Σε αρκετές περιπτώσεις το φαγητό κατανέμεται με τέτοιο τρόπο στο πιάτο, έτσι ώστε να ακολουθεί την ώρα (π.χ. η φέτα βρίσκεται στις 9 και το κρεμμύδι στις 2), έτσι ώστε οι πελάτες να ξέρουν που θα «χτυπήσουν» με το πιρούνι τους.

Τα αρνητικά της υπόθεσης; Έχουμε σχεδόν την ίδια πιθανότητα να πιούμε από το ποτήρι του διπλανού μας, όσο και από το δικό μας, να «καρφώσουμε» την άκρη του πιάτου μας αντί για την μπριζόλα, να «κόψουμε» αέρα γρατζουνώντας το πιάτο και ανατριχιάζοντας όλους τους συνδαιτυμόνες, αλλά και να μας σερβίρουν κάτι που απεχθανόμαστε, αλλά θα το διαπιστώσουμε αφού το φάμε – αντιδρώντας ο καθείς αναλόγως με την ανατροφή του.

Μερικά από τα εστιατόρια του κόσμου που «κατέβασαν τον γενικό»

Ακολουθώντας το παράδειγμα του τυφλού κληρικού (το εστιατόριο του οποίου είναι το Blindekuh στη Ζυρίχη με αποκλειστικά τυφλό προσωπικό), δεν είναι λίγοι αυτοί που αποφάσισαν να εφαρμόσουν την πρωτοποριακή αυτή ιδέα σε διάφορα μέρη του κόσμου, μεταδίδοντας… όχι ακριβώς τα φώτα τους στους πελάτες. Έτσι, από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη, τα εστιατόρια αυτά «βυθίζουν» τα γεύματα στο σκοτάδι και το καθένα προσθέτει τη δική του νότα.

Στο Βερολίνο και το Nocti Vagus, οι πελάτες δεν απολαμβάνουν μόνο το γεύμα τους σε συνθήκες «σκοτεινού δωματίου», αλλά και διάφορα σόου ανά περίσταση, όπως ζωντανή τζαζ μουσική ή σεμινάρια υγιεινής διατροφής, ενώ το Τhe whale inside στο Πεκίνο είναι πλέον διάσημο για τα πρώτα ραντεβού και δη όσων γνωρίστηκαν μέσω διαδικτύου και προτιμούν να συνεχίσουν να μην αντικρίζουν τον άνθρωπο με τον οποίο συνομιλούν.

Στη Νέα Υόρκη και το CamaJe Bistro τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, αφού το εστιατόριο είναι φωτισμένο, αλλά οι πελάτες δεν γλιτώνουν απ’ το σκοτάδι αφού δένουν τα μάτια τους προκειμένου να ζήσουν μια ανάλογη εμπειρία – αν και είναι πολύ πιο εύκολο να «κλέψουν» για να πάνε στην τουαλέτα ή να ρίξουν μια κλεφτή ματιά στο φαγητό τους – ενώ το Pod Krídlem Noci στην Πράγα ακολουθεί αυτή την πρακτική μόνο τα Σαββατοκύριακα, λειτουργώντας κανονικά τις καθημερινές, με φως, μενού και όλα τα κομφόρ.

Η πιο διάσημη αλυσίδα, όμως, σκοτεινών εστιατορίων είναι το Dans le noir?, με το ερωτηματικό να τονίζει την έννοια της… αβεβαιότητας μέσα σε ένα τέτοιο μέρος. Το πρώτο εστιατόριο της αλυσίδα άνοιξε το 2004 στο Παρίσι και έγινε γρήγορα δημοφιλές, οδηγώντας στην επέκτασή του σε Λονδίνο, Βαρκελώνη, Νέα Υόρκη κ.ά., ενώ στη Μελβούρνη της Αυστραλίας στο The dark side, πέραν του φαγητού κυριαρχεί και το γέλιο. Το εστιατόριο αυτό, εκτός από τα παραπάνω έχει στόχο και τη διασκέδαση και φαίνεται πως το πετυχαίνει με διάφορες πλάκες που σκαρώνουν οι σερβιτόροι στους πελάτες.

To Dans le noir? στο Παρίσι

Αν, πάντως, βρεθείτε ποτέ σε τέτοιου είδους εστιατόριο, μην ανησυχείτε. Τα δύο βασικά μέρη του, η κουζίνα και η τουαλέτα, έχουν τα φώτα… αναμμένα.

ΤΖΟΥΛΙΑ ΤΑΣΩΝΗ