Κριτική: Λαϊκότροπη πρακτική «στην ωραία του Πέραν»

i-oraia-tou-peran-oraia-tou-peran
ΤΕΤΑΡΤΗ, 18 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2017

Από την Ελένη Πετάση

Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η Θεοδώρα Καπράλου και ο Γιώργος Παπαγεωργίου επέλεξαν να παρουσιάσουν -και μάλιστα σε μια τόσο απλοϊκή παράσταση- το μελόδραμα του Δημήτρη Παπαδόπουλου «Η ωραία του Πέραν» (1920).

Αυτό το τόσο δακρύβρεχτο κείμενο που αφηγείται την ανεπίδοτη ερωτική ιστορία ενός ζευγαριού στις αρχές του 20ού αιώνα ενδεχομένως συγκινεί κάποιους με τη ρομαντική του διάθεση. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, που η κυνική εποχή μας εξολοθρεύει τέτοιου τύπου αγνά συναισθήματα, ουκ ολίγα είναι τα παραδείγματα από σφοδρούς (ακόμη και ταξικής φύσεως) έρωτες που καταλήγουν στο κενό.

Και μπορεί οι «ήρωές» τους να μην αυτοκτονούν παίρνοντας δηλητήριο, αλλά το υποκαθιστούν με χάπια «ευτυχίας» εξίσου δηλητηριώδη.

Στο θέμα μας τώρα. Ένας πλατωνικός έρωτας θεριεύει ανάμεσα στον φτωχό Αιμίλιο και στην πλούσια και πανέμορφη Ερμιόνη που είναι γνωστή ως η «Ωραία του Πέραν» (το Πέραν είναι προάστιο της Κωνσταντινούπολης). Όμως ο πατέρας της δεν δέχεται την αταίριαστη κοινωνικά σχέση τους και ετοιμάζεται να την παντρέψει με έναν πλούσιο αστό. Μη μπορώντας να ξεφύγει από τον κλοιό, η Ερμιόνη αυτοκτονεί.

Το κλισέ ρομάντζο του Δημήτρη Παπαδόπουλου, ιδιαίτερα δημοφιλές στους λαϊκούς περιοδεύοντες θιάσους, ενώ έγινε ταινία από τον Ορέστη Λάσκο το 1953, λέγεται ότι αντιπροσωπεύει τον αποτυχημένο του έρωτα με τη γυναίκα της ζωής του που το όνομά της δεν έγινε ποτέ γνωστό.

Κατ’ επέκταση, δάνεια από παραστάσεις των μπουλουκιών εκείνης της εποχής κυριαρχούν στη σκηνοθεσία: η αρχική έξυπνη διαδραστική επέμβαση του Παπαγεωργίου, το γραφικά ζωγραφισμένο περιστρεφόμενο παραβάν, η πολίτικη λύρα, η μπαλαλάικα και το τουμπερλέκι που παίζει ζωντανά ο μουσικός Γιώργος Μαυρίδης, το γεμάτο με ρύζι πιάτο που δημιουργεί ήχους κυμάτων ή η σφυρίχτρα που αναπαράγει το κελάηδισμα των πουλιών, μας μεταφέρουν την ατμόσφαιρά τους.

Από κει και πέρα η μίμηση αυτής της λαϊκότροπης θεατρικής πρακτικής δεν εξελίσσεται και το εγχείρημα παραπαίει θυμίζοντας σχολικές παραστάσεις. Βλέπουμε ίχνη των ηθοποιών πίσω από ένα σεντόνι που παραπέμπει στον μπερντέ του θεάτρου σκιών, ενώ ταυτόχρονα ακούμε τις αλλαγμένες φωνές τους καθώς υποδύονται άλλα πρόσωπα. Παρακολουθούμε σκηνές ξεπερασμένης μελοδραματικής έντασης αλλά και αφηγήσεις που επεξηγούνται από κοινότοπες χειρονομίες. Σίγουρα θα μπορούσε κάποιος νέος σκηνοθέτης να χρησιμοποιήσει αυτή την ερωτική ελεγεία ως έναυσμα για μια ευφάνταστη σύγχρονη περιπέτεια 

Ελένη Πετάση / [email protected]