Κριτική: προκλητικό ρέκβιεμ

requiem-pour-l
ΔΕΥΤΕΡΑ, 23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018

Από την Ελένη Πετάση.

Ο σκηνοθέτης και χορογράφος Αλέν Πλατέλ της υπέροχης κολεκτίβας των «Les ballets C de la B» και ο συνθέτης Φαμπρίτσιο Κασόλ τόλμησαν από κοινού μια προκλητική παράσταση που προσεγγίζει το «Ρέκβιεμ» του Μότσαρτ μέσα από επεξεργασμένες, διαφορετικής προέλευσης, μουσικές παραδόσεις, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί ένα ασπρόμαυρο, βραδυφλεγές βίντεο ως μέσο για να παρακολουθήσει βήμα βήμα τον θάνατο μιας λευκής γυναίκας η οποία πριν πεθάνει συναίνεσε στην κινηματογράφηση των τελευταίων στιγμών της.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το «Requiem pour L» (της Λούση), κατ’ επέκταση, είναι ένα είδος νεκρώσιμης ακολουθίας - «ούτε ακριβώς δυτική ή αφρικανική») - που συνενώνει 15 μουσικούς και τραγουδιστές από πολλά μέρη του κόσμου (Βέλγιο, Αμερική, Κονγκό, Νότιο Αφρική, Μαρόκο, Βιετνάμ κ.ά.), και συμπληρώνει το ημιτελές έργο του Μότσαρτ με τις δικές τους πολιτιστικές επιρροές.

Στη σκηνή βλέπουμε μια σειρά από μαύρα κουτιά που θυμίζουν τάφους δίπλα στα οποία τοποθετούνται οι λυρικοί τραγουδιστές οι οποίοι αποδίδουν με τις εξαιρετικές τους φωνές (ιδιαίτερα η μέτζο σοπράνο Nobulumko Mngxeleza αλλά και ο βαρύτονος Owen Metsileng) την εξίσου εξαιρετική σύνθεση του Κασόλ, που συνδυάζει πολύ σημαντικές οπερετικές άριες της δυτικής παράδοσης (όπως το κύκνειο άσμα του Μότσαρτ) και πολυφωνικά-χορωδιακά άσματα με πρωτόγνωρα αφρικανικά μουσικά ακούσματα και τζαζ πειραματισμούς.

Μια θαυμάσια «ορχήστρα» τους συνοδεύει μετατρέποντας το ακορντεόν, την ηλεκτρική κιθάρα, το ηλεκτρικό μπάσο και τα κρουστά σε μια συμπαγή φλέγουσα οντότητα και δίνοντας στο «Ρέκβιεμ» άλλες διαστάσεις.

Επιπλέον όλοι οι καλλιτέχνες επιδεικνύουν θαυμαστή σωματικότητα, γιατί, καθώς παίζουν τα όργανά τους, χορεύουν σχεδόν ακατάπαυστα, στροβιλίζονται, κουνούν αρμονικά αλλά με ένταση τους γοφούς τους προσδίδοντας έναν γιορτινό τόνο στην ατμόσφαιρα.  Αυτόν τον τρόπο, εξάλλου, ασπάζονται κάποιοι πολιτισμοί όπως ο αφρικανικός, για να τιμήσουν τους νεκρούς τους και να τους συνοδεύσουν στην τελευταία τους κατοικία.

Ωστόσο η μουσική πανδαισία «απειλείται» από τη συνεχή -για 1 ώρα και 40 λεπτά- παρεμβατική προβολή της L, που σε μόνιμο κοντινό πλάνο αργοπεθαίνει. Η σύλληψη αυτής της άγριας ιδέας, σε τόση μεγάλη διάρκεια, που θα μπορούσε να έχει εντοπιστεί μόνο σε κάποιες επιλεγμένες σκηνές -όπως αυτή που η γυναίκα χαμογελάει με αγάπη σε έναν νεαρό, πιθανότατα τον γιο της- ακόμα και αν ενδεχομένως έχει ως στόχο να μας συμφιλιώσει με τον θάνατο, ξεπερνά τα όρια. Στην προκειμένη περίπτωση η τέχνη καπηλεύεται το δράμα ενός ανθρώπου, έστω και αν αυτός, εκείνη την ευάλωτη στιγμή, έδωσε τη συγκατάθεσή του.

Ελένη Πετάση - [email protected]