Πέτρος Ζούλιας: «Η Μαρινέλλα μού πέρασε το πάθος της για τη Βέμπο»

petros-zoulias-fotografia

Ο σκηνοθέτης Πέτρος Ζούλιας.

ΤΕΤΑΡΤΗ, 22 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

Ο Πέτρος Ζούλιας είναι ο σκηνοθέτης και κειμενογράφος ενός μιούζικαλ που συνενώνει δύο θρύλους επί σκηνής: τη Μαρινέλλα και τη Σοφία Βέμπο. Η νέα, μουσικοθεατρική υπερπαραγωγή με τίτλο «Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο» παρουσιάζεται από τις 22 Ιανουαρίου στη σκηνή του Badminton. Για αυτή τη «συνάντηση» που ονειρευόταν εδώ και χρόνια η Μαρινέλλα, μας μιλά ο Πέτρος Ζούλιας.

Μετά την επιτυχία της θεατρικής βιογραφίας της Ευτυχίας Παπαγιανοπούλου,  η  Σοφία Βέμπο έρχεται ως φυσική συνέχεια;

Για μένα είναι ακριβώς το αντίθετο. Από ένα minimal και συγκεντρωμένο σε ένα πρόσωπο μονόλογο, περνάω σε ένα τεράστιο όχημα, στο Badminton, με πενήντα άτομα επί σκηνής. Η Βέμπο είναι ένα μεγάλο, πολυπρόσωπο θέαμα, με υπέροχα τραγούδια, μια πολύ φιλόδοξη παραγωγή.

Μετά την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου είχα αποφασίσει να μην κάνω κάποια  άλλη βιογραφία γνωστού προσώπου στη σκηνή. Όμως  η Μαρινέλλα με έπεισε και μού πέρασε το πάθος της για τη Βέμπο-γιατί νομίζω ότι πρόκειται περί τρελού πάθους- το οποίο για χρόνια κατατρύχει τη Μαρινέλλα:  να συναντηθεί επί σκηνής με το ίνδαλμά της.

Να αναμένουμε ότι θα μας παρουσιάσετε  και κάποιες λιγότερο γνωστές πτυχές του θρύλου-Σοφία Βέμπο ;

Ακριβώς. Σε όλους μας- ακόμη και σε μένα μέχρι να ασχοληθώ μαζί της–-η Σοφία Βέμπο είχε περάσει ως «η τραγουδίστρια της Νίκης», στην οποία γινόταν πάντα αναφορά στις σχολικές εορτές,  με το «παιδιά της Ελλάδος παιδιά» κ.τ.λ. Η ζωή της είναι πραγματικά μυθιστορηματική και πιστεύω ότι ο κόσμος θα γνωρίσει πραγματικά ποια ήταν.

Μέσα από τη ζωή της  σκιαγραφείται πραγματικά όλη η Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας και αυτό νομίζω ότι είναι ένα από τα πιο γοητευτικά στοιχεία της παράστασής μας.

Η  δράση και η καριέρα της περνούν μέσα από το τριάντα, όταν μπήκε μέσα σε ένα μουσικό κατεστημένο και το ανέτρεψε, μέσα από τον πόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο και φτάνει και στην περίφημη νύχτα του Πολυτεχνείου, όταν είχε κρύψει κάποιους φοιτητές στο σπίτι της στη Στουρνάρα.

Το τελευταίο διάστημα έχουμε δει κι άλλες βιογραφίες σημαντικών προσωπικοτήτων  να ανεβαίνουν στη σκηνή και πολλές παραστάσεις γυρίζουν το ρολόι  στην Ελλάδα περασμένων δεκαετιών. Πώς σχολιάζετε αυτή την τάση;

Το ενδιαφέρον έγκειται στο τι έχει να μας πει σήμερα η Βέμπο, γιατί γίνεται αυτή η μεταφορά. Κατά τη γνώμη μου αναφέρεται σε μια Ελλάδα που πραγματικά  έχει πολλά κοινά σημεία με τη σημερινή.  Είναι  ανάγκη να επιστρέψουμε στο  φως και σε μια  ελπίδα –που δεν διαφαίνεται ακόμα στο μέλλον μας. Οπότε ο καθένας μας δανείζεται δύναμη από το παρελθόν του. Νομίζω ότι αυτό είναι σημαντικό.

Δεν είναι τυχαία και τυφλή  η ανταπόκριση του κόσμου σε τέτοιου είδους παραστάσεις. Καμιά φορά με ρωτούν τι είναι αυτή η παρελθοντολαγνεία, η επιστροφή στο παλιό. Προσωπικά  πιστεύω ότι αν δεν δημιουργηθεί μια γέφυρα με το σήμερα  αυτά τα πράγματα γίνονται λίγο μουσειακά- μπορεί να έχουν ιστορικό-μουσικολογικό ενδιαφέρον.

Στην προκειμένη περίπτωση όμως μιλάμε για ένα μιούζικαλ, για μια παράσταση θεατρική που η μυθοπλασία έχει δώσει έχει πάρει τη σκυτάλη. Τα γεγονότα είναι αληθινά αλλά οι ρόλοι, οι σχέσεις και οι χαρακτήρες έχουν διαμορφωθεί όπως σε ένα κανονικό θεατρικό έργο. Το αποτέλεσμα είναι ένα καινούργιο,  ελληνικό έργο με πολλά τραγούδια-γιατί βέβαια τα τραγούδια είναι η μεγάλη  παρακαταθήκη της Βέμπο.

Και είναι σημαντικό που ένας σημερινός θρύλος, η Μαρινέλλα, ένα πρόσωπο που όπως λέω, το ξέρουμε με το μικρό του όνομα- όπως ξέραμε τη Μελίνα και την Αλίκη- αποφασίζει επί σκηνής να μας τη συστήσει αυτή την τόσο σημαντική και για την ίδια, ερμηνεύτρια και δασκάλα,  την οποία είχε πρότυπο σε όλη της την καριέρα.

Η Μαρινέλλα ενσαρκώνει τη Βέμπο επί σκηνής;

Όχι. Η Μαρινέλλα είναι κατά ένα τρόπο το όχημα πάνω στο οποίο φορτώνουμε όλο αυτό το ταξίδι και των τραγουδιών αλλά και κάποιων γεγονότων.

Ποιες είναι οι εκλεκτικές συγγένειες της Μαρινέλλας με τη Βέμπο;

Αν παρακολουθήσει κανείς τις πορείες τους, θα βρει κοινά σημεία-ειδικά στο χαρακτήρα, στον τρόπο με τον οποίο και οι δύο τους,  με μια μαγκιά και περηφάνια έσπασαν  κατεστημένα και συγκεκριμένα πρότυπα που βρήκαν  στη μουσική σκηνή.

Μπορείτε να μας αναφέρετε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα;

Η Σοφία Βέμπο είχε βγει σε ένα κατεστημένο στο οποίο κυριαρχούσαν οι περίφημες υψίφωνες και με τη κοντράλτο φωνή της σιγά- σιγά επέβαλε  ένα πιο δωρικό , «αρσενικό» και ανθρώπινο τρόπο να ερμηνεύονται τα τραγούδια. Παρομοίως η Μαρινέλλα μετά από μια δεκαετία, καθιστή στο πάλκο δίπλα στον Καζαντζίδη και την ορχήστρα, αποφάσισε να σηκωθεί και να διεκδικήσει το σύμπαν όχι μόνο την πίστα. Γύρω της αναπτύχθηκε ένα ολόκληρο είδος, μια ολόκληρη σχολή στην Ελλάδα.

Επιτέλους στο τραγούδι, όπως λέει και η ίδια, ο ήχος έχει και εικόνα. Μπήκαν μπροστά και οι δύο τους σε πολλά θέματα που είχαν να κάνουν με το επάγγελμά τους, με διεκδικήσεις ουσιαστικές στο πώς τραγουδάμε και  ποιες είναι οι συνθήκες γύρω μας. Επίσης πρέπει να πω-κι αυτό δεν είναι ευρέως  γνωστό- ότι η Μαρινέλλα ξεκίνησε από το θέατρο, όπως και η Σοφία Βέμπο.

Η Μαρινέλλα ξεκίνησε από τα μπουλούκια της Θεσσαλονίκης και το πρώτο τραγούδι που είπε βγαίνοντας στη σκηνή ήταν της Βέμπο. Η «συνάντηση» ανάμεσα στη Μαρινέλλα και τη Βέμπο προετοιμάζεται εδώ και δεκαετίες.  Ο Μίμης Τραϊφόρος,  δύο χρόνια μετά το θάνατό της Βέμπο, ζήτησε από τη Μαρινέλλα να ξανατραγουδήσει τα τραγούδια της Σοφίας.

Επίσης όλα αυτά τα χρόνια τη σχέση και την αγάπη που είχε η Μαρινέλλα για τη Βέμπο δεν νομίζω ότι το είχε ποτέ δημόσια αποκαλύψει.  Ένας άνθρωπος με  την ιστορία της Μαρινέλλας που έχει διανύσει όλα αυτά τα χιλιόμετρα καριέρας, με δίσκους και επιτυχίες,  έρχεται να θυμηθεί και να αγκαλιάσει την αφετηρία του: την πρώτη γυναίκα που θαύμασε και θέλησε να μιμηθεί.

Είναι πολύ συγκινητικό το πώς μια δασκάλα -γιατί είναι δασκάλα στο είδος της η Μαρινέλλα-  γίνεται κατά ένα τρόπο μαθήτρια επί σκηνής προκειμένου να συναντηθεί με το πρότυπο που είχε, όταν ξεκινούσε πριν χρόνια.

Η Βέμπο υπήρξε ένα σύμβολο πατριωτισμού. Πώς το χειρίζεστε εσείς στην παράστασή σας και πώς αντιλαμβάνεστε  την έννοια του πατριωτισμού στις σημερινές συνθήκες;

Αυτή η έννοια έχει πάρει και  επικίνδυνες διαστάσεις στις μέρες μας. Εμείς ίσα -ισα προσέξαμε ώστε η παράστασή μας να έχει την ελληνικότητά της χωρίς να γίνεται εθνικοπατριωτική, φολκλόρ ή μονοδιάστατη.

Υπάρχει επί σκηνής όλη η ακμή αλλά και όλη η παρακμή του θρύλου της Βέμπο. Διότι η ίδια πέρασε και φάσεις- δεν ήταν άνθρωπος με τυφλή πίστη στα σύμβολα και στην πατρίδα. Στη δύσκολη φάση του πολέμου- ναι- έπαιξε  ενεργό ρόλο. Από εκεί και πέρα όμως μας ενδιαφέρει η ελληνικότητα με την ευρύτερη έννοια. Η Βέμπο ως πρόσωπο  περνάει στη σκηνή με  τα φωτεινά αλλά και τα σκοτεινά της κομμάτια.

Μπορείτε να μας αναφέρετε μια σκοτεινή περίοδο της ζωής της;

Είναι γνωστό στους ανθρώπους που έχουν λίγο ψάξει τα του βίου της, ότι για  πολλά χρόνια, προς το τέλος της ζωής της είχε πέσει σε βαθιά κατάθλιψη και είχε περάσει μια τεράστια προσωπική κρίση. Αυτά τα κομμάτια, για να είναι κανείς ειλικρινής, δεν τα διαγράφει και δεν τα εξιδανικεύει.

Επίσης δεν προσπαθήσαμε να κάνουμε την ηρωίδα πιο ηρωίδα από ό, τι ήταν. Όλη της η ζωή έχει ένα μυθιστορηματικό στοιχείο κι έχει  πραγματικά ενδιαφέρον να θεατροποιηθεί και να αναπαρασταθεί. Κι είναι και ο απίστευτος όγκος όλων αυτών των σπουδαίων τραγουδιών  που μας κάνουν να αισθανόμαστε  ότι έχουμε όλη την παλέτα, όλη τη γκάμα  μιας Ελλάδας που έχει την περηφάνια,  τη μαγκιά και τα ελαττώματα της,  που περνούσε και περνάει διακυμάνσεις με την ταυτότητά της…

Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας μια στιγμή συγκίνησης από τις πρόβες της  παράστασης;

Υπάρχει μια στιγμή στην οποία πάντα συγκινούμαι: όταν ακούω  ένα τραγούδι με τίτλο «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου», σε στίχους  του Μίμη Τραϊφόρου, του συντρόφου της ζωής της Βέμπο. Θυμίζει πάρα πολύ αυτό που ζούμε γιατί μιλάει για το πώς πουλάνε οι σύμμαχοι,  οι  μεγάλες δυνάμεις την Ελλάδα,  πώς επεμβαίνουν στα εσωτερικά της και την καθοδηγούν ώστε να νιώθει και πάλι ότι βρίσκεται σε  ζυγό.

Πολλές φορές είχαμε σταματήσει στις πρόβες όλοι όσοι εργαζόμαστε για αυτή την παράσταση και λέγαμε  αυτό είναι σαν να γράφτηκε τώρα. Αυτό είναι ένα από τα πολύ ωραία στοιχεία της παράστασης. Ενώ έχεις κάτι από το παρελθόν βλέπεις πόσο άμεσες είναι οι γέφυρες που σου ανοίγει με την Ελλάδα του σήμερα.

Πρωταγωνιστούν οι : Μαρινέλλα, Αντώνης Λουδάρος, Χρήστος Στέργιογλου, Χριστίνα Αλεξανιάν, Μιχάλης Μαρίνος, Τζένη Μπότση, Αγορίτσα Οικονόμου, Χρήστος Πλαινης, Νταίζη Σεμπέκογλου, Τάσος Κωστής και Νεφέλη Ορφανού. Μαζί τους οι :Ελένη Καρακάση, Πρόδρομος Τοσουνίδης, Ζωή Ναλμπάντη, Γιώργος Γιαννάκος, Αλέξανδρος Καλπακίδης, Λούσα Μαρσέλλου, Κώστας Βελέντζας, Λίνα Έξαρχου, Άντεια Ολυμπίου, Σπύρος Παππάς, Λήδα Μανουσάκη, Μανώλης Θεοδωράκης, Δήμητρα Σιγάλα, Αδάμ Τσαρούχης, Χρήστος Γεωργαλής, Γιάννης Αθητάκης, Αλεξάνδρα Κουλούρη, Εύα Βάρσου, Δημήτρης Γαλάνης, Σταυρίνα Ψιμοπούλου.

Κείμενο-σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας. Χορογραφίες: Φωκάς Ευαγγελινός, έρευνα-μουσική επιμέλεια: Λάμπρος Λιάβας, ενορχηστρώσεις και διεύθυνση ορχήστρας: Γιώργος Ζαχαρίου. Φωνητικός σχεδιασμός και μουσική διδασκαλία: Χριστίνα Αργύρη. Σκηνικά: Γιώργος Γαβαλάς και Γιάννης Μουρίκης. Κοστούμια: Εύα Ναθένα, φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ, σχεδιασμός ήχου: Γιάννης Σμυρναίος, παραγωγή: Μιχάλης Αδάμ.

Πληροφορίες: από τις 22 Ιανουαρίου στη σκηνή του Badminton. Ώρα έναρξης: Πεμ, Παρ, Σαβ στις 20:00 . Τετ, Κυρ στις 19:00. Τιμές εισιτηρίων:  45 ευρώ , 35 ευρώ ,  30 ευρώ , 25 ευρώ ,  15 ευρώ και φοιτητικό 10 ευρώ. Προπώληση: www.viva.gr , wwwabcd.gr , καταστήματα Public , Παπασωτηρίου και Seven Spots και στο τηλέφωνο 2108840600.

Μάνια Στάικου