Κριτική θεάτρου: «Οι απόψεις ενός κλόουν»

oi-apopseis-enos-klooun-foto-nea-2014 Patroklos Skafidas
ΤΕΤΑΡΤΗ, 12 ΜΑΡΤΙΟΥ 2014

Η Μάνια Στάικου γράφει κριτική για την παράσταση «Οι απόψεις ενός κλόουν» που παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο μέχρι τις 16 Μαρτίου.

Ο Χάινριχ Μπελ (1917-1985) με το μυθιστόρημά του  «Οι απόψεις ενός κλόουν» καταθέτει μια διεισδυτική κριτική για την μεταπολεμική Γερμανία που μπαίνει στην τροχιά  του οικονομικού θαύματος,  μοιάζοντας να έχει διαγράψει τις επώδυνες ιστορικές μνήμες: πρώην ναζιστές καταλαμβάνουν θέσεις εξουσίας και επιρροής, ενώ ένα πέπλο υποκρισίας και συντηρητισμού καλύπτει τα τραύματα μιας ολόκληρης  κοινωνίας.

Ο νομπελίστας Γερμανός συγγραφέας επιλέγει να ακουστεί μέσα από την αιρετική φωνή ενός κλόουν, του Χανς Σνηρ, του περίφημου ήρωα του βιβλίου του. Τον επαναστατημένο Χανς απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας,  μας τον παρουσιάζει στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα ο Αργύρης Ξάφης αναλαμβάνοντας παράλληλα το στοίχημα της θεατρικής διασκευής του έργου.

Γόνος εύπορης οικογένειας που υπέκυψε στις σειρήνες του ναζισμού, ο Χανς Σνηρ, έχει εγκαταλείψει τα προνόμια της τάξης του, επιλέγοντας τη ζωή του περιοδεύοντος κλόουν. Όταν όμως η αγαπημένη σύντροφος, η Μαρί, «λιποτακτεί» από το κοινό καλλιτεχνικό όραμα για να παντρευτεί έναν ισχυρό παράγοντα του καθολικισμού, ο Σνηρ αφιερώνει όλες τις δυνάμεις του για να την ξαναφέρει κοντά του. Η δραματική ανατροπή στην ερωτική του ζωή γίνεται το εναρκτήριο λάκτισμα για να ξεδιπλωθεί το παζλ των αναμνήσεών του.

Ο Αργύρης Ξάφης υιοθέτησε το υποκειμενικό βλέμμα του Χανς Σνηρ, επιλέγοντας μια τολμηρή θεατρική «φόρμα» που φλέρταρε την αισθητική του βαριετέ, τον βωβό κινηματογράφο αλλά και την μπρεχτική αποστασιοποίηση: όλα τα πρόσωπα του έργου παρουσιάζονται και κινούνται ως κλόουν.

Patroklos Skafidas

Στο πρώτο μέρος την παράστασης,  οι αναμνήσεις του Χανς Σνηρ ζωντανεύουν σε ατμόσφαιρα σχεδόν ψυχεδελική, με τα μετακινούμενα σκηνικά αντικείμενα-τους καθρέφτες, τις ντουλάπες και τα τραπέζια, στο καλά μελετημένο σκηνικό της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου να ορίζουν τη δράση των προσώπων.

Το δεύτερο μέρος της παράστασης μας προσγειώνει στο επώδυνο παρόν του ήρωα. Ο Δημήτρης Παπανικολάου ενσάρκωσε τον Χανς Σνηρ σαν ένα μονόχορδα λυπημένο και οργισμένο κλόουν. Τέσσερις ρόλους ερμήνευσε η Δέσποινα Κούρτη-με σημαντικότερο αυτόν της Μαρί και η  εκφραστικότητα της κατάφερε να νικήσει το βαρύ μακιγιάζ του ρόλου της.

Το εκτόπισμα του  Γιώργου Γάλλου στη σκηνή ήταν αξιοπρόσεκτο-με σημείο κορύφωσης την ερμηνεία του ως πατέρας του Χανς Σνηρ, στη «δύσκολη» συνάντηση πατέρα-γιου. Ο Θανάσης Λέκκας μας άφησε θετικές εντυπώσεις και για την χορευτικότητα και την άνεσή της κίνησής του-η Αμάλια Μπένετ, η οποία επιμελήθηκε άρτια την κίνηση των πρωταγωνιστών- βρήκε σε αυτή την περίπτωση τον ιδανικό ηθοποιό-εργαλείο.

Οι μουσικές παρεμβάσεις του Κορνήλιου Σελαμσή και η ένταξή του στην πλοκή, ήταν αρμονικά δεμένες.Ο υποβλητικός φωτισμός του Λευτέρη Παυλόπουλου δημιουργεί ιδιαίτερη ατμόσφαιρα.

Ωστόσο, η συνολικά ενδιαφέρουσα  παράσταση του Αργύρη Ξάφη, αποδείχτηκε πιο αδύναμη στο-φλύαρο ως ένα βαθμό- πρώτο μέρος των κατακερματισμένων αναμνήσεων. Αναμφίβολα ο Αργύρης Ξάφης απέδειξε ότι διαθέτει ταλέντο όχι μόνο στην υποκριτική αλλά και ως σκηνοθέτης. Χρειάζεται όμως να το ακονίσει…

Μάνια Στάικου