Κριτική θεάτρου: «Η πόλη»

poli-kritiki-theatrou-photo

Ο Βαγγέλης Ρόκκος, ο Γιώργος Ψυχογιός (στο κέντρο) και η Κάτια Σπερελάκη ερμηνεύουν τους ήρωες της Λούλας Αναγνωστάκη στην παράσταση «Η πόλη», στο θέατρο Επί Κολωνώ.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

H Mάνια Στάικου γράφει κριτική για την παράσταση «Η πόλη» (της Λούλας Αναγνωστάκη) που παρουσιάζεται έως τις 15 Απριλίου, σε σκηνοθεσία του Στέλιου Μάινα στο θέατρο Επί Κολωνώ.

«Η πόλη καίγεται»: η αινιγματική φράση με την οποία ολοκληρώνεται το πολυπρισματικό, αλληγορικό μονόπρακτο της Λούλας Αναγνωστάκη «Η πόλη», είναι ανοιχτή στην ερμηνεία του κάθε θεατή.

Ακούγεται και πάλι (μάλλον δυσοίωνα εν μέσω κρίσης) στη σκηνή του θεάτρου Επι Κολωνώ, στη λεπτοδουλεμένη παράσταση που σκηνοθέτησε ο Στέλιος Μάινας και απογείωσε με την ερμηνεία του ο Γιώργος Ψυχογιός.

Η Λούλα Αναγνωστάκη με την τριλογία της «Πόλης» κάνει την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο (1965) με τρία εμβληματικά, αυτοτελή μονόπρακτα («Η διανυκτέρευση», «η Πόλη» και η «Παρέλαση») που αναδείχτηκαν στην ιστορική παράσταση στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν.  Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η φράση «Η πόλη καίγεται» γεννήθηκε δύο μόλις χρόνια πριν έρθει η δικτατορία.

«Η πόλη» αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα  του «Ελληνικού θεάτρου του παραλόγου»- καταχρηστικός όρος με τον οποίο επιχειρήθηκε να προσεγγιστεί η ιδιαίτερη γραφή, με τις ποικίλες νοηματικές και υφολογικές αποχρώσεις της Λούλας Αναγνωστάκη. Από αυτό το αριστουργηματικό τρίπτυχο έργο, ο Στέλιος Μάινας επίλεξε  να ανεβάσει το μονόπρακτο της «Πόλης», καθώς διατηρεί, όπως και τα υπόλοιπα κείμενα, τη δική του αυτονομία.

Με επίκεντρο ένα δείπνο γνωριμίας σταδιακά εξελισσόμενο σε σαδιστικό παιχνίδι εξουσίας και κατάλυσης όλων των βεβαιοτήτων (προσωπικών και εμμέσως συλλογικών) η Αναγνωστάκη ύφανε μια βαθιά πολιτική, άγρια φάρσα.

Ένα ζευγάρι, σε εναγώνια, διαρκή αναζήτηση της δικής του πόλης στήνει κάθε τόσο μια ύπουλη παράσταση με στόχο να εξευτελίσει τον άτυχο που θα εισχωρήσει στο καταφύγιο της οικίας τους. Τα υποψήφια θύματα εναλλάσσονται και τώρα σειρά έχει ο μίζερος, μοναχικός φωτογράφος-ονομαστός για τα μακάβρια στιγμιότυπα που σκηνοθετεί κατά παραγγελία των πελατών του.

Ο Στέλιος Μάινας στη σκηνοθεσία του σεβάστηκε τις κοφτερές αμφισημίες του έργου, τα ξαφνικά περάσματα από το κωμικό στο τραγικό, χτίζοντας μεθοδικά μια ατμόσφαιρα  απειλητικής αβεβαιότητας.

Ο Βαγγέλης Ρόκος πρόβαλε μια επίπλαστη στωικότητα δίνοντας μια τίμια ερμηνεία στον διπρόσωπο χαρακτήρα του συζύγου (του Κίμωνα).

Η πυρετώδης νευρικότητα της Κάτιας Σπερελάκη δημιούργησε ως ένα βαθμό μια αξιοπρόσεκτη δραματική ένταση-σε ορισμένα σημεία όμως έπρεπε οι  τόνοι να χαμηλώσουν, αφήνοντας περισσότερο να αναπνεύσει η αινιγματική αύρα  της Ελισάβετ (της συζύγου).

Η πραγματική αποκάλυψη της παράστασης ήταν όμως ο Γιώργος Ψυχογιός. Τόσο δουλεμένος μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, στον απαιτητικό ρόλο του φωτογράφου έδωσε μια συγκινησιακά φορτισμένη ερμηνεία.

Εξαιρετικός ο ηχητικός σχεδιασμός και συγχρονισμός, με το ξεκίνημα και το σταμάτημα της μουσικής και τις υποβλητικές συνθέσεις των Lost Bodies. Λειτουργικό το αφαιρετικό  σκηνικό του Γιώργου Χατζηνικολάου ο οποίος υπογράφει και τα κοστούμια. Έξυπνη η αξιοποίηση των φωτισμών του Αντώνη Παναγιωτόπουλου στις δραματικές κουφώσεις του Γιώργου Ψυχογιού.

Η λιτή εικόνα της Πόλης που καίγεται στην τελευταία σκηνή  δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει ρίγη ανατριχίλας στον σύγχρονο θεατή. Τι είναι άραγε η Πόλη; Ένα σύνολο κανόνων για το πολιτικό παιχνίδι που γράφονται και ξεγράφονται αέναα,  χωρίς στην πραγματικότητα τίποτα να αλλάζει; Μια κραυγή αγωνίας για να οικοδομηθεί ένα καλύτερο μέλλον; Μια προφητεία για την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος; Πολλές σκέψεις μπορούμε να κάνουμε. Μη χάσετε τις δύο τελευταίες παραστάσεις τη Δευτέρα και την Τρίτη (το έργο παίζεται μέχρι τις 15 Απριλίου).

Μάνια Στάικου