«Μεφίστο»: κριτική θεάτρου

mefisto-2 Patroklos Skafidas
ΤΕΤΑΡΤΗ, 01 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014

Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Μεφίστο» που παρουσιάζεται για δεύτερη σεζόν στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη.

Η ιστορία κάνει κύκλους και το θέατρο ακολουθεί την επικαιρότητα, τόσο σε κυριολεκτικό όσο και σε αλληγορικό επίπεδο. Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν ότι τον τελευταίο καιρό βλέπουμε στη χώρα μας αρκετές παραστάσεις με αντιφασιστικό στίγμα, αντλώντας τις επιρροές τους από το παρελθόν για να προειδοποιήσουν για το αβέβαιο μέλλον. Μια από τις εξέχουσες παραστάσεις αυτής της τάσης είναι το «Μεφίστο» σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Κλάους Μαν σε διασκευή της Αριάν Μνουσκίνν. Το κοινό αγκάλιασε την παράσταση την περσινή σεζόν και όπως ήταν λογικό ανεβαίνει για δεύτερη σεζόν, στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Το «Μεφίστο» μπορεί να είναι ένα έργο με άμεσες και βαθύτατες πολιτικές προεκτάσεις, δεν είναι όμως πολιτικό με την ακριβή έννοια του όρου. Επιχειρεί να αναζητήσει την άνοδο του ναζισμού στην Γερμανία του Χίτλερ όχι μέσα από γενικές παρατηρήσεις και σχόλια, αλλά παρακολουθώντας τη στάση συγκεκριμένων ανθρώπων πάνω σε αυτό το φαινόμενο για να καταδείξει ότι δεν είναι κάτι που εμφανίσθηκε από το πουθενά, αλλά αναδύθηκε αργά και σταθερά με την ανοχή και τις ευλογίες του κόσμου που τυφλωμένος από τον καιροσκοπισμό του έχασε το δάσος και δεν κατάφερε να αντιληφθεί την ευρύτερη εικόνα.

Το κείμενο του Κλάους Μαν είναι βασισμένο πάνω σε αληθινά γεγονότα και επικεντρώνεται σε ένα θίασο κομμουνιστών ηθοποιών, και πιο συγκεκριμένα στον πρωταγωνιστή του, τον κομμουνιστή και ομοφυλόφυλο Χέντρικ Χέφγκεν. Όλοι οι χαρακτήρες βασίζονται πάνω σε αληθινά πρόσωπα, με απλώς αλλαγμένα τα ονόματα. Ο Χέφγκεν είναι ο Γκούσταφ Γκρύντγκενς, κορυφαίος Γερμανός ηθοποιός τον οποίο ο Μαν στηλίτευσε για την καταπάτηση των πιστεύω του και τη συνεργασία του με τους Ναζί. Ο Τόμας Μαν είναι ο Τόμας Μπρύκνερ και η αδερφή του, Έρικα Μαν που στην πορεία παντρεύτηκε τον Γκρύντγκενς, είναι η Έρικα Μπρύκνερ. Ο διαχωρισμός της πραγματικότητας από τη μυθοπλασία πραγματοποιείται μέσω του φαουστικού μύθου, κύρια πηγή έμπνευσης του Μαν στη συγγραφή του «Μεφίστο».

Patroklos Skafidas

Πρωταγωνιστής της παράστασης του Νίκου Μαστοράκη δεν είναι ο Χέφγκεν, αλλά η ιστορική μνήμη. Αυτό καθίσταται σαφές ήδη από την εναρκτήρια σκηνή όπου οι «τοίχοι» των ηθοποιών με το κοινό σπάνε, με τον Χάρη Φραγκούλη να ανακοινώνει απευθυνόμενος στον κόσμο ότι δεν είναι ο Κλάους Μαν, αλλά ένας ηθοποιός που τον υποδύεται. Οι αποστάσεις από τις καταστάσεις που ακολουθούν είναι δεδομένες με κύριο στόχο την προειδοποίηση ώστε να μην τις ζήσουμε ξανά.

Ο Χέντρικ Χέφγκεν υπάρχει ως φιγούρα στο κέντρο του έργου ώστε γύρω του να αναδειχθούν πολλές μικρότερες ιστορίες που τονίζουν τις αγωνίες και το χάσμα των κοινωνικών τάξεων της εποχής και πώς αυτές οδήγησαν επιπόλαια στην άνοδο του ναζισμού. Ο Θάνος Τοκάκης στο ρόλο του Χέντρικ διαθέτει ακριβώς εκείνα τα στοιχεία που θα μας κάνουν να τον συμπαθήσουμε στην αρχή, μόνο για να γίνει πιο σκληρή η ηθική αποκαθήλωσή του στη συνέχεια. Είναι ικανοποιητικός στην ερμηνεία του, αφού όπως είπαμε φτάνει που είναι εκεί για να λειτουργήσουν γύρω του τα άλλα «πιόνια».

Από το υπόλοιπο καστ ξεχωρίσαμε τον Χάρη Φραγκούλη που αποδεικνύει με σταθερά βήματα ότι πρόκειται για έναν από τους κορυφαίους ηθοποιούς της γενιάς του. Κατανοεί τη σοβαρότητα του ρόλου του όσο χρειάζεται ώστε κάποιες κωμικές εξάρσεις να μη βγαίνουν εκτός κλίματος και γεμίζει τη σκηνή με έναν τρόπο που αν συνεχίσει με τις ίδιες σωστές επιλογές, το μέλλον του ανήκει. Η Γιούλικα Σκαφιδά είναι επίσης εξαιρετική παρά το ότι ο ρόλος της δεν είναι από τους πρώτους και φαίνεται ότι η συμμετοχή της στην «Πάπισσα Ιωάννα» της έκανε πολύ καλό. Έχει πλέον στόφα πρωταγωνίστριας και αυτό βγαίνει ακόμη και αν δε γνωρίζεις την πορεία της.

Η στιβαρή παρουσία του Νίκου Ψαρρά προσθέτει αίγλη στην παράσταση, όπως επίσης και το πέρασμα του Μηνά Χατζησάββα που δυο-τρεις ατάκες του φτάνουν για να ξεχωρίσει. Η Βίκυ Βολιώτη διαθέτει την απαραίτητη λάμψη για το ρόλο της Εβραίας σταρ Καρόλα Μάρτιν, η Υβόνη Μαλτέζου μεταφέρει εύστοχα με κωμικό πνεύμα την μικροαστική σκέψη της εποχής και ο Στέφανος Μουαγκιέ ξεχωρίζει με την άψογα χορογραφημένη αιλουροειδής κίνησή του. Ο Δημήτρης Μαύρος αντικατέστησε τον Αλέξανδρο Λογοθέτη στο ρόλο του Όττο και ίσως χρειαστεί λίγο χρόνο να ενσωματωθεί στην ομάδα, όντας έτσι κι αλλιώς αρκετά διαφορετικός από τον προκάτοχό του.

Patroklos Skafidas

Η παράσταση διαρκεί 3,5 ώρες με το διάλειμμα και αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση αρνητικό, απλώς αν διατηρήσεις το «ζουμί» της τότε θα μπορούσε να έχει λίγο πιο σφιχτή διάρκεια. Ως σύνολο τα πάντα βρίσκονται στην εντέλεια, αφού οι ερμηνείες είναι υψηλού επιπέδου, η μουσική επένδυση του Σταύρου Γασπαράτου είναι εξαιρετική και υπογραμμίζει κάποιες σημαντικές σκηνές και οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη είναι υποδειγματικοί και τονίζουν τα σκηνικά που κάθε φορά μοιάζουν να αλλάζουν. Από όπου και να το δεις, είναι ό,τι περιμένεις από μια παράσταση του Εθνικού. Τα προβλήματα όμως εντοπίζονται στη διαχείριση του υλικού.

Το «Μεφίστο» είναι μια παράσταση που μένει πιστή στο υλίκό της, μένοντας ταυτόχρονα πιστή και στην προϋπάρχουσα φόρμα. Ίσως για αυτό αν και δεν μπορείς να βρεις κάποιο ψεγάδι, στα κρίσιμα σημεία σου λείπει το συναισθηματικό υπόβαθρο. Η ομότιτλη ταινία του Ίστβαν Σάμπο από το 1981 πέτυχε γιατί μεταξύ άλλων ήταν διατεθειμένη στο μέτρο του δυνατού να πειραματιστεί με το υλικό της.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι καλύτερες στιγμές της παράστασης είναι αυτές που σπάει τη φόρμα. Η εναρκτήρια σκηνή, το ειρωνικό καμπαρέ μέσα στο θέατρο, το θέατρο μέσα στο θέατρο με τις Μαρίνα Ασλάνογλου και Κωνσταντίνα Τάκαλου να ερμηνεύουν το πρώτο θεατρικό του Μαν, «Άνια και Εσθήρ», σε μια από τις πιο δυνατές σκηνές της παράστασης, και η αφήγηση των ίδιων των ηθοποιών προς το κοινό ώστε να προχωρήσει η πλοκή με έναν έυπεπτο και συνάμα διασκεδαστικό τρόπο. Αν πρέπει να αναζητήσουμε την πιο συναισθηματικά φορτισμένη σκηνή της παράστασης, αυτή βρίσκεται στο τέλος όταν οι ηθοποιοί ανεβαίνουν όλοι μαζί στη σκηνή και ένας-ένας παίρνουν το μικρόφωνο για να μας διηγηθούν την αληθινή ιστορία του χαρακτήρα που υποδύονται.

Ίσως να περιμέναμε μια πιο ριζοσπαστική και λιγότερο ασφαλή διαχείριση του έργου του Μαν, ακόμη και έτσι πάντως η ωμή δύναμή του και τα μηνύματα που περνά είναι δεδομένα και αν χάσατε πέρυσι το «Μεφίστο», αξίζει να το προλάβετε φέτος, να προβληματιστείτε μαζί του και να το αντιμετωπίσετε ως ένα ντοκουμέντο μνήμης.

Γιάννης Μόσχος