«Με τα δόντια»: κριτική θεάτρου

me-ta-dontia
ΠΕΜΠΤΗ, 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014

Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Με τα δόντια» που παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν.

Το «Με τα δόντια» του Θόρντον Ουάιλντερ είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση κωμωδίας. Για να καταλάβουμε καλύτερα το έργο και τα νοήματά του, γράφτηκε το 1942 όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρισκόταν ακόμη στην κορύφωσή του και η ανθρωπότητα είχε φτάσει στο χειρότερο ιστορικά σημείο της. Το γέλιο μπορούσε να έρθει μόνο από κάποιον τρίτο που σχηματίζεται ένα σαρδόνιο χαμόγελο στο πρόσωπό του καθώς παρακολουθεί την πορεία των ανθρώπων στη Γη μέσα στους αιώνες και κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι γραμμένο και το βραβευμένο με Πούλιτζερ έργο του σπουδαίου αμερικανού θεατρικού συγγραφέα.

Φέτος ανεβαίνει μετά από 60 χρόνια στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν και πριν αποφασίσετε να παρακολουθήσετε την παράσταση, καλό θα ήταν να γνωρίζετε μερικά πράγματα για αυτή. Γιατί αν περιμένετε μια στρωτή λογική υπόθεση με αρχή, μέση και τέλος, τότε μάλλον θα βρεθείτε προ εκπλήξεως και θα αργήσετε να μπείτε στο κλίμα. Η κωμωδία του Ουάιλντερ είναι κατάμαυρη, σκοτεινή και στον πυρήνα της θίγει πολύ σημαντικά θέματα γύρω από το την εξέλιξη του ανθρώπου. Ο σκηνοθέτης Γιάννης Μόσχος (καθαρά συμπτωματική η συνωνυμία με τον γραφόντα!) έχοντας έτοιμο έναν σουρεαλιστικό καμβά που δεν απαιτεί κατά γράμμα αναπαράσταση, τον διαπλάθει κατά βούληση διανθίζοντάς τον με πινελιές από την ελληνική πραγματικότητα.

Το κουβάρι της ιστορίας ξετυλίγεται από πολύ πίσω και πιο συγκεκριμένα από… την αρχή των πάντων. Παρακολουθούμε την οικογένεια Ανθρώπου, πρωταρχικό κύτταρο του ανθρώπινου γένους, καθώς ταξιδεύει μέσα στο χρόνο και τις καταστροφές παραμένοντας ουσιαστικά ίδια και απαράλλακτη. Στην πρώτη πράξη μεταφερόμαστε στην Εποχή των Παγετώνων, στη δεύτερη βρισκόμαστε σε ένα παραθαλάσσιο σκηνικό πριν από ένα μεγάλο κατακλυσμό με τον πατέρα της οικογένειας να κατέχει την ιδιότητα του Προέδρου των Θηλαστικών και στην τρίτη πηγαίνουμε πίσω στα συντρίμια του σπιτιού της πρώτης πράξης, αυτή τη φορά όμως μετά από έναν πολυετή πόλεμο. Πολλά αλλάζουν μέσα στους αιώνες, η οικογένεια Ανθρώπου διατηρείται ωστόσο αναλλοίωτη χωρίς να μαθαίνει τίποτα από τα λάθη της και συνεχίζει με την ίδια υπεροψία σαν να είναι το επίκεντρο του κόσμου με ο,τιδήποτε γυρίζει γύρω τους να αποτελεί υποχείριό τους.

Το έργο του Ουάιλντερ είναι στημένο έτσι που επιτρέπει τις διαφορετικές αναγνώσεις και ο Γιάννης Μόσχος μετά τις «Ασκήσεις για γερά γόνατα» (Θέατρο Τέχνης) και τις «Διασκεδαστικές Ιστορίας περί Θνητότητας» (Φεστιβάλ Αθηνών) δοκιμάζει μια αρκετά ελεύθερη διασκευή. Είναι τέτοια η ματιά του Ουάιλντερ που παραμένει διαχρονική και επίκαιρη σε κάθε εποχή, ο Γιάννης Μόσχος όμως προσθέτει πολλά στοιχεία της δικής μας πραγματικότητας κάνοντας το κείμενο πιο «δικό μας». Η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, η κουλτούρα του τσιφτετελιού και τηςκαλοπέρασης που μας οδήγησε στο χείλος του γκρεμού και οι κούφιες υποσχέσεις των πολιτικών μας, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παράσταση και παρουσιάζονται με τέτοιον τρόπο ώστε να μην αποτελούν ξένο σώμα σε αυτή αλλά να δένουν σαν να βρίσκονταν εξαρχής στο κείμενο.

Οι ηθοποιοί που συμμετέχουν είναι απόφοιτοι της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και ακόμη και αν δεν είχε τύχει για τους περισσότερους να συνεργαστούν ξανά μαζί, έχουν πολύ σφιχτή χημεία και σου δίνουν την αίσθηση της παρέας. Η Ιωάννα Παππά δε μας έχει συνηθίσει σε κωμωδίες, αντιλαμβάνεται πάντως πλήρως το πνεύμα του έργου και στον πιο σημαντικό ρόλο της παράστασης ως υπηρέτρια της οικογένειας Ανθρώπου δίνει μια πολυπρόσωπη ερμηνεία που αποδεικνύει γιατί θεωρείται από τις κορυφαίες ηθοποιούς της γενιάς της. Η Ιωάννα Μαυρέα φέρνει… «αέρα» Λένας Κιτσοπούλου στην παράσταση, κάτι που ταιριάζει απόλυτα με το πνεύμα της, ενώ και όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί (Φωτεινή Αθερίδου, Αντίνοος Αλμπάνης, Θανάσης Δήμου, Άγγελος Μπούρας) φέρνουν και αυτοί κάτι ο καθένας και το σημαντικότερο είναι ότι έχουν βρει κοινά σημεία επικοινωνίας μεταξύ τους.

Σίγουρα θα χρειαστείτε ένα δεκάλεπτο προσαρμογής στο πνεύμα της παράστασης και υπάρχουν κάποια αστεία που επαναλαμβάνονται ή τραβάνε περισσότερο απ’ ό,τι χρειάζεται σε σημείο να μη λειτουργούν στο μέτρο που θα μπορούσαν. Σίγουρο είναι όμως και ότι αν γνωρίζετε τι θα παρακολουθήσετε και μπείτε στην αίθουσα με ανοιχτό μυαλό για να δεχθείτε τα σουρεαλιστικά ερεθίσματα του Ουάιλντερ, θα έρθετε αντιμέτωποι με ένα διασκεδαστικό δίωρο, πνευματώδες και χιουμοριστικό, σύγχρονο και απελευθερωμένο από κάθε είδος ταμπού.

Γιάννης Μόσχος
[email protected]