«Ταρτούφος»: κριτική θεάτρου

tartoufos
ΤΕΤΑΡΤΗ, 13 ΜΑΙΟΥ 2015

Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Ταρτούφος» του Μολιέρου που παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου από τους This Famous Tiny Circus theater group.

Ο «Ταρτούφος» του Μολιέρου είναι ένα έργο που μας έρχεται από μια μακρινή εποχή, όταν η κωμωδία ήταν ακόμη ένα αυθεντικά αιρετικό είδος, φτιαγμένο για να σατιρίζει τα κακώς κείμενα της εποχής και να ενοχλεί τους ηγεμόνες. Γράφτηκε το 1664 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις Βερσαλλίες στο πλαίσιο καθιερωμένων εορτασμών-φεστιβάλ που συνήθιζε να διοργανώνει ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ο 14ος. Η σάτιρα του Μολιέρου προκάλεσε οξύτατες αντιδράσεις και έτσι με διάταγμα που εξέδωσε ο Αρχιεπίσκοπος των Παρισίων απαγορεύτηκε στους πιστούς της Μητροπόλεώς του «...να διαβάσουν ή να ακούσουν να  απαγγέλλεται η εν λόγω κωμωδία είτε δημόσια, είτε ιδιωτικά, επί ποινή αφορισμού...». Χρειάστηκαν πέντε χρόνια σκληρών προσπαθειών ώσπου να επιτραπεί τελικά στον Μολιέρο να παρουσιάσει το έργο του χωρίς περικοπές, στις 5 Φεβρουαρίου του 1669.

Αυτό το έργο επέλεξε λοιπόν να ανεβάσει η νεοσύστατη ομάδα θεάτρου “This Famous Tiny Circus theater group”. Παρακολουθεί το δρόμο από τη λογοκρισία προς την «απελευθέρωσή» του μέσα από τρεις επιστολές  που έστειλε ο Μολιέρος στον Λουδοβίκο κατά τη διάρκεια της πενταετούς διαμάχης τους, σπάζοντας έτσι τους τέσσερις τοίχους του «Ταρτούφου» για να δώσει μια νέα πιο φρέσκια οπτική γωνία στην κλασική υφή του. Με αυτή την αποστολή έχουν επιφορτιστεί οκτώ σύγχρονοι «γελωτοποιοί», επαναπροσδιορίζοντας τη θέση τους σε μια κοινωνία όπου ο Ταρτούφος έχει μετατραπεί σε έννοια, περικλείοντας κάθε λογής υποκρισία και πουριτανισμό.

Το βέβαιο για την παράσταση που παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου είναι ότι έχει δουλευτεί πολύ. Σε μετάφραση Ανδρέα Στάικου, σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μάρκελλου και δραματουργική επεξεργασία Ανδρέα Στάικου, Κωνσταντίνου Μάρκελλου και Ελένης Στεργίου, το κείμενο του Μολιέρου έχει έρθει στα μέτρα της ομάδας, χωρίς να χάνει την πρωταρχική του σημασία. Το μόνο θέμα σε αυτή την περίπτωση είναι πως το έργο του Μολιέρου έχει απολέσει στο πέρασμα των χρόνων την αιχμή του και μέσα στην απλοϊκότητά του έχει ξεθωριάσει. Αν έχει μείνει κάτι από όλη αυτή την ιστορία, είναι η διαμάχη του συγγραφέα με τον Λουδοβίκο, παρά η εξαπάτηση του αστού Οργκόν από τον επαρχιώτη Ταρτούφου. Από εκεί άλλωστε πηγάζει και η διαχρονικότητά του έως σήμερα. Ίσως για αυτό το λόγο το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της παράστασης είναι η γκροτέσκα εισαγωγή της που με περιπαικτικό τόνο διαφωτίζει την αιρετική φύση του έργου.

Το ανέβασμα ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα σε μια λεπτή γραμμή που το διαχωρίζει από μια παιδική παράσταση, ακόμη και όταν κάνει όμως αυτό το βήμα, το κάνει καλά. Η ζωντάνια και ο ενθουσιασμός των ηθοποιών (Ελένη Στεργίου, Κωνσταντίνος Δαλαμάγκας, Βασίλης Ψυλλάς, Δέσποινα Φούντα, Ράνια Φουρλάνου, Χριστίνα Μαριάνου, Μάριος Ράμμος, Αιμίλιος Αλεξανδρής) ίσως εν τέλει να οδηγούν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα, είναι πάντως όμορφο να βλέπεις νέους ανθρώπους που δεν κρύβουν τον ενθουσιασμό τους να κάνουν θέατρο. Δεκτές οι όποιες ενστάσεις για την κατεύθυνση, αλλά οι οκτώ ηθοποιοί δρουν άψογα ως σύνολο, χωρίς να ξεχωρίζει κάποιος περισσότερο. Και αυτό στην προκειμένη περίπτωση για το συγκεκριμένο έργο είναι θετικό και δείχνει το θετικό κλίμα και τη συνοχή της ομάδας.

Η σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μάρκελλου γεμίζει τη σκηνή και δεν αφήνει αχρησιμοποίητο κανέναν ηθοποιό καμία στιγμή. Στο φόντο της θεατρικής πράξης πάντα συμβαίνει κάτι που υπογραμμίζει ή σατιρίζει τις εξελίξεις στο προσκήνιο και προσθέτοντας χρώμα μέσω μπαλονιών δημιουργούνται κάποια πανέμορφα κάδρα (διπλής… έννοιας εν προκειμένω) που χτίζουν πολλαπλές αναγνώσεις και κάποιες φορές εφιστούν (δίχως να αποσπούν) την προσοχή από την κύρια πλοκή. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Γεωργίας Μπούρδα διαθέτουν την πλαστικότητα που απαιτεί η σκηνοθεσία, η μουσική του Γιώργου Κασαβέτη συνδυάζει το κωμικό με το τραγικό της φύσης του «γελωτοποιού», οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανασούλα βοηθούν στην κεφαλαιοποίηση της παράστασης και η επιμέλεια κίνησης της Χρυσηίδας Λιατζιβίρη συμβάλει τα μέγιστα στην ανάδειξη μιας μοντέρνας αισθητικής που είναι και το ζητούμενο.

Ο «Ταρτούφος» δεν είναι το πιο «εδώ και τώρα» έργο του παγκόσμιου θεάτρου, ταιριάζει ωστόσο άψογα στις ανάγκες των This Famous Tiny Circus theater group και μέσω αυτού μας συστήνουν τα στοιχεία που τους κάνουν ξεχωριστούς. Πρόκειται για μια παράσταση που καταρχάς θα σας διασκεδάσει, ακόμη και αν δε δηλώνετε ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία του 17ου αιώνα και που διαθέτει μέσα μερικές καταπληκτικές ιδέες που αν και στριμώχνονται κάπως μαζικά, αρκούν για να δημιουργήσουν ορισμένες στιγμές μεγαλείου. Η ελπίδα ελευθερίας παραμένει ασαφής στον «Ταρτούφο», η πολύχρωμη αισθητική της νέας αυτής ομάδας δημιουργεί πάντως ελπίδες ώστε να προσέξουμε τα επόμενα βήματά της.

Γιάννης Μόσχος
[email protected]