«Βit»: κριτική θεάτρου

bit
ΔΕΥΤΕΡΑ, 08 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για την παράσταση «Βit» της Μαγκί Μαρέν που παρουσιάστηκε στην Πειραιώς 260 στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών.

«Προσπάθησε ξανά. Απότυχε ξανά. Απότυχε καλύτερα». Τα λόγια του Σάμιουελ Μπέκετ ανταποκρίνονται στην άφθαρτη επιμονή της πολιτικοποιημένης Μαγκί Μαρέν, που εδώ και περισσότερο από τριάντα χρόνια δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο στην τέχνη και παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες αγωνίζεται να περάσει τα μηνύματά της. Ας μην ξεχνάμε ότι πέρα από τις ριζοσπαστικές της δημιουργίες συχνά έχει εκφράσει την αντίδρασή της με προσωπικές χειρονομίες.

Στο «Βit» -τίτλος που αναφέρεται στη στοιχειώδη μονάδα πληροφορίας όλων των δυαδικών υπολογιστικών συστημάτων τα οποία μπορούν να  ερμηνευτούν ως δύο λογικές εναλλακτικές θέσεις (π.χ. αληθές/ψευδές)- η Γαλλίδα χορογράφος βρίσκει την αναλογία σ’ αυτό που βιώνουμε σήμερα.

Όπως η ίδια δηλώνει σε συνέντευξη της στο ΕΦ, «περάσαμε, μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από ένα καταπιεστικό σύστημα παραδοσιακών αξιών, σ’ ένα ανεκτικό σύστημα μιας ψευδούς ελευθερίας. Και τα δύο λειτουργούν ως συστήματα που απορρέουν από την επιθυμία του καπιταλισμού να ελέγχει τους ανθρώπους μέσα από διαφορετικές διαδρομές».

Σε όλη της τη δουλειά η Μαγκί Μαρέν μοιάζει να κατατρύχεται από την πεποίθηση ότι «η έννοια της συλλογικότητας στις μέρες μας έχει εντελώς καταστραφεί από τον νεοφιλελεύθερο κόσμο μας». Ισως γι’ αυτό το συγκεκριμένο έργο ανατρέχει στο παρελθόν θυμίζοντας ομαδικούς παραδοσιακούς χορούς (από τη «φαραντόλα» μέχρι το «συρτάκι») που εκφράζουν τη σύμπνοια των ανθρώπων. Ωστόσο ο στόχος δεν είναι πάντοτε εφικτός και το «Βit» ασκεί κριτική στην κοινωνική δυσλειτουργία, αλλά και στις βίαιες ανθρώπινες σχέσεις που παραβιάζουν τις όποιες καλές προθέσεις.

Ακροβατώντας πάνω σε επτά κεκλιμένες πλάκες οι έξι χορευτές, κρατώντας σφιχτά το χέρι του διπλανού τους, αγωνίζονται να παραμείνουν ενωμένοι ακολουθώντας έναν φρενήρη ηλεκτρονικό ρυθμό που αναμιγνύεται με συγκεχυμένους ήχους πυροβολισμών.

Άλλοτε βρίσκουν ανακούφιση και άλλοτε αποτυγχάνουν τραγικά. Μέσα σε ένα απειλητικό ημίφως ξεπροβάλλουν μορφές βγαλμένες  από τη σύγχρονη εποχή αλλά και από την Ιστορία, οι οποίες δημιουργούν εξαιρετικές εικόνες παραπέμποντας σε έργα του Ντελακρουά, του Γκόγια ή του Μπος. Τίποτα δεν μένει ασχολίαστο: η διαφθορά των μοναχών (βιάζουν μια κοπέλα οδηγώντας την στην αυτοκτονία), τα ομαδικά όργια, η λατρεία του χρυσού, η δολοφονική τρέλα που παγιδεύει τον κόσμο στα γρανάζια της. Και στο τέλος καμία λύτρωση, κανένας τρόπος διαφυγής.

Μια παράσταση που αφυπνίζει και μας τρομάζει.

Ελένη Πετάση - [email protected]