Ιφιγένεια Γρίβα: «Πια το θέατρο δεν είναι μόνο στις σκηνές και στα φώτα»

ifigeneia-griba
ΠΕΜΠΤΗ, 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016

Η ηθοποιός Ιφιγένεια Γρίβα μας μιλά για την παράσταση «Διακόσιες δέκα χιλιάδες οκάδες βαμβακιού».

Φωτογραφίες: Χρυσαφένια Μόσχου

Όσο και αν μάθαμε το θέατρο στις κλασικές σκηνές, το σίγουρο είναι πως δεν περιορίζεται σε αυτές. Αρκεί η συνθήκη ενός ηθοποιού και ενός θεατή και το αποτέλεσμα είναι το ίδιο σε κάθε έκφανση της πραγματικότητας. Υπό αυτό το πρίσμα, η νέα παράσταση της Ιόλης Ανδρεάδη με τίτλο «Διακόσιες δέκα χιλιάδες οκάδες βαμβακιού» είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πείραμα, το οποίο με τη λογική του «θεάτρου-ντοκουμέντου» εξερευνά το Ιστορικό Αρχείο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Η παράσταση πραγματοποιείται στους διαδρόμους του ιστορικού κτιρίου και είναι εμπνευσμένη από πλήθος αρχειακών πηγών στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας.

Πρόκειται λοιπόν για την αναβίωση μιας ολόκληρης εποχής που έχει ξεχαστεί από τους σύγχρονους ρυθμούς ζωής, αλλά είναι εκείνο το παρελθόν που μάθαμε μέσα από διηγήσεις των παππούδων και των γιαγιάδων μας. Το ζητούμενο λοιπόν είναι η διαχείριση της μνήμης και η εξοικείωση σε ζητήματα ιστορίας.

Την ξενάγηση των θεατών (20 στον αριθμό) αναλαμβάνουν η Ιφιγένεια Γρίβα και η Κατερίνα Μισιχρόνη, ντυμένες με στολή αρχειονόμου. τα πρώτα λεπτά της συνάντησης, η μία καταγράφει το όνομα κάθε επισκέπτη και η άλλη χωρίζει τους θεατές σε δύο ομάδες: τους «Εργαζόμενους» και τους «Βιομήχανους». Όλοι μαζί εισέρχονται στο εσωτερικό του πρώην βιομηχανικού κτιρίου και ο κάθε θεατής φέρει ένα διακριτικό.

Είναι σίγουρα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πρότζεκτ της τρέχουσας θεατρικής σεζόν, συνεπώς δεν μπορούσαμε να μείνουμε αδιάφοροι και συναντήσαμε στο χώρο της παράστασης-περφόρμανς την Ιφιγένεια Γρίβα. Νέα ηθοποιός και απόφοιτος της δραματικής σχολής του Ωδείου Αθηνών, μας μίλησε για την παράσταση και μας υπόσχεται μια ξεχωριστή και διαφορετική θεατρική εμπειρία.

Καταρχάς πες μου πώς ξεκίνησε η όλη ιδέα, η οποία είναι πολύ πρωτότυπη. Πώς υλοποιήθηκε και πώς ήταν για εσάς η όλη διαδικασία; Είναι ερευνητική η παράσταση και στηρίχθηκε σε ένα αρχείο. Εσείς πώς μπήκατε σε όλο αυτό;

Ήταν ένα κάλεσμα που έγινε από την Ιόλη Ανδρεάδη που σκηνοθετεί την παράσταση, της οποίας προτάθηκε αυτό το θέμα πάνω στην κλωστοϋφαντουργία της Ελλάδος και συγκεκριμένα στην Πειραϊκή-Πατραϊκή. Όντως είναι κάτι πολύ πρωτότυπο, γιατί δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο. Πρώτη φορά ανοίγουν τα αρχεία της εταιρείας για να βγουν στο φως της δημοσιότητας και το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι γίνεται σε αυτό το χώρο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Άρα δεν έχουμε ένα θέατρο. Έχουμε κάποιες αίθουσες που μέσα έχουν αρχεία και βιβλία. Είναι άνθρωποι που εργάζονται και είναι χώροι καθημερινοί. Όταν λοιπόν προτάθηκε αυτό σε εμένα και την Κατερίνα, ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον. Γιατί η Πειραϊκή-Πατραϊκή έχει και μια ολόκληρη ιστορία από πίσω της. Είναι η μεγαλύτερη βιομηχανία που έχει υπάρξει ποτέ στην Ελλάδα που ξέρουμε πως η Ελλάδα δεν έχει βιομηχανία. Έχουν δουλέψει χιλιάδες πρόσφυγες επίσης στα εργοστάσια που είχε και υπό αυτή την έννοια είναι κάτι πολύ σύγχρονο. Βλέπουμε παντού πρόσφυγες. Οι Έλληνες ήταν πάντα πρόσφυγες. Άρα είναι θέματα που αφορούν και το σήμερα. Και όταν μπήκαμε στη διαδικασία και το ψάξαμε βλέπαμε ντοκιμαντέρ, διαβάσαμε βιβλία, είδαμε όσες διαφημίσεις μπορούσαμε να βρούμε, ήρθαμε εδώ, διαβάσαμε όσα αρχεία μας επιτράπηκε να έρθουμε σε επαφή και έτσι αρχίσαμε αυτό το ταξίδι.

Πόσο απαιτητικό ήταν να αποκτήσετε εξειδίκευση για αυτό το θέμα ώστε να μπορέσετε να το μεταφέρετε και στον κόσμο;

Κοίτα, αυτό θεωρώ είναι κάτι το οποίο έχει συνέχεια. Δηλαδή μου είναι δύσκολο να πω ότι έχω εξειδίκευση πάνω σε αυτό το θέμα, απλά αυτό που τολμώ να πω είναι ότι μου άνοιξε ένα παράθυρο που δεν το ήξερα και εγώ προσπάθησα να αγγίξω όσο περισσότερο μπορώ αυτό το θέμα. Γιατί δεν είναι μόνο η βιομηχανία ως βιομηχανία. Είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δούλεψαν εκεί μέσα. Ήταν ψυχές και είχαν ονόματα και ιστορία. Και όλο αυτό συνεχίζει ακόμη και μετά από μια παράσταση και δεν τελειώνει ποτέ. Κουβαλάς όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχουν δουλέψει σε αυτή τη βιομηχανία, την ιστορία που άφησαν, τα μέρη που περπάτησαν, τις δυσκολίες τους και τις ευκολίες τους, τα γέλια τους, τα πάντα.

Πώς πραγματοποιήθηκε η αναβίωση εκείνης της εποχής; Γιατί ουσιαστικά ανοίγετε έναν καινούριο κόσμο που ήταν λίγο ξεχασμένος από τη σημερινή κοινωνία.

Έχει πολύ ενδιαφέρον αυτή η ερώτηση που κάνεις γιατί μέσα από αυτά που διαβάσαμε και είδαμε αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι είχαμε και εμείς στην οικογένειά μας τέτοια βιώματα. Εμένα δηλαδή όλες μου οι γιαγιάδες ήταν ράφτρες. Που μπορεί να μη δούλεψαν στην Πειραϊκή-Πατραϊκή αλλά είχαν σχέση με αυτό και άρχισα να σκέφτομαι πώς δούλευε η γιαγιά μου, τι αξία είχε για αυτήν ένα κουμπί και ένα ύφασμα και αρχίσαμε από το ταξίδι της κλωστοϋφαντουργίας να ερχόμαστε μέσα στο δικό μας οικογενειακό δέντρο. Και αυτό αρχίζει να αγγίζει δικά μας προσωπικά ψυχικά σημεία.

Υπάρχει και μια νοσταλγία δηλαδή.

Υπάρχει, ναι, σίγουρα. Και μια ελπίδα βέβαια για το μέλλον. Εμένα αυτό που με αγγίζει πάρα πολύ είναι ότι υπάρχει νοσταλγία αλλά σε όλες αυτές τις μνήμες και τις δικές μας προσωπικές σχέσεις, όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν πια αλλά μένουν αυτά που έχουν φτιάξει. Δηλαδή όλες αυτές οι φωτογραφίες που έχουμε δει με την Πειραϊκή-Πατραϊκή, τα υφάσματα και τα λοιπά, οι άνθρωποι που τα παρήγαγαν δεν υπάρχουν πια. Οπότε εμείς είμαστε και ένας τρόπος να συνεχίσουμε την πληροφορία και να ακουστούν κάποια πράγματα που ίσως έχουν ξεχαστεί.

Πέρα από το προσωπικό κομμάτι, η σημερινή κοινωνία είναι σαν να έχει αφήσει αυτό το κομμάτι παραγωγής και να έχει εισέλθει σε μια πιο μαζική κατανάλωση στην οποία λείπει το προσωπικό στοιχείο και ο μόχθος. Πώς αυτό επηρεάζει γενικότερα την κοινωνία στον τρόπο που σκέφτεται λειτουργεί συγκριτικά με τότε;

Φαίνεται αυτό σε όλες τις εκφάνσεις της. Με τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε στους άλλους ανθρώπους για παράδειγμα. Γιατί πια σήμερα όλα είναι πολύ εύκολα. Πατάς ένα κουμπί και γίνεται. Ενώ τότε έπρεπε να δουλέψουν δεν ξέρω κι εγώ πόσοι άνθρωποι σε κάτι, στο να γίνει ένα μπουρνούζι ή ένα σεντόνι. Δεν ξέρω κι εγώ πόσοι έπρεπε να δουλέψουν. Τώρα όλα είναι τόσο εύκολα και φαίνεται και στις συμπεριφορές των ανθρώπων, στο ότι δεν ακούμε τους άλλους και δε μας ενδιαφέρει, ότι όλα είναι εξαγοράσιμα και δε μας αγγίζει τίποτα. Νομίζω ότι υπάρχει παντού μια αντίδραση στον τρόπο τον οποίο ζούμε.

Δηλαδή μπορεί να γενικευθεί ως μια εποχή πριν από το ίντερνετ και τα social media και άλλη μια μετά; Γιατί βλέπουμε και τα πάρτι και όλες τις εκδηλώσεις που έκαναν και το πώς διασκέδαζαν εκείνοι οι άνθρωποι.

Βέβαια. Διασκέδαζαν πραγματικά με την ψυχή τους. Εγώ υποδύομαι μια πρόσφυγα. Και οι περισσότεροι ήταν πρόσφυγες και είχαν περάσει πάρα πολλά. Προσφυγιά, Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Εμφύλιο και φαντάσου τι έχουν ζήσει τα οποία δεν μπορώ καν να διανοηθώ εγώ. Για αυτούς ο,τιδήποτε και αν συνέβαινε είχε αξία και ήταν μεγάλο. Δεν ήταν «εντάξει, έγινε και αυτό και έγινε και εκείνο». Τώρα έχουμε απίστευτη πληροφορία από παντού και πολλά από αυτά χάνονται. Και πριν από τα social media και το ίντερνετ νομίζω ότι οι άνθρωποι ζούσαν όχι ακριβώς πιο έντονα αλλά πιο γεμάτα. Κάθε στιγμή ήταν γεμάτη. Τουλάχιστον έτσι το έχω κι εγώ στο μυαλό μου.

Ποια ακριβώς είναι η σχέση με το κοινό που θα έρθει να δει την παράσταση;

Τουλάχιστον στο πρώτο κομμάτι θέλουμε να βάλουμε το κοινό στο κλίμα. Γιατί η παράσταση χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μισό εμείς είμαστε ερευνήτριες και θα βάλουμε το κοινό σε θέση ερευνητή αλλά με έναν απλοϊκό τρόπο. Δηλαδή πώς είναι να ψάχνεις κάτι όπως όταν παίζαμε κρυφτό σαν παιδιά. Κρύβουμε κάτι και λέμε «ωραία, για βρες το». Και απλά μπαίνεις σε αυτό τον παιδικό τρόπο και ουσιαστικά είναι αυτό που ανασύρεις κάθε φορά στο να θες να βρεις κάτι ή κάποιον στη ζωή σου να είσαι πιο παρατηρητικός και να έχεις τις αισθήσεις σου πιο ανοιχτές. Δεν είναι ακριβώς διαδραστικό αλλά ζητείται να μπει σε μια πολύ απλή μορφή έρευνας το κοινό.

Ο διαχωρισμός του κοινού γίνεται σε βιομηχάνους και εργάτες. Πού ακριβώς αποσκοπεί;

Αποσκοπεί ουσιαστικά στο να δείξουμε και να φανερώσουμε αυτούς τους δύο κόσμους. Δηλαδή και το κομμάτι των βιομήχανων είναι ένα τεράστιο στην Ελλάδα, δηλαδή του ανθρώπου που έχει μια εξουσία και έχει καταφέρει πολλά πράγματα, ενδεχομένως εκείνες τις εποχές μόνος του, προερχόμενος από τη φτωχή ή τη μεσαία τάξη. Και βέβαια είναι και το ακόμη πιο μεγάλο κομμάτι που είναι οι εργάτες. Το μεγάλο εκείνο κομμάτι που περνούσαν και δούλευαν για να γίνει όλο αυτό. Είναι οι αφανείς ήρωες ουσιαστικά. Είναι αυτές οι λίστες που βλέπουμε και στον πόλεμο και διαβάζουμε χωρίς να ξέρουμε κανέναν. Είναι όλοι αυτοί οι αφανείς που λόγω αυτών όμως έγινε αυτό που έγινε.

Πόσο έχει αλλάξει η σχέση των βιομηχάνων με τους εργάτες σήμερα; Έχει αλλάξει ή παραμένει στο ίδιο μήκος κύματος;

Νομίζω κάποια πράγματα παραμένουν ίδια. Δηλαδή είναι κάποιες σταθερές οι οποίες μένουν ίδιες. Σίγουρα οι βιομήχανοι θέλουν κάποια στιγμή να προσφέρουν κάτι στο εργατικό τους δυναμικό για να μη νομίζει και αυτό ότι το αφήνουν τελείως στην τύχη του και πάντα οι εργάτες είναι αυτοί που προσπαθούν για το μόχθο της κάθε μέρας, βλέπουν τους βιομήχανους σαν να είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό και ενδεχομένως θα ήθελαν και αυτοί κάποια στιγμή να πετύχουν ή να πάρουν περισσότερα. Νομίζω υπάρχουν κάποιες σταθερές που δεν αλλάζουν στο χρόνο.

Πιστεύεις ότι η παράσταση αναδεικνύει έναν καινούριο τρόπο για να προσεγγίσουμε ιστορικά κτίρια που έχουν ξεχαστεί λίγο σήμερα από το κοινό και ειδικά από τους νέους;

Θεωρώ ότι αυτή η παράσταση όντως δίνει μια τέτοια προσέγγιση με ένα διαφορετικό είδος θεάτρου. Και αυτό έχει αρχίσει να γίνεται τα τελευταία χρόνια με διάφορες παραστάσεις. Πια το θέατρο δεν είναι μόνο στις σκηνές και στα φώτα. Ο κόσμος αλλάζει και ακριβώς επειδή όλα είναι τόσο μαζικά, έχει ανάγκη το πιο προσωπικό. Να σε δει ο άλλος με τα μάτια και να ξέρει σε ποιον μιλάει, τι ρούχα φοράει και τι άρωμα έχει. Να υπάρχει δηλαδή κάτι με το οποίο να μπορεί ο άλλος να συνδεθεί και να μην είναι σε ένα σακί όπως όλα τα υπόλοιπα. Αλλάζουν οι μορφές και αυτή η παράσταση εντάσσεται σε αυτό το κλίμα. Και το ζητάει η κοινωνία νομίζω. Ωραία και τα άλλα και δε θέλω να τα μειώσω καθόλου αλλά και αυτό είναι κάτι αναγκαίο. Και θέατρο μπορείς να κάνεις παντού. Είσαι σε ένα σαλόνι και μπορείς να κάνεις θέατρο. Πρέπει να υπάρχει η συνθήκη θεατή και ηθοποιού αλλά δε χρειάζεται η σκηνή ως οίκημα. Όπως στις παρέες που κάποιος κάνει τον κλόουν και οι υπόλοιποι γελάνε. Και αυτό σαν θέατρο είναι. Εκείνη τη στιγμή κάποιος κάνει μονόπρακτο.

Εσένα ως νέα ηθοποιός τι είναι αυτό που σε παρακινεί και σου δίνει τον ίδιο ενθουσιασμό να συνεχίζεις να κάνεις θέατρο;

Σίγουρα έχει να κάνει με τι θα είναι αυτό το οποίο θα πραγματευτούμε και σίγουρα να εκτιμώ τους συνεργάτες και να ξέρω ότι μπορεί να γίνει μια πολύ καλή διάδραση μεταξύ μας. Και μέσα από αυτό που κάνω να βρίσκω συνέχεια νέους τρόπους να εκφραστώ και να μιλήσω στον κόσμο για αυτό το οποίο είναι σημαντικό που είναι απλά πράγματα όπως η ειλικρίνεια και η αγάπη.

Ατενίζεις το μέλλον σου ως ηθοποιός στη χώρα;

Ναι, πάρα πολύ. Αυτή είναι μια εποχή κρίσης αλλά είναι πολύ προσοδοφόρα για τους ηθοποιούς γιατί δεν είναι τίποτα σίγουρο οπότε κανείς δεν μπορεί να κάτσει να επαναπαυτεί, οπότε ψάχνει συνέχεια τρόπους και είναι σε μια εγρήγορση.

Μπορεί να βιοπορίζεται όμως;

Κοίταξε, αυτό είναι κάτι άλλο (γέλια). Νομίζω κανείς ηθοποιός δεν το κάνει αυτό για να βιοποριστεί. Με έναν τρόπο μπορεί. Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες αλλά σε αυτό τον κλάδο πάντα υπήρχαν δυσκολίες. Βέβαια δε νομίζω ότι κανένας το κάνει για τα λεφτά και αν το πει τότε λέει ψέματα. Κανείς δεν πρόκειται να βγάλει εκατομμύρια εκτός αν είναι μόνο σταρ του Χόλιγουντ. Αλλά δε νομίζω ότι μιλάμε για αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχουν χιλιάδες ηθοποιοί. Και στην πραγματικότητα στο θέατρο δεν ανταμείβεσαι με τα λεφτά. Χρειάζεται και αυτό, αλλά αυτό που παίρνεις δεν πληρώνεται.

Για τις εξελίξεις στο Φεστιβάλ Αθηνών που έχει γίνει χαμός έχεις να πεις κάτι;

Εγώ θεωρώ πως όλο αυτό που γίνεται τώρα με το φεστιβάλ είναι ένας συνδυασμός όλων αυτών των πραγμάτων που έχουν αρχίσει χρόνια και χτίζονται και κάποια στιγμή θα γινόταν το «μπαμ». Έγινε λοιπόν. Δεν είναι και ό,τι πιο ευχάριστο προφανώς. Σε προβληματίζει όλο αυτό. Αλλά δεν εκπλήσσομαι που έγινε. Έχουν αρχίσει να σκάνε οι βόμβες και το βλέπουμε συνέχεια. Αλλά δεν απογοητεύομαι κιόλας. Δε θα απογοητευτώ τώρα από τον Γιαν Φαμπρ με τίποτα (γέλια).

Τι άλλο κάνεις αυτή την περίοδο;

Από πέρυσι κάνω μια δράση στο Εθνικό Θέατρο που λέγεται «Επισκεπτήριο». Και κάνουμε θέατρο στο νοσοκομείο δίπλα στα κρεβάτια των ασθενών μέσα στο θάλαμο. Είναι προσωπική εμπειρία για έναν ασθενή, το πολύ για δύο. Το κάνω μαζί με τον Ηλία Κουνέλα και πέρυσι ήμασταν και με ένα άλλο παιδί, τον Στέλιο Ανδρονίκου που επειδή είναι Κύπριος έχει πάει και συνεχίζει τη δράση εκεί. Και συνεχίζουμε τη δράση μας τα πρωινά και μεσημέρια μας με αυτό.

Ταυτότητα Παράστασης

Σκηνοθεσία - Έρευνα Αρχείου - Συγγραφή Κειμένων: Ιόλη Ανδρεάδη. Κείμενο παράστασης: Ιόλη Ανδρεάδη& Άρης Ασπρούλης. Επιστημονική σύμβουλος: Λένα Μπενέκη. Σκηνογραφική επιμέλεια: Δήμητρα Λιάκουρα. Επιμέλεια φωτισμών: Χριστίνα Θανάσουλα. Οργάνωσης παραγωγής: ArtMinds.

Ερμηνεύουν: Ιφιγένεια Γρίβα και Κατερίνα Μισιχρόνη.

Παραστάσεις: 1 Απριλίου 2016 έως 23 Απριλίου.2016, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 20:00. Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό. Περιορισμένος αριθμός 20 θεατών ανά παράσταση. Απαραίτητη η κράτηση θέσεων, στο τηλέφωνο 210 3418011 (9:00-17:00). Διάρκεια παράστασης: 70 λεπτά

Ιστορικό Αρχείο: Δωρίδος 2 & Λεωφ. Ειρήνης 14, 177 78 Ταύρος

Τηλ.: 210 3418051 - www.piop.gr - e-mail: [email protected]

Γιάννης Μόσχος

[email protected]