Κριτική: σκιαγραφώντας με σάτιρα τη δομή της νεόπλουτης ελληνικής οικογένειας

bafta-maura
ΠΕΜΠΤΗ, 13 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016

Με θέμα την απληστία και στόχο την κριτική για την κοινωνική μας παθογένεια, το συγγραφικό δίδυμο Θανάσης Παπαθανασίου - Μιχάλης Ρέππας επανέρχεται στη σκηνή του θεάτρου «Λαμπέτη» με την καινούργια τους φαρσοκωμωδία «Βάφ’ τα μαύρα».

Σ’ αυτήν, οι πιο σύγχρονοι διαχειριστές του είδους, δεν ασχολούνται με τους μετανάστες και τη συνύπαρξή τους με την, γεμάτη προκαταλήψεις, εγχώρια πραγματικότητα -όπως σε τρία προηγούμενα έργα τους- αλλά η σατιρική ματιά τους συγγενεύει με την πρώτη τους αξιόλογη φάρσα «Μπαμπάδες με ρούμι».

Και πάλι η ιστορία βυθίζεται στην επαίσχυντη δομή μιας νεόπλουτης ελληνικής οικογένειας που φτάνει μέχρι τον «φόνο» προκειμένου να μοιράσει τα τρις εκατομμύρια ευρώ που έχει αφήσει στην ασφάλειά του ο μακαρίτης. Σκιαγραφώντας οικείους τύπους της διπλανής πόρτας, το κείμενο καυτηριάζει με ανάλαφρο τρόπο τη ρηχότητα, την έλλειψη ήθους και τον άνευ ορίων κυνισμό των ανθρώπων που κυνηγούν το χρήμα.

Η αχόρταγη πρώην σύζυγος (ξεχωρίζει με το μπρίο και τη λαϊκή της αμεσότητα η Νικολέττα Βλαβιανού) και ο γιος της (εύστοχος στις αντιδράσεις του ο Γιάννης Τσιμιτσέλης) κονταροχτυπιούνται με την νυν, κυπριακής καταγωγής, σύζυγο (ενίοτε υπερβολική αλλά εντός κλίματος η Μαρία Φιλίππου), την κόρη της (διακοσμητική στο μικρό της ρόλο η Δήμητρα Στογιάννη) και τον γαμπρό της (επαρκής ο Ευθύμης Ζησάκης).

Μέχρι που εμφανίζεται η ερωμένη του εκλιπόντος (αν και διασκεδαστική, χρειάζεται ακόμη δουλειά για να αποκτήσει το δικό της κωμικό στίγμα η Νίκη Λάμη), διατυμπανίζοντας ότι ο Θανάσης πέθανε στην αγκαλιά της από υπερβολική δόση κοκαΐνης και θα αποκαλύψει το μυστικό στην ασφαλιστική εταιρεία αν δεν της δοθεί ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.

Και τότε γεννιέται η ιδέα της εξολόθρευσής της.

Ανάμεσα σε τραγελαφικές καταστάσεις, ανατροπές και αρκετές έξυπνες ατάκες που διαδέχονται η μία την άλλη, κυρίαρχη -σπαρταριστή- φιγούρα η ενοχλητική γειτόνισσα της ιδιαίτερα καλής Μαίρης Σταυρακέλη που κάθε τόσο εμφανίζεται απρόσκλητη στο σπίτι του «αλληλοσπαραγμού» εκμαιεύοντας το αβίαστο γέλιο του κοινού.

Το γέλιο, εξάλλου, αποτελεί κύριο μοχλό των συγγραφέων-σκηνοθετών που πετυχαίνουν τη δημιουργία μιας ευφρόσυνης βραδιάς, παρότι η παράστασή τους δεν αποφεύγει κάποιες «κοιλιές» και αδυναμίες, ενώ διαθέτει ένα σχεδόν ενοχλητικό παλιομοδίτικο (;) σκηνικό (Ιούλιος Τζιάτας).

ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ