Who is who: Αλέν Ντελόν

who-is-who-alen-ntelon

Πηγή φωτογραφιών:ΙΜDb

ΚΥΡΙΑΚΗ, 08 ΙΟΥΛΙΟΥ 2012

Όσα χρόνια κι αν περάσουν κι όσο κι αν γκριζάρουν τα μαλλιά του, το βλέμμα του Αλέν Ντελόν παραμένει ίδιο με τη δεκαετία του ’60, που τα κορίτσια σχημάτιζαν ουρές έξω από τους κινηματογράφους για να τον απολαύσουν. Σήμερα, όσο κι αν έχει ανακοινώσει την αποχώρησή του από το χώρο, φαίνεται να μην μπορεί να τον αποχωριστεί τόσο εύκολα.

Στις 8 Νοεμβρίου 1935 στα νότια προάστια του Παρισιού, η Εντίθ και ο Φαμπιάν Ντελόν έφεραν στον κόσμο τον μικρό Αλέν Φαμπιάν Μορίς Μαρσέλ Ντελόν, η ευτυχία τους, όμως, δεν κράτησε πολύ, αφού χώρισαν όταν Ντελόν ήταν ακόμη τεσσάρων χρονών. Μεγαλώνοντας, ο Αλέν Ντελόν αποδείχθηκε ατίθασος έφηβος που συχνά αντιμετώπιζε προβλήματα στο σχολείο και είχε πολλές φορές αποβληθεί. Οι δάσκαλοι παρ’ όλ’ αυτά έβλεπαν μια κλίση σε αυτόν στα θρησκευτικής φύσεως μαθήματα και τον παρότρυναν να γίνει ιερέας.

Στα 14 παράτησε το σχολείο και εργάστηκε για λίγο στο κρεοπωλείο του πατριού του, ενώ στα 17 μπήκε στο Γαλλικό Ναυτικό και υπηρέτησε στην Ινδοκίνα ως αλεξιπτωτιστής. Αν και η στρατιωτική του θητεία κράτησε 4 χρόνια, ο Ντελόν πέρασε σχεδόν τον 1 χρόνο στη φυλακή λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς την οποία ακόμη δεν είχε καταφέρει να τιθασεύσει.

Όταν επέστρεψε στη Γαλλία έκανε διάφορες δουλειές για να βγάλει τα προς το ζην, από γραμματέας μέχρι σερβιτόρος και πωλητής. Αυτό το διάστημα ήταν που γνώρισε την ηθοποιό Μπριζίτ Ομπέρ, με την οποία βρέθηκε μαζί στο Φεστιβάλ Καννών. Εκεί, βρέθηκε στο δρόμο του κυνηγού ταλέντων Ντέιβιντ Ο. Σέλτζνικ, ο οποίος μετά από διάφορα τεστ, του πρόσφερε συμβόλαιο με την προϋπόθεση να μάθαινε αγγλικά. Κι έτσι σιγά-σιγά θα ξεκινούσε και η καριέρα του στον κινηματογράφο.

Το αστέρι της Γαλλίας

Ο Ντελόν ακολούθησε τη συμβουλή του Σέλτζνικ και ξεκίνησε μαθήματα αγγλικών, συναντώντας, όμως τον Γάλλο σκηνοθέτη Ιβ Αλεγκρέ, πείστηκε ότι θα έπρεπε να παραμείνει στη Γαλλία για να ξεκινήσει την καριέρα του. Έτσι κι έγινε, κάνοντας το ντεμπούτο το 1957 με το «Quand la femme s'en mêle» του Αλεγκρέ, ενώ δυο χρόνια αργότερα το «Faibles femmes» προβάλλεται και στην Αμερική σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία και κάνοντας το όνομά του γνωστό στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στα πρώτα του κι όλα βήματα. Την ίδια χρονιά αρραβωνιάζεται την… «πριγκίπισσα Σίσσυ» Ρόμι Σνάιντερ, την οποία γνώρισε στα γυρίσματα της ταινίας «Κριστίν» του Πιέρ-Γκασπάρ Ουίτ, ο αρραβώνας τους, όμως θα λήξει το 1964 και ο Ντελόν θα παντρευτεί τη Ναταλί Ντελόν, με την οποία θα κάνει ένα γιο.

Το 1960 συνεργάζεται με τον Ρενέ Κλεμέντ για το «Γυμνοί στον ήλιο», βασισμένο στο μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ «O ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ», ερμηνεύοντας τον πρωταγωνιστή, Τομ Ρίπλεϊ (τον οποίο γνωρίζουμε και το 1999 από τον Ματ Ντέιμον) και λαμβάνοντας καλές κριτικές. Την ίδια χρονιά τον συναντούμε στο ιταλογαλλικό «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του» του Λουκίνο Βισκόντι, όπου βρίσκεται στο ίδιο καστ με την Κατίνα Παξινού και υποδύεται τον Ρόκο, μέλος μιας ιταλικής οικογένειας, ο οποίος μαζί με τα αδέλφια του παλεύει να προσαρμοστεί στο στυλ ζωής της πόλης του Μιλάνου και να επιβιώσει, επιθυμώντας, όμως, με τον έναν αδερφό του την ίδια γυναίκα. Οι κριτικές είναι και πάλι ευνοϊκές.

Το ’61 συνεργάζεται και πάλι με τον Κλεμέντ στο «Che gioia vivere» και το 1962 ο μεγάλος σκηνοθέτης Μικελάντζελο Αντονιόνι τον καθοδηγεί στον ρόλο του ως Πιέρο στη δραματική ταινία «Η έκλειψη», στο πλευρό της Μόνικα Βίτι.

Το 1963 συνεργάζεται ξανά με τον Βισκόντι στον «Γατόπαρδο» μαζί με τον Μπαρτ Λάνκαστερ και την Κλαούντια Καρντινάλε, κερδίζοντας υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, ως πολλά υποσχόμενος νέος ηθοποιός. Ένα χρόνο μετά τον βρίσκουμε μαυροφορεμένο καβαλάρη στη «Μαύρη τουλίπα» από το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά, όπου ο Ντελόν υποδύεται δύο δίδυμους αδερφούς και την ίδια χρονιά, βρίσκεται και πάλι υπό την καθοδήγηση του Κλεμέντ στην ταινία «Ο τυχοδιώκτης» με την Τζέιν Φόντα στο πλευρό του.

Στην «Κίτρινη Ρολς Ρόις» βρίσκεται στο ίδιο καστ με τον Ομάρ Σαρίφ, την Ίγκριντ Μπέργκμαν, τη Σίρλεϊ Μακ Λέιν και τη Ζαν Μορό, ενώ στη «Χαμένη Ταξιαρχία» το 1966, βρίσκεται συμπρωταγωνιστής με τον Άντονι Κουίν και τον Τζορτζ Σίγκαλ σε ένα πολεμικό δράμα, που εκτυλίσσεται στην εποχή του πολέμου της Αλγερίας. Την ίδια χρονιά βρίσκεται στο αμερικάνικης παραγωγής γουέστερν «Texas across the river» μαζί με τον Ντιν Μάρτιν και λίγο αργότερα σκηνοθετείται και πάλι από τον Κλεμέντ, σε σενάριο Γκορ Βιντάλ και Φράνσις Φορντ Κόπολα, στο πολεμικό δράμα «Το Παρίσι φλέγεται» με αστέρες στο πλάι του όπως Ζαν-Πoλ Μπελμοντό, Ζαν-Πιέρ Κασέλ, Κερκ Ντάγκλας, Όρσον Γουέλς, κ.ά

Στο «Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο» του Ζαν Πιερ Μελβίλ, τον βρίσκουμε με την τότε γυναίκα του, Ναταλί Ντελόν και ακολουθούν το ’68 οι ταινίες «Histoires extraordinaires» του Φεντερίκο Φελίνι, Λουί Μαλ και Ροζέ Βαντίμ, με την Τζέιν Φόντα και την Μπριζίτ Μπαρντό στο πλευρό του, «Το κορίτσι με την μοτοσικλέτα» με τη Μάριαν Φέιθφουλ και το «Αντίο φίλε!» με τον Τσαρλς Μπρόνσον.

Το 1969 συμπρωταγωνιστεί και πάλι με τη Ρόμι Σνάιντερ στην «Πισίνα» του Ζακ Ντερέ, ενώ την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στην πρώτη ταινία της δικής του εταιρίας παραγωγής ονόματι Adel, με τίτλο «Jeff».

Ο «ωραίος σκληρός» του ευρωπαϊκού κινηματογράφου

Η δεκαετία του ’70 μπαίνει με το δεξί για τον «αγέλαστο», αλλά έναν από τους πιο γοητευτικούς άντρες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου με το «Borsalino», στο οποίο βρίσκεται και πάλι με τον Ζαν-Πoλ Μπελμοντό, σε μια γκανγκστερική ταινία που σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία και σύμφωνα με το περιοδικό Empire ανήκει στις 20 καλύτερες ταινίες του είδους. Ο Ντελόν ζει αυτό που επιθυμούσε, ότι «θέλει να τον αγαπούν όπως αγαπάει αυτός τον εαυτό του». Λίγο αργότερα πρωταγωνιστεί στην προτελευταία ταινία του Μελβίλ «Κόκκινος Κύκλος», η οποία είναι γνωστή και για την μεγάλης διάρκειας τελευταία σκηνή της, που διαρκεί 30 λεπτά.

Το 1972 ο Λέων Τρότσκι παίρνει τη μορφή του Ρίτσαρντ Μπάρτον και ο Αλέν Ντελόν αυτή του δολοφόνου του, Φρανκ Τζάκσον στο «Η δολοφονία του Τρότσκι» και την ίδια χρονιά βρίσκεται στην τελευταία ταινία του Μελβίλ, «Ο μπάτσος», στο πλευρό της Κατρίν Ντενέβ, υποδυόμενος τον αστυνομικό. Το ’73 στον ρόλο του Ζινό που βγαίνει από τη φυλακή με στόχο να ζήσει μια νόμιμη και ήρεμη ζωή, χωρίς να τα καταφέρνει, βρίσκεται στο «Δυο ξένοι στην ίδια πόλη» συναντώντας και τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Λίγο αργότερα υποδύεται τον «Αριβίστα» με τις οδηγίες του Πιέρ Γκρανιέ-Ντεφέρ και το ’75 φοράει τη μάσκα του Ζορρό στο «Ο Ζορρό χτυπά κάθε αυγή», ενώ λίγο αργότερα μπαίνει και πάλι στο ρόλο αστυνομικού στην «Ιστορία ενός μπάτσου» του Ζακ Ντερέ.

Τα βραβεία και το πέρασμα πίσω από τις κάμερες

Ο Ντελόν μπορεί ποτέ να μην «έπιασε» ποτέ το Χόλιγουντ και τα Όσκαρ, κατάφερε, όμως, να βρεθεί υποψήφιος ως καλύτερος ηθοποιός στο γαλλικό αντίστοιχο, το βραβείο Σεζάρ, το 1977 ως «Κύριος Κλάιν».

Στο μεταξύ, αρχίζει να δείχνει ενδιαφέρον και για τη συγγραφή σεναρίου, αλλά και για τη θέση του σκηνοθέτη. Το 1976 υπογράφει το σενάριο μαζί με τον Χοσέ Τζιοβάνι του «Comme un boomerang», ενώ λίγο αργότερα βρίσκεται ξανά υποψήφιος για βραβείο Σεζάρ με την ερμηνεία το στο «Θάνατο ενός διεφθαρμένου», όπου πρωταγωνιστεί με την Ορνέλα Μούτι.

Το 1980 υπογράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί στο «3 φορές σκληρός» του Ζακ Ντερέ κι ένα χρόνο αργότερα ο Ντελόν είναι παραγωγός, σκηνοθετεί, προσαρμόζει το σενάριο από τη νουβέλα του Ζαν Πατρίκ Μανσέτ και πρωταγωνιστεί στο «Τομάρι ενός μπάτσου». Το 1982 γράφει το σενάριο του «Sok» όπου πρωταγωνιστεί με την Κατρίν Ντενέβ και το ’83 περνάει και πάλι από όλες τις θέσεις (σκηνοθέτη, σεναριογράφου και πρωταγωνιστή) στο δραματικό θρίλερ «Ο μαχητής» ερμηνεύοντας έναν πρώην φυλακισμένο που μόλις αποφυλακίζεται προσπαθεί να διαλευκάνει την υπόθεση που τον έστειλε στη φυλακή.

Το 1984, σκηνοθετείται από τον Μπερτράν Μπλιέ στην κομεντί «Το αρσενικό» και καταφέρνει να κερδίσει το βραβείο Σεζάρ ως καλύτερος ηθοποιός, μετά από 2 υποψηφιότητες. Τον επόμενο χρόνο, στη δραματική ταινία δράσης «Ο λόγος του μπάτσου» κρύβεται και πάλι πίσω από το σενάριο, ενώ ερμηνεύει και το τραγούδι «I don’t know» που βρίσκεται στο σάουντρακ της ταινίας και το ’86 υπογράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί στο «Le passage».

Το 1987 παντρεύεται την Ροζαλί Βαν Μπρίμεν με την οποία κάνει 2 παιδιά και χωρίζει μετά από αρκετά χρόνια, το 2001. Το ’88 βρίσκεται για άλλη μια φορά στο Σώμα της Αστυνομίας ως επιθεωρητής στο «Ne réveillez pas un flic qui dort» του οποίου υπογράφει και το σενάριο και το 1990 ταξιδεύει με ωτοστόπ στο «Nouvelle vague» με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ να τον σκηνοθετεί και την ταινία να «ταξιδεύει» στο Φεστιβάλ Καννών, με το οποίο ο Ντελόν διατηρεί μια κόντρα - έχει κατηγορήσει στο παρελθόν το Φεστιβάλ και τον Υπουργό Πολιτισμού ότι άφησαν εκτός την ταινία του «Το αρσενικό» εξ αιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων (ο Ντελόν έχει εκφράσει πολλές φορές τις ακροδεξιές του πεποιθήσεις).

Το όνομά του στον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και στο σενάριο βρίσκεται ξανά στο «Dancing Machine», ενώ το 1992 μπαίνει στο ρόλο του Καζανόβα στην «Επιστροφή του Καζανόβα». Με το σενάριο ασχολείται και στο «Un crime», ενώ συνεχίζει τη δεκαετία του ’90 με διάφορες συνεργασίες όπως ξανά με τον Ντερέ στο «The teddy bear» («L’ours en peluche»), τον Πατρίς Λεκόν στο «Ανάμεσα σε 2 μπαμπάδες» με τη Βανέσα Παραντί και τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, ενώ το ’97 δηλώνει ότι αποχωρεί από τον χώρο. Παρά τη δήλωσή του, όμως, τη δεκαετία του 2000 εμφανίζεται σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές και τηλεταινίες, ενώ το 2008 μεταμορφώνεται σε κινηματογραφικό Ιούλιο Καίσαρα στην κωμωδία «Ο Αστερίξ και οι Ολυμπιακοί αγώνες» βρίσκοντας ξανά τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ.

Ο διάσημος Γάλλος ηθοποιός έχει γράψει ιστορία στον κινηματογράφο ερμηνεύοντας συχνά τον ρόλο του «κακού» με ανησυχητική ευκολία, όπως, όμως, ο ίδιος αναφέρει, πάντα προσπαθούσε να παίζει τους ρόλους του σαν να ήταν αυτός. Μια βιογραφία που έχει κυκλοφορήσει με τίτλο «Τα μυστήρια του Ντελόν», τον θέλει να εμπλέκεται σε διάφορες παράνομες δραστηριότητες και να σχετίζεται με τον υπόκοσμο, χωρίς, όμως, να προκύπτουν ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος του.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «Quand la femme s'en mêle» (1957), «Sois belle et tais-toi» (1958), «Christine» (1958), «Faibles femmes» (1959), «Le chemin des écoliers» (1959), «Plein soleil» (1960), «Rocco e i suoi fratelli» (1960), «Che gioia vivere» (1961), «Amours célèbres» (1961), «L’ eclisse» (1962), «Le diable et les dix commandements» (1962), «Mélodie en sous-sol» (1963), «Il gattopardo» (1963), «L'amour à la mer» (1964), «La tulipe noire» (1964), «Les félins» (1964), «L’ insoumis» (1964), «The Yellow Rolls-Royce» (1964), «Once a thief» (1965), «Lost command» (1966), «Texas across the river» (1966), «Paris brûle-t-il?» (1966), «Les aventuriers» (1967), «Le samurai» (1967), «Diaboliquement vôtre» (1967), «Histoires extraordinaires» (1968), «The girl on a motorcycle» (1968), «Adieu l’ ami» (1968), «La piscine» (1969), «Jeff» (1969), «Le clan des Siciliens» (1969), «Borsalino» (1970), «Le cercle rouge» (1970), «Madly» (1970), «Fantasia chez les ploucs» (1971), «Doucement les basses» (1971), «Soleil rouge» (1971), «La veuve Couderc» (1971), «The assassination of Trotsky» (1972), «La prima notte di quiete» (1972), «Un flic» (1972), «Shock» (1973), «Scorpio» (1973), « Les granges brûlées» (1973), «Tony Arzenta» (1973), «Deux hommes dans la ville» (1973), «La race des 'seigneurs'» (1974), «Les seins de glace» (1974), «Borsalino and Co.» (1974), «Zorro» (1975), «Flic story» (1975), «Le gitan» (1975), «Mr. Klein» (1976), «Comme un boomerang» (1976), «Le gang» (1977), «Armaguedon» (1977), «L'homme pressé» (1977), «Mort d’ un pourri» (1977), «Attention, les enfants regardent» (1978), «The concorde… Airport ‘79» (1979), «Le toubib» (1979), «3 hommes à abattre» (1980), «Tegeran-43» (1981), «Pour la peau d’ un flic» (1981), «Sok» (1982), «Le battant» (1983), «Un amour de Swann» (1984), «Notre histoire» (1984), «Parole de flic» (1985), «Le passage» (1986), «Ne réveillez pas un flic qui dort» (1988), «Nouvelle vague» (1990), «Dancing machine» (1990), «Le retour de Casanova» (1992), «Un crime» (1993), «L’ours en peluche» (1994), «Les cent et une nuits de Simon Cinéma» (1995), «Le jour et la nuit» (1997), «Une chance sur deux» (1998), «Astérix aux jeux olympiques» (2008).

Φωτογραφίες: www.imdb.com