Κριτική ταινίας:«Τhe Master»

kritiki-tainiasthe-master

ΠΕΜΠΤΗ, 06 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2012

Στο φετινό Φεστιβάλ της Βενετίας, ο πολλά υποσχόμενος αμερικανός σκηνοθέτης Πωλ-Τόμας Άντερσον κάνει τα αποκαλυπτήρια της νέας του ταινίας, «The Master» εκπλήσσοντας τους κριτικούς και προκαλώντας άφθονες συζητήσεις.

«Τhe Master»

Η ταινία εκθέτει με λεπτομερή τρόπο τη σχέση μεταξύ ενός βετεράνου νευρωτικού αλκοολικού και ενός «Δασκάλου», ενός γκουρού-αρχηγού μιας αίρεσης, πιθανότατα της Σαϊεντολογίας…

Προβάλλεται ως «φιλμ-Έκπληξη» στη Βενετία και συνιστά αυτομάτως μια ταινία-γεγονός. Κατάφερε να αποκομίσει δύο βραβεία, τον Αργυρό Λέοντα για τη σκηνοθεσία του Πωλ-Τόμας Άντερσον και το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας μοιρασμένο στους δύο πρωταγωνιστές Γιοακίν Φοίνιξ και Φιλίπ Σέιμουρ Χόφμαν. Ο Χρυσός Λέων απονεμήθηκε στον Κιμ Κι-Ντουκ για την ταινία του «Pieta».

Ο Φρέντι Κουέλ (Γιοακίν Φοίνιξ) είναι ένας ναυτικός με νωπά τα τραύματα του πολέμου, καθώς μόλις γύρισε από το ιαπωνικό μέτωπο. Πρόκειται για ένα χαρακτήρα γεμάτο νευρώσεις και ψυχολογικά αδιέξοδα, με εμμονές και φαντάσματα του παρελθόντος να τον κυνηγούν. Ασυγκράτητος και παρορμητικός, συχνά δεν μπορεί να ελέγξει τα βίαια ένστικτά του. Όλα τα παραπάνω ενσαρκώνονται εύστοχα στο παραμορφωμένο του πρόσωπο, με μια ουλή και τη μία άκρη του στόματος να κλείνει προς τα κάτω επιδεικτικά, αναπαριστώντας εύγλωττα την ανισορροπία που τον διακρίνει. Μετά από κάποιες περιπλανήσεις θα γνωρίσει έναν γκουρού, το Λάνκαστερ Ντοντ (Φιλίπ Σέιμουρ Χόφμαν), έναν τσαρλατάνο που αυτοπροβάλλεται ως ο επινοητής μιας μεθόδου βελτίωσης της προσωπικότητας μέσω της μνήμης.

Βαθμιαία, ο Φρέντι πέφτει θύμα της σαγήνης και της ψυχολογικής επιρροής που του ασκεί ο «Μάστερ», εξέλιξη αναμενόμενη, αν αναλογιστούμε την αδιέξοδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Φρέντι. Όπως έχει παρατηρηθεί, τα περισσότερα θύματα των αιρέσεων είναι άνθρωποι αδύναμοι, καταρρακωμένοι ψυχολογικά που ψάχνουν να βρουν κάποιο στήριγμα και κάπου να πιστέψουν. Μια έντονη σχέση αναπτύσσεται μεταξύ του Φρέντι και του Λάνκαστερ, σχέση μαθητή και δασκάλου, υπηρέτη και αφεντικού.

Η ταινία δομείται πάνω στη χειραγώγηση που ασκεί ο γκουρού στο «κοπάδι» του, μια ομάδα ανθρώπων, οι εικόνες εστιάζοντας στην καθοδήγηση του Φρέντι. Ο γεμάτος ζωώδη ένστικτα Φρέντι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το καθαρό και τακτοποιημένο στυλ του «Δασκάλου» του με το ροδαλό πρόσωπο και ένα βλέμμα γεμάτο βεβαιότητα για τις ιδέες του. Ο τρόπος αναπαράστασης του συσχετισμού αυτών των δύο ανθρώπων θα λέγαμε ότι παραπέμπει στην τριμερή διαίρεση της ψυχής κατά τον Πλάτωνα: ο γκουρού αντιπροσωπεύοντας το πνεύμα, τη λογική, το «διανοητικό» μέρος ενώ ο μαθητής-οπαδός Φρέντι ενσαρκώνει το άλλο άκρο «το επιθυμητικό», αυτό που έχει να κάνει με τις ηδονές και την παρόρμηση.

Ο Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν αποδίδει αριστοτεχνικά τον ψεύτικο προφήτη. Ο Γιοακίν Φοίνιξ, από την άλλη, εισχωρεί πολύ πειστικά στο ρόλο του χαμένου και θλιμμένου βετεράνου. Σαν «απολωλός πρόβατο» και σαν θηρίο ταυτόχρονα προχωρά και ενσωματώνεται σε ένα περιβάλλον απατεώνων με καλούς τρόπους.

Η ταινία κερδίζει αρχικά το θεατή με τις πανέμορφες εικόνες της, τα ζωηρά χρώματα, τα προσεγμένα κάδρα, τα τράβελινγκ και τις ξαφνικές αλλαγές οπτικής γωνίας. Αξιοπρόσεχτη είναι η εικόνα με την οποία αρχίζει και τελειώνει η ταινία διαγράφοντας έναν κύκλο: ένα πλάνο plongé στη θάλασσα που αφρίζει καθώς ένα πλοίο τη διασχίζει. Γνωρίζοντας την ιστορία που μας αφηγείται ο Άντερσον, αντιλαμβανόμαστε τη σημασιολογική διάσταση του πλάνου που επαναλαμβάνεται στο τέλος: ο αφρός και η αναταραχή της θάλασσας δεν μπορούν παρά να αναπαριστούν ποιητικά την εσωτερική αναταραχή και τις έντονες ψυχολογικές διακυμάνσεις του κεντρικού ήρωα.

Τα πολύ κοντινά δε πλάνα προσώπου με τους διαλόγους γεμάτους ένταση αποτελούν έναν εύστοχο συνδυασμό που εξυπηρετεί το σκηνοθέτη στο να αποδώσει με διαύγεια την ψυχοσύνθεση των προσώπων του. Οι συνδέσεις και οι μεταβάσεις από τη μία κατάσταση στην άλλη ή οι μεταπηδήσεις μέσα στο χρόνο δεν γίνονται πάντα με σαφήνεια περιχύνοντας με μια αμφισημία το φιλμικό κείμενο και αφήνοντας στο κοινό την ευθύνη αποκωδικοποίησης των ρακόρ.

Χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου ο Φρέντι παρευρίσκεται σε μια γιορτή. Εκεί, όλοι είναι εύθυμοι και τραγουδούν. Στο επόμενο πλάνο, όλες οι γυναίκες της γιορτής παρουσιάζονται γυμνές. Με αυτό το ρακόρ ο Πωλ-Τόμας Άντερσον ερμηνεύει τη φαντασία και τις σκέψεις του παρορμητικού Φρέντι. Μια μέθοδος που έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν από μεγάλους κινηματογραφιστές, όπως o Ρενέ.

Παρά τις μερικές στιγμές γεμάτες ένταση, τη δύναμη και το πάθος που διαπερνά την αφήγηση μέσω του κεντρικού του προσώπου, παρά τις εντυπωσιακές ερμηνείες, η ταινία στην πορεία χάνει το ρυθμό της μη καταφέρνοντας να αιχμαλωτίσει το μάτι του θεατή. Μετά τα 90 λεπτά περίπου (η διάρκειά της είναι 137 λεπτά!) και ενώ έχει δοθεί το ζητούμενο –η σχέση πιστού και προφήτη, εξουσιαζόμενου και εξουσιαστή- η αφήγηση αναλώνεται στην παράθεση σκηνών που κουράζουν και καταντούν βαρετές. Ο σκηνοθέτης δίνει την εντύπωση ότι παίζει με τις προσμονές του κοινού το οποίο αποπροσανατολισμένο χάνεται μέσα σε ένα συνονθύλευμα όμορφων –πάντα- εικόνων αλλά ακανόνιστης δομής. Ο Άντερσον σε σχέση με την προηγούμενη ταινία του «Θα χυθεί Αίμα», αναπτύσσει αυτό το κινηματογραφικό του εγχείρημα σε ένα τέμπο πιο άρρυθμο και πιο intellectual, αντιστοιχώντας το, ίσως, στις «διανοητικές» καταστάσεις που προβάλλονται στα πλαίσια της αίρεσης. Σαφώς λιγότερο εντυπωσιακό και συγκινητικό από το φιλμ «Magnolia» που κρατούσε το ενδιαφέρον του θεατή σε εγρήγορση, η ταινία «The Master» είναι άλλη μία παραγωγή του Πωλ-Τόμας Άντερσον πάνω σε ζητήματα-εμμονές που τον απασχολούν από καιρό, όπως: η αναδομημένη οικογένεια, η μοναξιά, ο απωθημένος θυμός και, βέβαια, η πατρική φιγούρα.

Παίζουν: Γιοακίν Φοίνιξ, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Εϊμι Ανταμς, Λώρα Ντερν. Η ταινία προβάλλεται από την Odeon.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ