Kριτική ταινίας:«Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο»
Ο Φρανσουά Οζόν επανεμφανίζεται στο κινηματογραφικό προσκήνιο με μια ταινία-έκπληξη όχι μόνο για το γαλλικό σινεμά αλλά και για το παγκόσμιο.
«Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο»
Ο σκηνοθέτης, μέσα από μια απλή ιστορία, τολμά να θολώσει τα σύνορα μεταξύ πραγματικού και φανταστικού, ρεαλισμού και fiction, ανοίγοντας ταυτόχρονα έναν ενδιαφέροντα διάλογο μεταξύ λογοτεχνίας και κινηματογράφου.
«Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο» είναι μια ταινία που θα μείνει στην ιστορία για την πρωτοτυπία, τη μαγεία και την τόλμη της καθώς κατορθώνει να αναδείξει την υπερβατική πλευρά της ζωής και την ομορφιά της μέσα από την τέχνη. Απροσδιορίστου είδους, θα λέγαμε συμβατικά ότι πρόκειται για ένα θρίλερ χαμηλών τόνων με προεκτάσεις καλλιτεχνικού και κοινωνικού προβληματισμού, όπου ο θεατής εμπλέκεται και παίρνει άλλοτε το ρόλο του απλού παρατηρητή και άλλοτε του ηδονοβλεψία.
Βρισκόμαστε στο σχολείο Γκουστάβ Φλωμπέρ.
Ο ηθοποιός Φαμπρίς Λουκινί (εξαιρετικός σε όλες του τις performances) υποδύεται έναν καθηγητή φιλόλογο, τον κ. Ζερμέν Ζερμέν. Ο κ. Ζερμέν βάζει στα παιδιά εργασίες έκφρασης-έκθεσης και ανάπτυξης παραγράφων. Ο Κλωντ (Ernst Umhauer) και ο Ραφά (Bastien Ughetto) είναι συμμαθητές και φίλοι. Ο Κλωντ, χωρίς μητέρα και με έναν πατέρα ανάπηρο, προέρχεται από μια οικογένεια φτωχή. Ο Ραφά, αντιθέτως, ανήκει στη λεγόμενη μεσοαστική τάξη και διάγει μια ζωή ήρεμης οικογενειακής θαλπωρής. Ο Κλωντ εισχωρεί βαθμιαία μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον του συμμαθητή του˙ κάτι που το έχει ανάγκη δεδομένης της δικής του “ανάπηρης’’ οικογένειας.
Με το πρόσχημα ότι βοηθά το Ραφά στα μαθηματικά, αυξάνει όλο και περισσότερο τη συχνότητα των επισκέψεών στο σπίτι του συμμαθητή του καταφέρνοντας σιγά-σιγά να μάθει όλα τα μυστικά της οικογένειας. Από αυτή, αντλεί υλικό για τις εργασίες του στη Γλώσσα συντάσσοντας κείμενα που εκστασιάζουν τον κ. Ζερμέν με τον ιδιότυπο χαρακτήρα γραφής τους και την αποδεδειγμένα πλούσια φαντασία του συγγραφέα τους. Τα κείμενα δίνονται στον καθηγητή αποσπασματικά κλείνοντας κάθε φορά με ένα «συνεχίζεται» όπως τα παλιά ρομάντζα…
Το κείμενο του Κλωντ παίρνει βαθμιαία τις διαστάσεις μυθιστορηματικής αφήγησης της οποίας τα πρόσωπα ταυτίζονται με τα αληθινά πρόσωπα της οικογένειας. Ο καθηγητής, απογοητευμένος από τις συνήθως φτωχές σε λεξιλόγιο και περιεχόμενο εκθέσεις των μαθητών του, πιάνεται στα δίχτυα της σαγήνης των κειμένων του ειρωνικού και θρασύ Κλωντ. Έτσι, τον ενθαρρύνει να συνεχίσει να γράφει, παίζοντας το ρόλο του coach ή του επιβλέποντα δίνοντάς του μαθήματα και συμβουλές αφηγηματολογίας.
Ο σκηνοθέτης εκθέτει σε crescendo ρυθμούς την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ζερμαίν και του Κλωντ˙ σχέσεις που γίνονται όλο και πιο στενές. Η ζωή του καθηγητή –που ήθελε κάποτε να γίνει συγγραφέας- παίρνει νόημα από τις αφηγήσεις του ξεχωριστού μαθητή και ο μαθητής δείχνει να παίρνει μια τρομερή ικανοποίηση όταν βάζει στο χαρτί τις παρατηρήσεις του πάνω στην οικογένεια του φίλου του. Στην αρχή του φιλμ, ο καθηγητής διαβάζει με δυνατή φωνή –ώστε να ακούει και η γυναίκα του- το περιεχόμενο των κειμένων του Κλωντ.
Στη συνέχεια, η αφήγηση γίνεται με voix-off, μέχρι που σε μερικά σημεία απαλείφεται η φωνή για να δώσει στις εικόνες το ρόλο της αφήγησης. Έτσι, με έναν απλό τρόπο ο Φρανσουά Οζόν έρχεται να επιβεβαιώσει τα λόγια του Henri Lemaître (Le cinéma et la tentation shakespearienne): «Κατά την αιώνια διαμάχη μεταξύ της εικόνας και του λόγου που βασανίζει ασταμάτητα την ιστορία του θεάτρου, φαίνεται ότι ο κινηματογράφος και ο Σαίξπηρ θέλησαν να αρνηθούν να τα βλέπουν ως δύο αντιμαχόμενα (στοιχεία). Δέχτηκαν αντίθετα ότι η αξεδιάλυτη ένωση του λόγου με την εικόνα πολλαπλασιάζει την ένταση της δραματικής πράξης...»
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Φρανσουά Οζόν χειρίζεται με τέτοιο τρόπο το φιλμικό του κείμενο ώστε να δίνονται στα μάτια του θεατή και οι δύο οπτικές γωνίες, τόσο του καθηγητή όσο και του μαθητή. Όλο και περισσότερο γίνεται αντιληπτή η φροντίδα του σκηνοθέτη να δομήσει την αφήγησή του πάνω στην έννοια του διπλού, του διώνυμου ή της διωδίας: οι δύο «Ραφά» πατέρας και γιος έχουν το ίδιο μικρό όνομα, Ζερμέν-Ζερμέν (τα ονόματα του καθηγητή), οι δύο δίδυμες αδελφές-ιδιοκτήτριες της γκαλερί, η προβολή το Ζερμέν στον Κλωντ και του Κλωντ στον Ζερμέν, ακόμη και οι δύο αστείες γυμνές κούκλες με τα ανδρικά κεφάλια που εκτίθενται στην γκαλερί...
Ο Οζόν χειρίζεται άψογα στην ταινία του «Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο» το μοτίβο του ειδώλου, του διπλού και γενικά την έννοια της διπολικότητας που διατρέχει απαραίτητα κάθε (καλλιτεχνική) δημιουργία. Έτσι, όπως ομολόγησε και ο ίδιος σε μια συνέντευξη, ξεκινώντας από τη διπολική σχέση μαθητή/καθηγητή, προεκτείνεται κάνοντας έναν συλλογισμό πάνω στο δίπολο συγγραφέα/αναγνώστη, κινηματογραφιστή/παραγωγού, σκηνοθέτη/θεατή.
Η μεγαλύτερη σπουδαιότητα, ωστόσο, σε αυτήν την ταινία δίνεται στη δυαδική σχέση αλληλοδιαδοχής μεταξύ πραγματικού και φαντασιακού, πραγματικότητας και λογοτεχνικής/κινηματογραφικής αναπαράστασης. Όσα γράφει ο Κλωντ στις εκθέσεις του είναι αληθινά ή αποτελούν καταστάλαγμα της φαντασίας του; Αυτό δεν διευκρινίζεται επίτηδες και περίτεχνα από την παράθεση των εικόνων του Οζόν που όλο και περισσότερο μπερδεύει τα όρια μεταξύ φαντασίας και ρεαλισμού. Ο θεατής μοιάζει με ένα πιόνι στα χέρια αυτού του κινηματογραφιστή και παγιδευμένος προσπαθεί «να βγάλει άκρη» έχοντας ήδη πιαστεί στα δίχτυα της μαγείας των κινηματογραφικών εικόνων. Κάποια στιγμή, μάλιστα, μέσα στο σπίτι (Dans la maison o αυθεντικός τίτλος) ενώ ο Κλωντ συνομιλεί με τη μητέρα του Ραφά, ο Ζερμέν κάνει την εμφάνισή του απρόσμενα σαν «από μηχανής θεός» ή φάντασμα. Αυτή η εντύπωση δίνεται γιατί τα άλλα πρόσωπα του πλάνου δεν τον βλέπουν. Όμοια με τον Tae-suk της ταινίας “3 Iron” του Κιμ Κι Ντουκ (2004) ο οποίος περιφερόταν αόρατος, σαν φάντασμα, μέσα στο σπίτι της αγαπημένης του, έτσι και ο Ζερμέν ή και ο ίδιος ο Κλωντ, κάποιες φορές, με ένα βηματισμό φαντάσματος παρακολουθεί την καθημερινότητα της οικογένειας Ραφά. Η έννοια του φανταστικού αναδύεται χαρακτηριστικά και στην ταινία «Ricky» του Οζόν όπου ένα νεογέννητο κάποια στιγμή αρχίζει να πετάει..
Η τελευταία σκηνή δε της ταινίας αναπαριστά εύστοχα και αριστοτεχνικά τις πολλαπλές όψεις και ερμηνείες που μπορεί να πάρει μια εικόνα ή ένα κάδρο στο μυαλό ενός παρατηρητή: καθισμένοι σε ένα παγκάκι απέναντι από ένα σπίτι, μαθητής και καθηγητής σχολιάζουν, ο καθένας με το δικό του τρόπο, τους ανθρώπους και τις καταστάσεις που βλέπουν. Ένα κλείσιμο ματιού του Οζόν στο φιλμ «Σιωπηλός Μάρτυρας» (Rear Window) του Χίτσκοκ;
«Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο» βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του ισπανού συγγραφέα Juan Mayorga. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο σκηνοθέτης εμπνέεται από ένα βιβλίο, μυθιστόρημα ή θεατρικό έργο, για να κινηματογραφήσει μια ιστορία που παίζει με τους κώδικες, με τα είδη και την αλληλοδιαδοχή αντιθετικών καταστάσεων. Ταινίες του όπως το «Goutes d’eau sur pierres brûlantes» (θεατρικό του Fassbinder), το «8 Γυναίκες» ή το «Potiche» έχουν τις ρίζες τους σε θεατρικά έργα. Στο «Angel» και στο «Swimming Pool», από την άλλη, αναφέρεται στη ζωή δύο συγγραφέων. Για την ταινία του «Το αγόρι στο τελευταίο θρανίο» εμπνέεται από το θέατρο και από τη μυθιστορηματική αφήγηση και μας καταθέτει ένα έργο υπνωτικό, αέρινο και υποβλητικό.
Παίζουν: Fabrice Luchini, Ernst Umhauer, Kristin Scott Thomas, Emmanuelle Seigner,Denis Menochet, Bastien Ughetto. Η ταινία προβάλλεται από τη Seven Films.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ







