Κριτική ταινίας:«Κουαρτέτο»

kritiki-tainiaskouarteto

ΠΕΜΠΤΗ, 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013

Ο Ντάστιν Χόφμαν στα 76 του χρόνια μπαίνει για πρώτη φορά πίσω από την κάμερα και σκηνοθετεί μια τρυφερή, βαθιά ανθρώπινη ιστορία πάνω στα γηρατειά.

«Κουαρτέτο»(Quartet)

Το «Κουαρτέτο» αναπτύσσεται στα πλαίσια ενός πολυτελέστατου οίκου ευγηρίας, παρακολουθεί τους εκεί ενοίκους, εκθέτει τα συναισθήματα, τις σκέψεις τους καθώς και τις αναμνήσεις τους από μια ζωή που πέρασε φευγαλέα. Μήπως ένα αυτο-πορτραίτο του σκηνοθέτη που, μέσα από τα πρόσωπα, αναθυμάται τις παλιές του δόξες και δοξάζει τη ζωή;

Η ταινία αποτελεί την κινηματογραφική μεταφορά ενός θεατρικού έργου του Ronald Harwood. Ο δραματουργός εμπνεύστηκε από ένα ελβετικό ντοκιμαντέρ της δεκαετίας του ’80 που περιέγραφε την καθημερινή ζωή των ενοίκων ενός οίκου ευγηρίας τον οποίο είχε ιδρύσει ο Giuseppe Verdi. Επιθυμία του μεγάλου μουσικού ήταν να βρίσκει εκεί καταφύγιο κάθε καλλιτέχνης της όπερας που δεν είχε εξοικονομήσει χρήματα για τα γεράματα. Το πάντρεμα του ντοκιμαντέρ με το θέατρο θα δελέασε το μεγάλο ηθοποιό και τώρα σκηνοθέτη και αποφάσισε να το αποδώσει με μια ταινία μυθοπλασίας δημιουργώντας το «Κουαρτέτο».

Το Beecham House, λοιπόν, είναι μια ήσυχη μεγάλη πανσιόν –ένας πύργος θα λέγαμε- στα βάθη της αγγλικής εξοχής, όπου διαμένουν διάφοροι ηλικιωμένοι συνταξιούχοι, παλιοί καλλιτέχνες της μουσικής. Μια ιλαρή και εύθυμη ατμόσφαιρα κυριαρχεί, ήδη από την αρχή της ταινίας, καθώς οι ένοικοι περνούν τον καιρό τους τραγουδώντας (τραγούδια της όπερας πάντα), κάνοντας αστεία και περιπαίζοντας ο ένας τον άλλον.

Αυτήν την ήρεμη καθημερινότητα θα διαταράξει η είδηση της άφιξης μιας πρώην ντίβας της μουσικής, της Jean Horton (Maggie Smith). Πιο θορυβημένοι φαίνονται ο Reginard (Tom Courtenay), ο Wilfred (Billy Connolly) και η Cissy (Pauline Collins) καθώς αυτοί οι τρεις είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν με την Jean θριαμβεύοντας πάνω στις σκηνές του κόσμου. Με το Reginard, μάλιστα, η μεγάλη τραγουδίστρια είχε κάνει ένα γάμο ο οποίος έληξε γρήγορα και άδοξα. Θεωρώντας τα περασμένα «ξεχασμένα», η παρέα των τριών μουσικών θα προσπαθήσει να πείσει την Jean να ξανατραγουδήσει μαζί τους στο γκαλά που γίνεται κάθε χρόνο στο Beecham House και έτσι να αναβιώσουν για άλλη μια φορά τις παλιές τους δόξες...

Μέσα από μια απλή και ήρεμη ιστορία, κατ' εικόνα της ώριμης πραότητας των προσώπων και του περιβάλλοντος, μένει να αναρωτηθεί κανείς τι προσπαθεί να πει ο Ντάστιν Χόφμαν. Με μια έξυπνη σκηνοθεσία και μια χαρισματική φωτογραφία, ο σκηνοθέτης μας βυθίζει μεθοδικά όλο και περισσότερο στον κόσμο της τρίτης ηλικίας, έναν κόσμο που λατρεύει τη ζωή γιατί βρίσκεται στο χείλος του θανάτου. Τα κοντινά σφιγμένα πλάνα που εκφράζουν τη συγκίνηση διαδέχονται τα γενικά πλάνα που απεικονίζουν το περιβάλλον.

Η περιβολή των προσώπων είναι περιποιημένη με λαμπερά χρώματα, τα λευκά μαλλιά καλοχτενισμένα. Όλα, όμως, έρχονται σε τρομερή αντίθεση με τις βαθιές ρυτίδες των ζαρωμένων προσώπων και των μισο-ανάπηρων σωμάτων. Κάτω από αυτήν την οπτική γωνία, η ιστορία του Ντάστιν Χόφμαν μοιάζει με ένα εύθυμα τραγικό παραμύθι, ένα οξύμωρο, όπως εξάλλου είναι και η ζωή. Ο Ντάστιν Χόφμαν φτιάχνει ένα δοκίμιο πάνω στη φθορά και το θάνατο, όπως είχε κάνει ο Χάνεκε με το «Amour» αλλά με έναν ήπιο τρόπο.

Η φθορά και τα γεράματα καταδεικνύονται με ποικίλους τρόπους: με τα αστεία ξεμωραμένου γέρου που κάνει ο κωμικός Billy Connolly, με τα αμέτρητα κεράκια που σβήνουν πάνω σε μια τούρτα, με τα ζουμ στα άσπρα μαλλιά, με τις σικ τουαλέτες που δεν κουμπώνουν, με το Αλτσχάιμερ και τις εκλάμψεις του νου, ακόμη και με τις νοσταλγικές νότες της μουσικής του «Brindisi». Η τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης αντανακλάται τέλος, με μεγαλύτερη ακόμη ευκρίνεια, στο ζενερίκ με τα ονόματα των προσώπων δίπλα από δύο φωτογραφίες το καθένα. Μία της νεότητας και μία της προχωρημένης ηλικίας.

Ωστόσο, ο θεατής φεύγει με αισιόδοξα μηνύματα πάνω στην ομορφιά της ζωής, μηνύματα που του φωνάζουν τραγουδιστά τα πρόσωπα: να γελάτε, να αγαπάτε να διασκεδάζετε πριν ασπρίσουν τα μαλλιά σας. Έτσι, το «Κουαρτέτο» γίνεται ένας ύμνος στη ζωή. Στη ζωή που δεν πρέπει να αφήσουμε κανένα λεπτό της να πάει χαμένο.

Παίζουν: Maggie Smith, Tom Courtenay, Billy Connolly, Pauline Collins, Michael Gambon, Sheridan Smith. H ταινία προβάλλεται από την Odeon.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ