«Moi qui t’aimais»: Γιατί διχάζει η ταινία για ένα θρυλικό ζευγάρι του σινεμά
Οι Σιμόν Σινιορέ και Ιβ Μοντάν ήταν ζευγάρι για πάνω από τριάντα χρόνια. Η ταινία όμως που αφηγείται την ιστορία τους έχει διχάσει τους κριτικούς και έχει εξοργίσει της οικογένεια του ζευγαριού.
Ένα από τα θρυλικά ζευγάρια της Γαλλίας, η Σιμόν Σινιορέ και ο Ιβ Μοντάν, αποτελούν το θέμα της βιογραφικής ταινίας «Moi qui t’aimais» (I, who loved you), η οποία ωστόσο έχει προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων και συζητήσεων.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία του θυελλώδους έρωτα των δύο παλαιών αστέρων του σινεμά που ήταν πολιτικά ενεργές προσωπικότητες που συνδέονταν φιλικά με τους Ζαν Πολ Σαρτρ, Πάμπλο Πικάσο και Χέρνι Μίλερ. Η ιστορία επικεντρώνεται στα τελευταία χρόνια του διάρκειας 35 ετών γάμου τους, ο οποίος βρισκόταν στο επίκεντρο της προσοχής στη Γαλλία από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1980.
Η ταινία κυκλοφόρησε με αφορμή την συμπλήρωση 40 χρόνων από τον θάνατο της Σινιορέ και λειτουργεί με μια νοσταλγική νότα για μια εποχή που η νεότερη γενιά θεωρεί χρυσή.
Την Σινιορέ- η οποία είναι περισσότερο γνωστή για τις ταινίες «Οι διαβολογυναίκες» και «Στον ανεμοστρόβιλο των παθών»- υποδύεται η Μαρίνα Φουά και τον Μοντάν- ο οποίος στην Ελλάδα είναι περισσότερο γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες του Κώστα Γαβρά «Ζ» και «Ομολογία»- ο Ρόσντι Ζεμ.
H ταινία «Moi qui t’aimais» ωστόσο έχει αποσπάσει ανάμεικτες κριτικές, προκαλώντας επίσης πολλές αντιδράσεις από την πλευρά της οικογένειας του ζευγαριού. Ο βασικός λόγος των αντιδράσεων αφορά τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζεται ο Ιβ Μοντάν και η σταθερή του τάση προς την απιστία- με πλέον γνωστή την ιστορία ότι ερωτεύθηκε τρελά την Μέριλιν Μονρόε όταν γύριζαν την ταινία «Ο εκατομμυριούχος».
Αντιδράσεις
Η απιστία δεν αντιμετωπίζεται με την επιείκεια που επιδεικνύονταν στην εποχή του με αποτέλεσμα η οικογένεια, με πρώτο τον 55χρονο Μπενιαμίν Καστάλντι, τηλεοπτικό παρουσιαστή και εγγονό της Σινιορέ- από τον γάμο της με τον Υβ Αλεγκρέ-, να έχεις αρκετές ενστάσεις. Θεωρεί την ταινία φεμινιστικό δόγμα που απεικονίζει τη γιαγιά και τον θετό παππού τους ως καρικατούρες.
«Πρόκειται για τεμπέλικη μυθοπλασία, χτισμένη πάνω σε παραμορφωμένες προσωπικότητες και υποταγμένη στους ιδεολογικούς κώδικες της εποχής μας», έγραψε σε ανοιχτή του επιστολή. Επηρεασμένο από το κίνημα MeToo, «μετατρέπει τη Σιμόν Σστο αιωνίως σιωπηλό θύμα και τον Μοντάν σε έναν κοινωνικό αρπακτικό», πρόσθεσε. «Αυτός δεν ήταν ο πραγματικός Μοντάν. Δεν ήταν ποτέ τόσο τοξικός άντρας».
Αντίστοιχα ήταν η αντίδραση της μητέρας του. Η 79χρονη Κατρίν Αλεγκρέ αποκήρυξε την ταινία και έκανε γνωστό ότι αρνήθηκε στους δημιουργούς της ταινίας το δικαίωμα να αντλήσουν πληροφορίες από την αυτοβιογραφία της Σινιορέ του 1976, «Η νοσταλγία δεν είναι πια αυτό που ήταν».
Στο ίδιο πνεύμα και ο Ζαν-Λουί Λιβί, ανιψιός του Μοντάν, αρνήθηκε να παρακολουθήσει την ταινία, ο τίτλος της οποίας είναι ένας στίχος από ένα από τα μεγαλύτερα τραγούδια του Μοντάν, το «Les Feuilles Mortes» (Φθινοπωρινά Φύλλα).
Η σκηνοθέτιδα
Η Νταϊάν Κιουρίς, που σκηνοθετεί την ταινία, απάντησε στις αντιδράσεις αρνούμενη οποιαδήποτε φεμινιστική διαστρέβλωση ή ότι παρουσίασε τον Μοντάν ως «κάθαρμα». Κατηγόρησε μάλιστα τον Καστάλντι ότι «μάλλον χρησιμοποίησε το ChatGPT για να το γράψει την επιστολή», πρόσθεσε.
Η ίδια δηλώνει ότι πάντα την γοήτευε το διάσημο αυτό ζευγάρι και δύο «ιερά τέρατα» του μεταπολεμικού κόσμου της τέχνης. «Ήταν μια εξαιρετική ιστορία αγάπης διάρκειας τριών δεκαετιών. Ήταν δημόσια πρόσωπα. Ήταν ένας πραγματικός θρύλος και ταυτόχρονα ένα πραγματικό ζευγάρι με τις αδυναμίες, τις αβεβαιότητες και τις προδοσίες τους», δήλωσε στην εφημερίδα Le Figaro.







