Who is who: Σον Πεν

who-is-who-son-pen

ΣΑΒΒΑΤΟ, 19 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011

Ακτιβιστής και φιλάνθρωπος, με βίαια όμως ξεσπάσματα και θυελλώδη προσωπική ζωή: ο Σον Πεν, ανήκει σίγουρα στις συναρπαστικές προσωπικότητες του Χόλιγουντ.

Ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός και σκηνοθέτης, έμαθε νωρίς τους κανόνες του θεάματος και της δημοσιότητας μόνο και μόνο για να τους παραβαίνει επιδεικτικά.

Γεννημένος στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια στις 17 Αυγούστου του 1960, από γονείς με καλλιτεχνικό στίγμα (η μητέρα του Αϊλήν Ράιαν εργάστηκε ως ηθοποιός και ο πατέρας του Λέο Πεν ως σκηνοθέτης), ο ατίθασος Σον Πεν, μαζί με τα αδέλφια του Κρις και Μάικλ, ήρθαν πολύ νωρίς σε επαφή με την τέχνη της υποκριτικής.

Την πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση ο Σον Πεν την οφείλει στον πατέρα του, ο οποίος σκηνοθέτησε τη δημοφιλή αμερικανική σειρά «Το μικρό σπίτι στο λιβάδι». Το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη έγινε στην μέτρια ταινία του Χάρολντ Μπέκερ, «Τaps» (1981) δίπλα στον ανερχόμενο τότε Τομ Κρουζ, ενώ συμμετείχε και στην εμπορική επιτυχία των ‘80’s «Fast times at Richmond High», μαζί με τους Νίκολας Κέιτζ, Φίμπι Κέιτς και Φόρεστ Γουίτακερ.

Στην αρχή της καριέρας του ο Σον Πεν δεν έγινε διάσημος για τις υποκριτικές του ικανότητες αλλά για τον επεισοδιακό γάμο του με τη Μαντόνα το 1985. Οι συμπλοκές του με τους παπαράτσι αλλά και οι κατηγορίες εναντίον του για κακοποίηση της Μαντόνα, τον έθεσαν στο στόχαστρο του κίτρινου τύπου.

Τη δεκαετία του ’90 αρχίζει επιτέλους να προσελκύει θετική δημοσιότητα με τις δυνατές ερμηνείες του και σταδιακά επιχειρεί τα πρώτα του βήματα ως σκηνοθέτης. Το 1993 πρωταγωνιστεί μαζί με τον Αλ Πατσίνο στην «Υπόθεση Καρλίτο» του Μπράιαν ντε Πάλμα ενθουσιάζοντας τους κριτικούς.

Το 1995 κερδίζει την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ και το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας στο Βερολίνο με το δράμα του Τιμ Ρόμπινς «Dead man walking». Ο Σον Πεν παίζει το ρόλο ενός καταδικασμένου σε θάνατο κατάδικου, ενώ η Σούζαν Σάραντο αντίστοιχα ερμηνεύει μια μοναχή που αγωνίζεται για την ματαίωση της εκτέλεσής του.

Κερδίζει τη δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ με το «φελινικής έμπνευσης» φιλμ του Γούντι Άλεν «Sweet and lowdown» (1999): ο Σον Πεν εμφανίζεται ως «κακό παιδί», ενσαρκώνοντας έναν αλκοολικό και αλαζόνα κιθαρίστα, λάτρη της τζαζ.

Βρίσκεται και πάλι υποψήφιος για Όσκαρ με το κοινωνικό δράμα «Ι am Sam» («Το όνομά μου είναι Σαμ», 2001) στο πλευρό της Μισέλ Πφάιφερ: ο Σον Πεν καθηλώνει το κοινό υποδυόμενος έναν πατέρα με νοητική στέρηση ο οποίος διεκδικεί την επιμέλεια της μικρής κόρης του. Το πρώτο Όσκαρ έρχεται με το αστυνομικό δράμα του Κλιντ Ίστγουντ «Σκοτεινό ποτάμι» (2003), όταν ερμηνεύει και πάλι έναν πατέρα ο οποίος σκοτώνει το λάθος άτομο για να εκδικηθεί τη δολοφονία της κόρης του.

Μεσολαβούν κάποιες αξιοπρόσεκτες εμφανίσεις στις ταινίες «21 γραμμάρια» του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου και στο βασισμένο σε πραγματική ιστορία «Η δολοφονία του Ρίτσαρντ Νίξον» , («Τhe assassination of Richard Nixon» 2004, σκην. Νιλς Μιούλερ).

Το 2008 η συλλογή των βραβείων του εμπλουτίζεται με ένα ακόμη χρυσό αγαλματίδιο, χάρη στο βιογραφικό δράμα «Milk» του Γκας Βαν Σαντ. Ο Σον Πεν ζωντανεύει με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο τη ζωή και τη δράση του Χάρβεϊ Μιλκ, του διάσημου ακτιβιστή για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων στην Αμερική.

Ο γνωστός για τη δριμεία κριτική του στην κυβέρνηση Μπους, Σον Πεν εμφανίζεται στη συνέχεια στο πολιτικό θρίλερ του Νταγκ Λάιμαν «Παιχνίδια συνομωσίας». Το σενάριο αναφέρεται στην πραγματική περιπέτεια της Βάλερι Πλέιμ, η οποία εργαζόταν στη CIA και δέχτηκε «πισώπλατα χτυπήματα» από αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, επειδή ο σύζυγός της και διπλωμάτης Τζόζεφ Γουίλσον (Σον Πεν) άσκησε κριτική στον Μπους για τους χειρισμούς του που οδήγησαν στον πόλεμο του Ιράκ. Η επόμενη επιλογή του είναι το δράμα φαντασίας του Τέρενς Μάλικ «Το δέντρο της ζωής» δίπλα στους Μπραντ Πιτ και Τζέσικα Τζαστέιν.

Ο Σον Πεν πίσω από τις κάμερες

Ο Σον Πεν είχε σκηνοθετήσει αρκετά βίντεο κλιπ πριν ολοκληρώσει την πρώτη του ταινία «Τhe Indian runner» το 1991, εμπνευσμένος από ένα τραγούδι του Μπρους Σπρίνγκστιν, με πρωταγωνιστές τους Βίγκο Μόρτεσεν και Ντέιβιντ Μορς. Το 1995 στο «Crossing guard» ξετυλίγει το δράμα ενός πατέρα που έχασε την κόρη του σε τροχαίο, με πρωταγωνιστές τη δεύτερη σύζυγό του Ρόμπιν Ράιτ Πεν, τον Τζακ Νίκολσον και την Αντζέλικα Χιούστον. Το 2001 σκηνοθετεί επίσης το θρίλερ μυστηρίου «Η υπόσχεση» («The pledge»), με τον Tζακ Νίκολσον και τη Ρόμπιν Ράιτ Πεν. Το 2007 μεταφέρει το ομώνυμο βιβλίο του Τζον Κρακάουερ στην ταινία «Into the wild» (2007), αφηγούμενος την ιστορία ενός επαναστατημένου νέου που απορρίπτει έναν υλιστικό τρόπο ζωής.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «Taps» (1981), «Racing with the moon» (1984), «Τhe falcon and the snowman» (1985, «Shangai surpise» (1986), , «Dear America: letters home from Vietnam» (1987), «Colors» (1988), «Casualites of War» (1988), «We’re no angels» (1989), «State of grace» (1990), «Τhe last party» (1992), «Carlito’w way» (1993), «Dead man walking» (1995), «She’s so lovely» (1997), «U turn» (1997), «Τhe thin red line» (1998), «Βeing John Malkovich» (1998), «Sweet and lowdown» (1999), «Up at the Villa» (2000), «Ι am Sam» (2001), «Ιt’s all about love» (2001), «Μystic River» (2003), «21 grams» (2003), «Τhe assassination of Richard Nixon» (2004), «Τhe interpreter» (2005), «Αll the Kings men» (2006), «Persepolis» (2006), «Milk» (2008), «Fair game» (2010), «Τhe tree of life» (2011).