Νύχτες πρεμιέρας: τι είδαμε

nuxtes AIFF2014/Vangelis Patsialos
ΤΡΙΤΗ, 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2014

Η μεγάλη «Γιορτή του Σινεμά», όπως αλλιώς αποκαλείται το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, έλαβε τέλος, φέτος, την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου.

Πρόκειται, πράγματι, για μια γιορτή, η οποία είναι αφιερωμένη σε όσους είναι λάτρεις της εικόνας, ιδιαίτερα της κινούμενης αλλά και κατ’ επέκταση όλων των οπτικών ερεθισμάτων. Ξεχώρισα μερικές από τις ταινίες που προβλήθηκαν και παραθέτω κάποια σχόλια.

Το αφιέρωμα στον Πολωνό σκηνοθέτη Αντρέι Ζουλάφσκι κατέστησε γνωστές στο ελληνικό κοινό κάποιες ταινίες του, εκ των οποίων θα αναφερθώ στη «Δαιμονισμένη Γυναίκα-Possession», με την Ιζαμπέλ Ατζανί στον κεντρικό ρόλο, σε μια δαιμονική ερμηνεία-έκπληξη που κέρδισε δικαίως το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στις Κάννες.

Μέσα στο θλιβερό και αποπνικτικό περιβάλλον του Βερολίνου του ’80 που διχάζεται σε δύο «στρατόπεδα» από ένα τρομερό τείχος, ο Ζουλάφσκι τοποθετεί την αφήγηση μιας ιστορίας διάλυσης και χωρισμού ενός ζευγαριού, περιγράφει με σκηνοθετική ευρηματικότητα όλη τη φρικαλεότητα αυτού του δια-χωρισμού, εμπλέκοντας δαιμονικές δυνάμεις και ανεξήγητα φαινόμενα ως δείκτες προστιθέμενης αξίας στην ήδη περιρρέουσα ατμόσφαιρα παραλογισμού και τρόμου μέσα στην οποία βυθίζονται τα πρόσωπα.

Ένα νευρωτικό φιλμ που διαχέει μια βαθιά νοσηρότητα, μια παραβολή της γενικότερης πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης ιδωμένης μεταφορικά μέσα από την προσωπική παράξενη ιστορία μιας δαιμονισμένης γυναίκας.

Η ταινία «Ένας Ερωδιός Για Τη Γερμανία» προβλήθηκε στα πλαίσιο του αφιερώματος στο φιλόσοφο και ποιητή-κινηματογραφιστή, Σταύρο Τορνέ. Θεωρείται η πιο «κανονική» ταινία του, με την έννοια ότι υπακούει στις συμβάσεις μιας μυθοπλασίας, όσο είναι αυτό δυνατόν στα πλαίσια ενός θεάματος του Τορνέ.

Με ένα καυστικό ύφος και μια τρελούτσικη ιστορία ο σκηνοθέτης αντι-παραθέτει την τέχνη και το χρήμα, επιδεικνύει το ασύμβατο μεταξύ τους και μας κάνει να συλλογιστούμε επάνω στο χυδαίο πρόσωπο της πραγματικότητας και των αναγκών που επιτάσσουν μια ικανοποίηση και στο ιδεαλιστικό, ονειρικό, μαγευτικό και ασυμβίβαστο –εν τέλει- πρόσωπο της τέχνης.

Η ταινία «'71» του Γιαν Ντεμάνζ απέσπασε την «Χρυσή Αθηνά».

Ένα συναρπαστικό θρίλερ που κόβει την ανάσα στην κυριολεξία με τον ακραία ρεαλιστικό τρόπο αναπαράστασης μιας πραγματικότητας, είναι το «’71» που προβλήθηκε στο πλαίσια του Διεθνούς Διαγωνιστικού τμήματος και κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο του Φεστιβάλ, τη «Χρυσή Αθηνά»

Η ιστορία διαδραματίζεται στο Μπέλφαστ του 1971, όπου μαίνεται ένας τρομερός εμφύλιος πόλεμος, πολιτικός και θρησκευτικός, που διχάζει τη Βόρεια Ιρλανδία. Ο νέος φιλόδοξος σκηνοθέτης Γιαν Ντεμάνζ σε αυτήν την πρώτη του ταινία, μας καθηλώνει πραγματικά με τις εικόνες του, οι οποίες διαδέχονται βίαια και με έναν φρενήρη ρυθμό η μία την άλλη ακολουθώντας βήμα προς βήμα το κεντρικό πρόσωπο, ένα νεαρό Βρετανό στρατιώτη.

Χρήση νευρικής κάμερας, συνεχώς κινούμενης στα επεισόδια των συμπλοκών, ο φακός πέφτει σηκώνεται με τα πρόσωπα, είναι μαζί τους, είναι το βλέμμα τους, κάποια στιγμή όλα γίνονται θολά από την υπερβολική ταχύτητα. Βομβιστικές επιθέσεις και φόνοι αθώων και παιδιών συμπληρώνουν ένα θέαμα πολέμου μέσα σε πλαίσια επιφανειακής ειρήνης, ένα θέαμα που παραμένει επίκαιρο και αντανακλά καταστάσεις και άλλων χωρών.

Ένα ντοκιμαντέρ για τον Νικ Κέιβ, το «20.000 Days on Earth» των Ιαν Φορσάιθ και Τζέιν Πόλαρντ ξεχώρισε και δικαίως έλαβε την «Χρυσή Αθήνα» στο τμήμα «Μουσική και Φιλμ»

Ο μεγάλος μουσικός και στοχαστής –από ό, τι φαίνεται- Νικ Κέιβ ξετυλίγει τις σκέψεις, του προβληματισμούς του επάνω στη ζωή, την τέχνη, τη μουσική, το θέαμα, το νόημα των πραγμάτων και το θάνατο, μιλώντας είτε στο θεατή είτε με διάφορους συναδέλφους του, μέλη της μπάντας του.

Το ύφος του ντοκιμαντέρ δεν είναι κλασικό και συνηθισμένο αλλά με έναν αντισυμβατικό στυλ που φλερτάρει με τη μυθοπλασία στήνει το πορτραίτο ενός μουσικού αντίστοιχα ασυμβίβαστου, ενός μοναδικού και πρωτότυπου καλλιτέχνη.

Η νέα ταινία της Μαργαρίτας Μαντά «Για Πάντα» έκανε πρεμιέρα στα πλαίσια του Φεστιβάλ. Οι ανθρώπινες σχέσεις μπαίνουν πάλι σε πρώτο πλάνο, όπως και στην προηγουμένη ταινία της («Χρυσόσκονη»), με αναφορά αυτή τη φορά σε δύο μόνο ανθρώπους. Λιτή αφήγηση, ελάχιστα λόγια και προτεραιότητα στην εικόνα, παραπέμποντας κάποιες φορές σε ονειρικούς συμβολισμούς, αποτελούν τα βασικά στοιχεία αυτού του φιλμικού κειμένου.

Με πλάνα από τη σύγχρονη Αθήνα και πρωταγωνιστή τον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο, η Μαντά μας αφηγείται μια ιστορία επάνω στη μοναξιά και την αγάπη και μας προβληματίζει με ένα αισιόδοξο μήνυμα.

Ένα σημαντικό ντοκιμαντέρ για κάθε σινεφίλ είναι το «Mr.X» της Τέσα Λουίζ-Σαλομέ, αφιερωμένο στο μεγάλο κινηματογραφιστή Λεός Καράξ. Με διάφορες μαρτυρίες επάνω στα γυρίσματα των λίγων ταινιών του, με πλάνα από αυτές και σχολιασμό από τους ηθοποιούς που στοιχειώνουν τα έργα του (ο Ντενίς Λαβάν έχει μια μόνιμη σχεδόν παρουσία και στη συνέχεια η Ζιουλιέτ Μπινός), ο θεατής εισέρχεται αργά και βαθμιαία στο μυστήριο σύμπαν αυτού του ποιητή των εικόνων και των συγκινήσεων, κατανοώντας τους λόγους που ο Καράξ σημάδεψε την ιστορία της 7ης Τέχνης.

Το cult-event του Φεστιβάλ ήταν η προβολή της μαύρης κωμωδίας «Polyester» του Τζον Γουότερς. Πρόκειται για το πρώτο φιλμ που έχει προβληθεί σε odorama, δηλ. με τη συνοδεία διαφόρων μυρωδιών, κρυμμένων σε κάποια καρτελάκια που μοιράζονται στους θεατές.

Οι μυρωδιές αντιστοιχούν σε ανάλογες σκηνές του φιλμ, προσφέροντας την πρωτότυπη εμπειρία συνδυασμού οπτικής και οσφρητικής αίσθησης επάνω σε μια κατάσταση. Η ακραία υπερβολή και το καυστικό βαθιά ειρωνικό ύφος του σκηνοθέτη επάνω στις σχέσεις και τα προβλήματα που μπορούν να αναπτυχθούν σε μια οικογένεια πάει αντίθετα στο πολιτικά ορθό και το συνηθισμένο τρόπο αναπαράστασης του αμερικανικού τρόπου ζωής. Ο Γουότερς προκαλεί εκθειάζοντας χαιρέκακα μεγάλες αλήθειες.

Τέλος, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ είχαμε την ευκαιρία να δούμε το «Party Girl», την ταινία που κέρδισε τη Χρυσή Κάμερα στο φετινό Φεστιβάλ Καννών. Ο απρόσμενος γάμος της εξηντάχρονης Angélique Litzenburger, μιας μοιραίας γυναίκας, μούσας των καμπαρέ, έδωσε την ιδέα στους σκηνοθέτες Μαρί Αματσουκελί Μπαρσάκ, Κλαιρ Μπεργκέρ και Σαμιουέλ Τείς να φτιάξουν μια ταινία που ακροβατεί μεταξύ fiction και ντοκιμαντέρ και εκθέτει την προσωπικότητα της Αντζελίκ, κάνει έναν απολογισμό επάνω στη ζωή της και μας εντυπωσιάζει με την αστείρευτη δίψα για νέες εμπειρίες αυτής της περσόνας που παίζει τον ίδιο της τον εαυτό.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ