Who is who: Ράιαν Γκόσλινγκ

who-is-who-raian-gkoslingk

ΤΕΤΑΡΤΗ, 12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2011

Ίσως ο πιο δημοφιλής ηθοποιός της περιόδου που διανύουμε, ο Ράιαν Γκόσλινγκ, μοιάζει να έχει θέσει τις σωστές βάσεις μιας επιτυχημένης καριέρας και να έχει αφοσιωθεί στην ηθοποιία, με το όνομά του να βρίσκεται παντού στις κινηματογραφικές αίθουσες, αφού πρωταγωνιστεί σε τρεις ταινίες αυτή την εποχή.

Γεννημένος στο Οντάριο του Καναδά στις 12 Νοεμβρίου του 1980, ο Ράιαν Τόμας Γκόσλινγκ ποτέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί την επιτυχία που σημειώνει εν έτει 2011, έχοντας κλείσει 31 χρόνια ζωής και περίπου 15 χρόνια καριέρας.

Μεγάλωσε στο Κόρνγουολ του Οντάριο με τη γραμματέα μητέρα του, Ντόνα, τον εργάτη πατέρα του, Τόμας και τη μεγαλύτερή του αδερφή, μέχρι που οι γονείς του χώρισαν και ο Γκόσλινγκ παρέμεινε με τη μητέρα και την αδερφή του, μεγαλώνοντας σε θρησκευτικό περιβάλλον. Όπως ο ίδιος παραδέχεται αργότερα, τ’ ότι μεγάλωσε σε γυναικοκρατούμενη οικογένεια, του έχει αφήσει κάποια κατάλοιπα, αφού έμαθε να σκέφτεται σαν γυναίκα και σαν άντρας μαζί, ενώ του αρέσουν οι ταινίες με έντονο το γυναικείο στοιχείο.

Όπως αρκετοί καλλιτέχνες, έτσι και ο Γκόσλινγκ, είχε λίγο δύσκολα παιδικά χρόνια, αφού δεν είχε στενούς φίλους, ήταν μοναχικός και πολλά παιδιά τον κορόιδευαν στο δημοτικό. Επηρεασμένος από την ταινία «Ράμπο» με τον Σιλβέστερ Σταλόνε, ο Γκόσλινγκ φέρθηκε ακραία και έφερε μαχαίρια στο σχολείο, πετώντας τα σε άλλα παιδιά, κάτι που φυσικά οδήγησε σε προσωρινή αποβολή του. Αργότερα διαγνώστηκε με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητας και μπήκε σε ξεχωριστό τμήμα, ενώ μετέπειτα τον ανέλαβε η μητέρα του, διδάσκοντάς τον στο σπίτι.

Η σχέση του με την υποκριτική αναπτύχθηκε σε μικρή ηλικία, όταν μαζί με την αδερφή του τραγουδούσαν σε γάμους ή έπαιρναν μέρος σε παραστάσεις με το θείο του, ενώ αργότερα μετακόμισαν στη Φλόριντα, αφότου ο ίδιος στην ηλικία των 12 έλαβε επιτυχώς μέρος στην πρώτη του οντισιόν για ένα ρόλο στο «The Mickey Mouse club», όπου εμφανίζονταν άλλοι 3 μελλοντικοί αστέρες: η Μπρίτνεϊ Σπίαρς, ο Τζάστιν Τίμπερλεϊκ και η Κριστίνα Αγκιλέρα.

Αποκτώντας την πρώτη του επαφή, ο Γκόσλινγκ φαίνεται πως θαμπώθηκε από την προοπτική αυτής της ενασχόλησης και στα 17 του παράτησε το σχολείο για να επικεντρωθεί σε μια λαμπερή καριέρα που μόλις θα ξεκινούσε.

Ο μικρός... «Ηρακλής», ωριμάζει

Ως είθισται, ξεκίνησε με εμφανίσεις στην τηλεόραση το 1995 και μέχρι το 1997 εμφανιζόταν αποκλειστικά σε καναδέζικες τηλεοπτικές σειρές. Η πρώτη του κινηματογραφική απόπειρα έρχεται το 1997 με την εμφάνισή του στην ταινία φαντασίας «Frankenstein and me» και μετά από ένα διάστημα που ασχολείται και πάλι με τηλεοπτικές σειρές -με πιο σημαντική τη σειρά «Young Hercules» όπου υποδύεται τον Ηρακλή- και τηλεταινίες («Nothing too good for a cowboy», «The unbelievables»), το 2000 βρίσκεται στο καστ της βασισμένης σε πραγματικά γεγονότα δραματικής ταινίας «Σύγκρουση Τιτάνων», που προκαλεί κοινωνικό προβληματισμό γύρω από το ρατσισμό. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο βρίσκεται ο Ντένζελ Ουάσινγκτον και η ταινία λαμβάνει καλές κριτικές, φέρνοντας το όνομα του Γκόσλινγκ σιγά-σιγά στο προσκήνιο.

Την επόμενη χρονιά κερδίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη δραματική ταινία «Ο πιστός» του Χένρι Μπιν, όπου βρίσκεται στο καστ μαζί με την αδερφή του αδικοχαμένου Ρίβερ Φοίνιξ και του Χοακίν Φοίνιξ, Σάμερ Φοίνιξ. Στην εν λόγω ταινία ο Γκόσλινγκ υποδύεται έναν Εβραίο, ο οποίος, όμως, παραδόξως αποκτά μια αντισημιτική στάση ζωής και προσπαθεί να συμφιλιώσει τις δύο πλευρές του. Η ταινία βασίζεται στην αληθινή ιστορία του Ντάνιελ Μπούρος, μέλος της Κου Κλουξ Κλαν τη δεκαετία του ’60 και ο Γκόσλινγκ κερδίζει τις εντυπώσεις, όπως και υποψηφιότητες για βραβεύσεις, μεταξύ των οποίων και υποψηφιότητα για βραβείο πολλά υποσχόμενου ηθοποιού από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου του Σικάγο. Ταυτόχρονα βρέθηκε στο φεστιβάλ κινηματογράφου Sundance, όπου η ταινία κέρδισε το Grand Jury Prize και όπως ο ίδιος αναφέρει, πήρε αρκετή ώθηση για τη μετέπειτα καριέρα του.

Τα επόμενα χρόνια βρίσκεται σε ταινίες που δεν προκαλούν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον, όπως το «The slaughter rule» (2002) των Άλεξ και Άντριου Σμιθ, το θρίλερ «Murder by numbers» (2002) μαζί με τη Σάντρα Μπούλοκ (με την οποία συνάπτει και σχέσεις) και τον Μπεν Τσάπλιν και τη δραματική «The United States of Leland» (2003), δίπλα στον Κέβιν Σπέισι. Οι μεγαλύτερες επιτυχίες της καριέρας του, όμως, πλησιάζουν...

Οι πρώτες επιτυχίες και η υποψηφιότητα για Όσκαρ

Η φήμη του Γκόσλινγκ παίρνει ξαφνικά μεγάλες διαστάσεις, όταν πρωταγωνιστεί πλάι στην Ρέιτσελ Μακ Άνταμς, το 2004, στη δραματική κομεντί «Το ημερολόγιο» του Νικ Κασαβέτις. Οι δύο πρωταγωνιστές υποδύονται ένα νεαρό ζευγάρι που ερωτεύεται στα 40s, με τον Γκόσλινγκ στο ρόλο του φτωχού και παθιασμένου και την Μακ Άνταμς να υποδύεται την πλούσια, με τις αναπόφευκτες κοινωνικές διαφορές να πλήττουν το ζευγάρι. Παρά το συνηθισμένο της υπόθεσης, η χημεία των δύο πρωταγωνιστών οδηγεί την ταινία στην επιτυχία με κέρδη 115 εκατομμυρίων δολαρίων παγκοσμίως και οι δύο ηθοποιοί μετατρέπονται σε σταρ. Μαζί με το... «σταριλίκι», τους προκύπτει και ένας έρωτας, ο οποίος κρατά 3 χρόνια μέχρι το 2008, με διάφορα διαλείμματα, παρ’ όλο που στην αρχή των γυρισμάτων είχαν σχέση.... μίσους.

Το ψυχολογικό θρίλερ του Μαρκ Φόρστερ «Stay» όπου πρωταγωνιστεί το 2005 μαζί με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και τη Ναόμι Γουότς, υποδυόμενος έναν παρανοϊκό και σε κατάθλιψη φοιτητή-καλλιτέχνη, δυστυχώς αποτυγχάνει εμπορικά, ενώ και οι κριτικές είναι ανάμεικτες, αμέσως μετά, όμως, η επιτυχία τον περιμένει ξανά.

Με το ανεξάρτητο φιλμ «Half Nelson» του Ράιαν Φλεκ, ο Γκόσλινγκ στο ρόλο ενός ναρκομανή καθηγητή Λυκείου που δημιουργεί μια ασυνήθιστη φιλία με μια μαθήτριά του, βρίσκεται για πρώτη φορά υποψήφιος για Όσκαρ α΄ αντρικού ρόλου, αλλά και βραβείο Screen Actors Guild - μεταξύ άλλων, κερδίζοντας το βραβείο Spirit καλύτερου ηθοποιού, ενώ είναι και ο πρώτος Καναδός ηθοποιός μετά από 62 χρόνια που προτάθηκε για Όσκαρ, συν του ότι έλαβε εγκωμιαστικές κριτικές.

Την αμέσως επόμενη χρονιά τον βρίσκουμε στο δικαστικό δράμα μυστηρίου «Απόδειξη ενοχής» με τον Άντονι Χόπκινς, ενώ μέσα στην ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στη δραματική κομεντί του Κρεγκ Γκιλέσπι «Ο Λαρς και η κούκλα του», υποδυόμενος τον Λαρς, ο οποίος ζει σε μια παραίσθηση συστήνοντας μια... κούκλα ως κοπέλα του στον αδερφό του και τη γυναίκα του. Η ταινία βρίσκεται υποψήφια για Όσκαρ και ο Γκόσλινγκ βρίσκεται για πρώτη φορά υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα.

Τα επόμενα δύο χρόνια, ο Καναδός ηθοποιός αποφασίζει να απέχει λίγο από το χώρο και να ασχοληθεί με τη μπάντα του, «Dead man’s bones», την οποία ίδρυσε με το φίλο του Ζακ Σιλντς, όταν κατάλαβαν και οι δύο ότι μοιράζονται το ίδιο ενδιαφέρον για φαντάσματα και τέρατα. Μέσα σε αυτή τη διετία, λοιπόν, κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο άλμπουμ του συγκροτήματος και έκαναν περιοδεία στη Βόρεια Αμερική.

Το 2010, ο Γκόσλινγκ επιστρέφει δυναμικά στη μεγάλη οθόνη, με 2 ταινίες: το low-budget «Blue Valentine» του Ντέρεκ Σιαφράνς, όπου πρωταγωνιστεί με τη Μισέλ Ουίλιαμς και κερδίζει άλλη μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και τη δραματική «Μοιραία σχέση» του Άντριου Τζαρέκι, όπου τον βρίσκουμε δίπλα στην Κίρστεν Ντάνστ. Κυρίως το «Blue Valentine» έλαβε πολύ καλές κριτικές, ενώ η «Μοιραία σχέση» φαίνεται πως δίχασε τους κριτικούς.

Το… «τρίπτυχο» της επιτυχίας

Πρωταγωνιστής τριών ταινιών βρίσκεται ο Ράιαν Γκόσλινγκ αυτή την εποχή, δείχνοντας πως είναι το... καυτό χαρτί του Χόλιγουντ. Στο «Drive» του Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν, το οποίο κέρδισε και βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Καννών, ο Γκόσλινγκ υποδύεται έναν οδηγό, που το πρωί εργάζεται ως κασκαντέρ και το βράδυ οδηγεί αυτοκίνητα που συμμετέχουν σε παρανομίες, βγάζοντας την πιο μυστηριώδη, λιγομίλητη πλευρά του, ενώ στην κομεντί «Crazy, stupid, love» εμφανίζεται ως έμπειρος... γυναικάς και μέντορας του πρόσφατα χωρισμένου Στιβ Καρέλ, με τα ταμεία να παίρνουν... φωτιά.

Μετά τις «Νύχτες Πρεμιέρας» ξεκινά και επίσημα στις αίθουσες η προβολή της δραματικής πολιτικής ταινίας «Αι ειδοί του Μαρτίου» σε σενάριο και σκηνοθεσία Τζορτζ Κλούνεϊ, με πρωταγωνιστές τον ίδιο τον Κλούνεϊ, τον Γκόσλινγκ, αλλά και τον Πολ Τζιαμάτι. Ο Καναδός ηθοποιός υποδύεται τον εκπρόσωπο τύπου που είναι διατεθειμένος να δώσει τον καλύτερό του εαυτό, προκειμένου να κερδίσει ο κυβερνήτης Μάικ Μόρις (Τζορτζ Κλούνεϊ) τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών με το κόμμα των Δημοκρατικών. Πρόκειται ουσιαστικά για μια επιτυχημένη μεταφορά στην μεγάλη οθόνη του θεατρικού έργου «Farragut North» του Μπο Γουίλιμον -ο οποίος είχε συμμετάσχει ως σύμβουλος σε αρκετές προεκλογικές καμπάνιες, πριν γίνει συγγραφέας – η οποία λαμβάνει καλές κριτικές από κοινό και κριτικούς και κάνει το όνομα του Ράιαν Γκόσλινγκ να ταξιδεύει τον κόσμο.

Σήμερα, ο επιτυχημένος ηθοποιός ζει στη Νέα Υόρκη με τα... 11 σκυλιά του, είναι συνιδιοκτήτης ενός μαροκινού εστιατορίου στο Μπέβερλι Χιλς και αναπτύσσει φιλανθρωπική/ανθρωπιστική δράση, συμμετέχοντας σε ενέργειες του Enough Project, το οποίο δρα ενάντια σε εγκλήματα κατά της ανθρώπινης φύσης.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «Frankenstein and me» (1997), «The unbelievables» (1999), «Remember the titans» (2000), «The believer» (2001), «The slaughter rule» (2002), «Murder by numbers» (2002), «The United States of Leland» (2003), «The notebook» (2004), «Stay» (2005), «Half nelson» (2006), «Fracture» (2007), «Lars and the real girl» (2007), «Blue valentine» (2010), «All good things» (2010), «Drive» (2011), «Crazy, stupid, love» (2011), «The ides of March» (2011).