Who is who: Μαριόν Κοτιγιάρ

who-is-who-marion-kotigiar

ΚΥΡΙΑΚΗ, 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2011

Μια ηθοποιός με άρωμα… Γαλλίας, η Μαριόν Κοτιγιάρ έχει καταπλήξει κοινό και κριτικούς, τόσο με την ομορφιά της, όσο και με το ανεξάντλητο υποκριτικό της ταλέντο.

Η Μαριόν Κοτιγιάρ είναι η κλασσική περίπτωση του παιδιού που φαινόταν ότι θα γίνει ηθοποιός, αφού από την παιδική της ηλικία λάμβανε μέρος σε παραστάσεις, λόγω του βραβευμένου σκηνοθέτη πατέρα της -ο οποίος ήταν και ηθοποιός- αλλά και της μητέρας της, η οποία επίσης υπηρετούσε την υποκριτική τέχνη, τόσο ως ηθοποιός, όσο και ως καθηγήτρια δραματικής τέχνης.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπως είναι φυσικό, το ταλέντο της μικρής Μαριόν, η οποία γεννήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου το 1975 στο Παρίσι, δεν υπήρχε περίπτωση να μείνει ανεκμετάλλευτο.

Μετά από διάφορους μικρούς ρόλους στο θέατρο, η Μαριόν βρέθηκε στο… γυαλί με την τηλεοπτική σειρά «Highlander» το 1993 κι ένα χρόνο αργότερα κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στο «L'histoire du garçon qui voulait qu'on l'embrasse» («Η ιστορία του αγοριού που ήθελε να το αγκαλιάσουν») του Φιλίπ Αρέλ. Συνεχίζει με κάποιες μικρού μήκους ταινίες και τηλεοπτικές εμφανίσεις, μέχρι το 1996 που αποκτά έναν μικρό, αλλά αξιοπρόσεκτο ρόλο στο «Comment je me suis disputé... (ma vie sexuelle)» («My sex life… or how I got into an argument») του Αρνό Ντεσπλεσέν.

Η αρχή της επιτυχίας

Μετά το «Le belle Verte» (1996) της Κολίν Σερό και τη συμμετοχή της σε μια γαλλική τηλεοπτική σειρά, ήρθε η ώρα για την Μαριόν να κάνει ένα μεγαλύτερο βήμα επιτυχίας το 1998 με το «Taxi» του Λυκ Μπεσόν, όπου υποδύεται την κοπέλα του πρωταγωνιστή, ο οποίος οδηγεί ένα ταξί και μπλέκει σε περιπέτειες. Η ταινία σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία και οδήγησε στο «Taxi 2» (2000), το «Taxi 3» (2003), το «Taxi 4» (2007), αλλά και στο αμερικάνικο ριμέικ του με την Κουίν Λατίφα το 2004 – η Μαριόν Κοτιγιάρ πρωταγωνίστησε στο «Taxi 2» και το «Taxi 3». Για το «Taxi 2» μάλιστα, κέρδισε βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης στο Cabourg Romantic Film Festival, ενώ η πρώτη ταινία της χάρισε υποψηφιότητα για βραβείο César το 1998.

Μετά το... «ταξί» προς την επιτυχία στο οποίο ανέβηκε η Μαριόν, επόμενη στάση της ήταν το 1999 το δράμα επιστημονικής φαντασίας «Furia». Την ίδια χρονιά υποδύεται τη Σολάνζ στο «Du bleu jusqu'en Amérique» και μετά από κάποιες ταινίες μικρού μήκους και τηλεοπτικές εμφανίσεις, το 2001 τη βλέπουμε στο «Lisa» στο ίδιο καστ με τη Ζαν Μορό, για το οποίο κερδίζει βραβείο καλύτερης ηθοποιού από το Verona Love Screens Film Festival.

Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στο «Les jolies choses», όπου υποδύεται δύο δίδυμες κοπέλες με τελείως διαφορετικούς χαρακτήρες και κερδίζει το ενδιαφέρον του κοινού και των κριτικών, ενώ η ίδια είναι στις υποψηφιότητες για βραβείο César της πιο πολλά υποσχόμενης ηθοποιού. Ακόμη μια ταινία την βρίσκει ως πρωταγωνίστρια το 2002, το «Une affaire privée», το μεγάλο breakthrough, όμως, της όμορφης ηθοποιού, θα έρθει την επόμενη χρονιά.

Διασημότητα και εκτός γαλλικών... συνόρων

Μπορεί στη Γαλλία, μέχρι στιγμής, η Μαριόν Κοτιγιάρ να θεωρείται επιτυχημένη, αλλά η φήμη της θα ξεκινήσει την παγκόσμια... βόλτα το 2003 με το πασίγνωστο «Αγάπα με αν τολμάς» («Jeux d'enfants»), σ’ ένα παιχνίδι θάρρους και αγάπης που κρατάει χρόνια, με τον παιδικό της φίλο, τον οποίο ενσαρκώνει ο Γκιγιόμ Κανέ. Η ταινία έκανε διάσημη τη φράση «cap ou pas cap» («τολμάς ή δεν τολμάς;»), αλλά και την Μαριόν, ενώ ο συμπρωταγωνιστής της μερικά χρόνια αργότερα έγινε σύντροφός της κι έπειτα πατέρας του πρώτου της παιδιού, μέσα στο 2011.

Μέσα στο 2003 την είδαμε και στο «Big Fish» του Τιμ Μπάρτον, σε έναν μικρότερο ρόλο, πλάι στον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, τη Τζέσικα Λανγκ, κ.ά., ενώ το 2004 τη βρίσκουμε στο γαλλικό δράμα μυστηρίου «Innocence» και στο «Οι ατέλειωτοι αρραβώνες» («Un long dimanche de fiançailles») του Ζαν Πιερ Ζενέ, για το οποίο κέρδισε βραβείο César β’ γυναικείου ρόλου.

Το 2005 τη βρίσκουμε σε αρκετές ταινίες, με κυριότερες το «Cavalcade», το «Mary» πλάι στη Ζυλιέτ Μπινός και τον Φόρεστ Γουιτάκερ, αλλά και το θρίλερ «La boîte noire» του Ρίτσαρντ Μπέρι.

Την επόμενη χρονιά πρωταγωνιστεί στη δραματική κομεντί «Toi et moi» και πριν φύγει ο χρόνος τη βλέπουμε μαζί με τον Ράσελ Κρόου στη ρομαντική κομεντί «A good year» του Ρίντλεϊ Σκοτ.

Το 2007 θα αποτελέσει μια πολύ σημαντική χρονιά για την καριέρα της Μαριόν. Δίνοντας μια εξαιρετική ερμηνεία ως Εντίθ Πιάφ στο «La môme» («La vie en rose»), κερδίζει το Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου, το BAFTA film award, το César, Χρυσή Σφαίρα και άλλα βραβεία και υποψηφιότητες, ενώ θα ακουστεί συχνά ότι πρόκειται για μια ερμηνεία από τις καλύτερες στην ιστορία του κινηματογράφου και η ίδια θα λάβει και τα συγχαρητήρια του Γάλλου προέδρου, Νικολά Σαρκοζί.

Η επόμενή της ταινία έρχεται το 2009, με το «Public enemies» και τον Τζόνι Ντεπ, ενώ αργότερα μέσα στην ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί με τον σύντροφό της πλέον, Γκιγιόμ Κανέ, στο «Le dernier vol». Το «Nine» του Ρομπ Μάρσαλ που ακολουθεί, είναι μια προσαρμογή του ομώνυμου μιούζικαλ στον κινηματογράφο και φέρνει στο ίδιο καστ, την Κοτιγιάρ, την Πενέλοπε Κρουζ, τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις, τη Σοφία Λόρεν, τη Νικόλ Κίντμαν, την Κέιτ Χάντσον κ.ά. Η γαλλίδα ηθοποιός κέρδισε για την ερμηνεία της στο «Nine», διάφορες υποψηφιότητες, μεταξύ των οποίων και μια για Χρυσή Σφαίρα, όπως και βραβείο του Διεθνούς φεστιβάλ κινηματογράφου του Παλμ Σπρινγκς.

Το 2010 συνεργάζεται με τον ταλαντούχο σκηνοθέτη και σεναριογράφο, Κρίστοφερ Νόλαν, για το «Inception» και βρίσκεται στα πλατό με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, την Έλεν Πέιτζ, τον Τομ Χάρντι, τον Τομ Μπέρεντζερ, τον Μάικλ Κέιν, τον Πιτ Ποστλεθγουέιτ, ο οποίος δεν βρίσκεται πλέον εν ζωή, κ.ά.

Την ίδια χρονιά τη βλέπουμε και σε μια δραματική κομεντί «Μικρά, αθώα, ψέματα», σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γκιγιόμ Κανέ, ενώ στο καστ του τη βρίσκει και το «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» του Γούντι Άλεν, όπως και το «Contagion» του Στίβεν Σόντερμπεργκ, το οποίο προβάλλεται στους κινηματογράφους στη χώρα μας.

Η ακτιβίστρια Μαριόν

Το περιβάλλον φαίνεται να αποτελεί μια από τις κύριες ανησυχίες της διάσημης ηθοποιού, γι’ αυτό και έχει συμμετάσχει σε διάφορες καμπάνιες για την προστασία του. Χρησιμοποίησε τη φήμη και το γνωστό όνομά της για να τραβήξει την προσοχή του κόσμου στις δράσεις της διεθνούς οργάνωσης προστασίας περιβάλλοντος, Greenpeace, ενώ παραχώρησε ακόμη και το διαμέρισμά της, προκειμένου να υπάρξει χώρος για τον έλεγχο προϊόντων που πραγματοποιεί η οργάνωση. Το 2005, συνεισέφερε στο «Dessins pour le climat», ένα βιβλίο με ζωγραφιές που εξέδωσε η Greenpeace.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «L'histoire du garçon qui voulait qu'on l'embrasse» (1994), «Comment je me suis disputé... (ma vie sexuelle)» (1996), «La belle Verte» (1996), «Taxi» (1998), «La guerre dans le Haut Pays» (1999), «Furia» (1999), «Du bleu jusqu'en Amérique» (1999), «Taxi 2» (2000), «Les jolies choses» (2001), «Une affaire privée» (2002), «Taxi 3» (2003), «Jeux d'enfants» (2003), «Big Fish» (2003), «Innocence» (2004), «Un long dimanche de fiançailles» (2004), «Cavalcade» (2005), «Edy» (2005), «Ma vie en l’ air» (2005), «Mary» (2005), «Sauf le respect que je vous dois» (2005), «La boîte noire» (2005), «Toi et moi» (2006), «Dikkenek» (2006), «Fair play» (2006), «A good year» (2006), «La môme» (2007), «Public enemies» (2009), «Le dernier vol» (2009), «Nine» (2009), «Inception» (2010), «Les petits mouchoirs» (2010), «Midnight in Paris» (2011), «Contagion» (2011).