Who is who: Βαϊόλα Ντέιβις
Οι «Υπηρέτριες» απογείωσαν τη δεκαπεντάχρονη καριέρα της Βαϊόλα Ντέιβις η οποία είναι φέτος υποψήφια για το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την εξαιρετική ερμηνεία της. Η συμπρωταγωνίστριά της, Έμα Στόουν, δήλωσε ότι είναι πολύ ταλαντούχα κι ότι έχουμε πολλά να δούμε στο μέλλον από αυτή.
Γεννήθηκε στις 11 Αυγούστου 1965 στη φάρμα της γιαγιάς της στη Νότια Καρολίνα και ήταν το δεύτερο από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας της εκπαίδευε άλογα και η μητέρα της ήταν υπάλληλος σε εργοστάσιο, αλλά υπήρξε και υπηρέτρια, με την ίδια την Ντέιβις να δηλώνει σήμερα ότι έζησε έντονα τη φτώχια στα παιδικά της χρόνια κι ότι η ενασχόλησή της με την υποκριτική αργότερα ήταν ένας τρόπος διαφυγής από τη δύσκολη πραγματικότητα.
Όσο ήταν ακόμη μωρό, η οικογένειά της μετακόμισε στο Rhode Island, όπου και πήγε σχολείο, ενώ ως μαθήτρια ξεκίνησε σύντομα να εκδηλώνει ενδιαφέρον για την ηθοποιία – μάλιστα κέρδισε υποτροφία λόγω του ταλέντου της σε ένα πρόγραμμα που αφορούσε τις παραστατικές τέχνες. Μετά το σχολείο, συνέχισε στο Κολλέγιο του Rhode Island όπου σπούδασε θεατρικές τέχνες –απ’ όπου μάλιστα πήρε και τιμητικό ντοκτορά στις καλές τέχνες το 2002- ενώ πέρασε και από τη σχολή Juilliard της Νέας Υόρκης για 4 χρόνια, σπουδάζοντας αυτό που αγαπούσε: παραστατικές τέχνες.
Συνδυάζοντας τον κινηματογράφο με την τηλεόραση
Το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο δεν αργεί να έρθει, αφού το 1996 βρίσκεται στη δραματική ταινία «The substance of fire» που αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου θεατρικού του Τζον Ρόμπιν Μπέιτς, με τον Τίμοθι Χάτον και τη Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, σε ένα πολύ μικρό ρόλο ως νοσοκόμα.
Τα επόμενα δύο χρόνια δοκιμάζει την τύχη της σε τηλεοπτικές σειρές, ενώ περνά και από τα πλατό της τηλεταινίας «The pentagon wars» του Ρίτσαρντ Μπέντζαμιν, η οποία κέρδισε βραβείο Emmy και το 1998 επιστρέφει στον κινηματογράφο με ένα μικρό ρόλο στην κομεντί δράσης, υποψήφια για 2 Όσκαρ, «Εκτός ελέγχου» του Στίβεν Σόντερμπεργκ, με πρωταγωνιστές τον Τζορτζ Κλούνεϊ και τη Τζένιφερ Λόπεζ.
Οι τηλεοπτικές σειρές γεμίζουν και πάλι το βιογραφικό της στη συνέχεια, ενώ το 2000 αποκτά ξανά ένα ρόλο νοσοκόμας και εμφανίζεται σε 24 επεισόδια της αμερικάνικης τηλεοπτικής σειράς «City of angels», η οποία δε συνεχίστηκε μετά τη δεύτερη σεζόν.
Σειρά έχει άλλη μια συνεργασία με τον Σόντερμπεργκ το 2000, όπου υποδύεται την κοινωνική λειτουργό σε ένα πολύ μικρό ρόλο στη δραματική ταινία «Traffic», με πρωταγωνιστές τον Μάικλ Ντάγκλας, τον Μπενίτσιο Ντελ Τόρο και την Κάθριν Ζέτα Τζόοουνς, ενώ το 2001 βρίσκεται στη ρομαντική κομεντί «The shrink is in» του Μπέντζαμιν και πάλι, με πρωταγωνίστρια την Κόρτνεϊ Κοξ. Την ίδια χρονιά κάνει μάλιστα και μια μικρή εμφάνιση ως αστυνομικός στην κομεντί «Kate & Leopold» με τη Μεγκ Ράιαν και τον Χιου Τζάκμαν, ενώ εμφανίζεται και σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές (όπως στο «Νόμος και τάξη», «Third watch» κ.ά.)
Με τον Τοντ Χέινς να υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία του υποψήφιου για 4 Όσκαρ «Ο παράδεισος είναι μακριά» συμμετέχει στο καστ της ταινίας με πρωταγωνίστρια τη Τζούλιαν Μουρ το 2002 και την ίδια χρονιά βρίσκεται και στη βιογραφική ταινία για την ιστορία ενός νεαρού ναύτη που οδηγείται σε ψυχιατρείο, «Antwone Fisher», με ένα μικρό ρόλο, όπου σκηνοθετείται από τον Ντένζελ Ουάσιγκτον στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο και κερδίζει για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βραβείο Independent Spirit β’ γυναικείου ρόλου.
Με μια στάση στην επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά «CSI: Crime Scene Investigation», πριν ακόμη φύγει το 2002 συνεργάζεται για τρίτη φορά με τον Σόντερμπεργκ στη δραματική ταινία μυστηρίου «Solaris» βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Πολωνού συγγραφέα Στάνισλαβ Λεμ, με πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Κλούνεϊ, όπου υποδύεται τη μια επιζήσασα από τα μέλη του πληρώματος που βρισκόταν στο διαστημικό σταθμό σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη Σολάρις. Η ερμηνεία της την έφερε υποψήφια για βραβείο Black Reel, ενώ σιγά-σιγά αρχίζει να κερδίζει έδαφος στο χώρο. Την περίοδο αυτή, μάλιστα, πηγαίνει καλά και στα προσωπικά της και το 2003 παντρεύεται τον ηθοποιό Τζούλιους Τένον και γίνεται η μητριά των 2 παιδιών του. Μέσα στο 2011 υιοθέτησαν και μια κόρη, την Τζένεσις.
Για τα τρία επόμενα χρόνια τη μονοπωλεί η τηλεόραση και το 2005 βρίσκεται σε ρόλο… γιαγιάς στη δραματική ταινία «Get rich or die tryin’» σκηνοθεσίας Τζιμ Σέρινταν, με πρωταγωνιστή το ράπερ 50cent, στου οποίου τη ζωή βασίζεται η ταινία, στα πρότυπα του Eminem και της ταινίας «Το όγδοο μίλι». Την ίδια χρονιά κάνει και μια μικρή εμφάνιση στο «Syriana» με τον Τζορτζ Κλούνεϊ σαν διευθυντικό στέλεχος της CIA, ενώ το 2006 βρίσκεται για πρώτη φορά στην καριέρα της στον κινηματογράφο σε πρωταγωνιστικό ρόλο στη δραματική ταινία «The architect» του Ματ Τόμπερ, με τον Άντονι Λα Πάλια και την Ιζαμπέλα Ροσελίνι. Η ταινία, όμως, δεν πηγαίνει καλά και η ίδια δεν καταφέρνει ακόμη να προωθήσει την καριέρα της και το όνομά της όσο χρειάζεται.
Την ίδια χρονιά «πέφτει» στα χέρια του Όλιβερ Στόουν για την ταινία «World trade center» με τον Νίκολας Κέιτζ και θέμα την 11η Σεπτεμβρίου, ο ρόλος της, όμως, είναι και πάλι πολύ μικρός. Συνεχίζει τόσο με δουλειές στην τηλεόραση (όπως τις τηλεταινίες «Fort Pit», «Jesse Stone: sea change» με τον Τομ Σέλεκ και την Κάθι Μπέικερ), όσο και στον κινηματογράφο, όπου το 2007 βρίσκεται στο «Disturbia» με τον Σία ΛαΜπουφ, το οποίο πηγαίνει σχετικά καλά στο box office με εισπράξεις να ξεπερνούν τα 110 εκατομμύρια δολάρια και το 2008 συναντά τον Ρίτσαρντ Γκιρ στο αισθηματικό δράμα «Νύχτες στη Ροδάνθη». Η επιτυχία, όμως, βρίσκεται στην επόμενη γωνία…
Η «Αμφιβολία» φέρνει την επιτυχία
Το 2008, ο Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν μεταμορφώνεται στον ιερέα Φλιν που διδάσκει σε ένα καθολικό σχολείο στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, με διευθύντρια την αυστηρή Μέριλ Στριπ. Στο ίδιο καστ βρίσκεται και η Βαϊόλα Ντέιβις, η οποία υποδύεται τη μητέρα του Αφρικανο-αμερικανού μαθητή, με τον οποίο ο πάτερ Φλιν φαίνεται να κατηγορείται πως αναπτύσσει ιδιαίτερες σχέσεις κι όλα αυτά συμβαίνουν στη δραματική ταινία «Η αμφιβολία» του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ, η οποία χαρίζει στη Βαϊόλα Ντέιβις την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Η ερμηνεία της ως μια περίεργη μητέρα που δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις κατηγορίες απέναντι στο δάσκαλο του γιου της, καταφέρνει να πείσει κοινό και κριτικούς και να φέρει το όνομα της Ντέιβις στις υποψηφιότητες β’ γυναικείου ρόλου στην τελετή των Όσκαρ με την ίδια για πρώτη φορά να βλέπει τα φώτα στραμμένα πάνω της. Ταυτόχρονα, βρέθηκε υποψήφια και για διάφορα άλλα βραβεία όπως Χρυσή Σφαίρα, Screen Actors Guild κ.λπ., ενώ κέρδισε βραβείο Black Reel β’ γυναικείου ρόλου, βραβείο από το διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου της Σάντα Μπάρμπαρα κ.ά.
Η ίδια δήλωσε πανευτυχής που είχε την ευκαιρία να δουλέψει με τη Μέριλ Στριπ την οποία θαυμάζει, σύμφωνα, όμως με δηλώσεις της, ο ντόρος των Όσκαρ και των βραβείων μπορεί να αποπροσανατολίσει έναν ηθοποιό, στέλνοντάς τον σε κόκκινα χαλιά και γεμίζοντάς τον με άγχος. Μετά το «σοκ» της «Αμφιβολίας», η ίδια ανέφερε ότι έτρεχε από πρεμιέρα σε πρεμιέρα και έκανε μήνες να ασχοληθεί με την πραγματική φύση της δουλειάς της, κάτι που την απογοήτευσε, όσο κι αν μέσα της θα ήθελε πολύ να κερδίσει το Όσκαρ.
Μετά την υποψηφιότητα για το χρυσό αγαλματίδιο πέρασε από τα καστ διάφορων ταινιών όπως από τη δραματική κομεντί «Madea goes to jail», την ταινία μυστηρίου «Η κατάσταση των πραγμάτων» με τον Ράσελ Κρόου και τον Μπεν Άφλεκ, το επιτυχημένο εμπορικά «Νομοταγής πολίτης» με τον Τζέραρντ Μπάτλερ, όπου εμφανίστηκε σε ρόλο δημάρχου, ενώ το 2010 βρέθηκε ξανά στα παλιά της λημέρια, σε τηλεοπτική σειρά με τίτλο «United States of Tara».
To 2010 εμφανίζεται επίσης μαζί με τον Τομ Κρουζ και την Κάμερον Ντίαζ στην… κατασκοπική κομεντί «Επικίνδυνες παρέες» του Τζέιμς Μάνγκολντ, η οποία πήγε καλά εμπορικά, ενώ πέρασε και από τα πλατό του «Eat pray love» με την Τζούλια Ρόμπερτς, υποδυόμενη την καλύτερή της φίλη και κερδίζοντας υποψηφιότητα για βραβείο Black Reel β’ γυναικείου ρόλου, ακόμη μια φορά. Μέσα στην ίδια χρονιά σκηνοθετείται και από τον Ντέβιντ Σουίμερ, γνωστό από την τηλεοπτική σειρά «Φιλαράκια», στο θρίλερ «Πίστεψέ με», ενώ βρίσκεται και στη δραματική κομεντί «It’s kind of a funny story» μαζί με τον ελληνικής καταγωγής Ζακ Γαλιφιανάκη.
Η τελευταία ταινία στην οποία την απολαύσαμε είναι οι «Υπηρέτριες» σκηνοθεσίας Τέιτ Τέιλορ, σε μια κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος της Κάθριν Στόκετ, όπου υποδύεται μια μαύρη υπηρέτρια στον Αμερικανικό Νότο της δεκαετίας του ’60, που έχει περάσει τη ζωή της μεγαλώνοντας παιδιά λευκών. Μάλιστα, η Ντέιβις είχε ήδη δεχθεί το ρόλο αυτό, ενώ πρωταγωνιστούσε στην παράσταση «Fences» στο Μπρόντγουεϊ (κερδίζοντας βραβείο Tony), με αποτέλεσμα οι παραγωγοί της ταινίας να καθυστερήσουν τα γυρίσματα, προκειμένου να μπορεί και η ίδια να συμμετάσχει. Κι απ’ ό,τι φαίνεται η επιλογή τους ήταν ορθή… Αφού μόλις πρόσφατα ανακοίνωθηκε το όνομά της στις υποψηφιότητες για το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου.
Στο τέλος του Ιανουαρίου, θα προβληθεί στις αίθουσες ανά τον κόσμο και η ταινία «Extremely loud and incredibly close», στην οποία η Ντέιβις συναντά τον Τομ Χανκς, τη Σάντρα Μπούλοκ και τον Τζον Γκούντμαν, ενώ στις ελληνικές αίθουσες θα φτάσει στις αρχές του Φλεβάρη.
Ενδεικτική φιλμογραφία: «The substance of fire» (1996), «Out of sight» (1998), «Traffic» (2000), «The shrink is in» (2001), «Kate & Leopold» (2001), «Far from heaven» (2002), «Antwone Fisher» (2002), «Solaris» (2002), «Get rich or die tryin’» (2005), «The architect» (2006), «World trade center» (2006), «Disturbia» (2007), «Nights in Rodanthe» (2008), «Doubt» (2008), «Madea goes to jail» (2009), «State of play» (2009), «Law abiding citizen» (2009), «Knight and day» (2010), «Eat pray love» (2010), «Trust» (2010), «It’s kind of a funny story» (2010), «The help» (2011), «Extremely loud and incredibly close» (2011).







