Μικρά εγκλήματα μεταξύ συγγενών
Ο σύζυγος, η γυναίκα του και ο εραστής της. Ένα θέμα που έχει γνωρίσει αμέτρητες κινηματογραφικές εκδοχές, αποτελεί τον πυρήνα ενός περίεργου νουάρ ελληνικής κοπής, του «Μαχαιροβγάλτη» του Γιάννη Οικονομίδη.
Ο σύζυγος, η γυναίκα του και ο εραστής της. Ένα θέμα που έχει γνωρίσει αμέτρητες κινηματογραφικές εκδοχές, αποτελεί τον πυρήνα ενός περίεργου νουάρ ελληνικής κοπής, του «Μαχαιροβγάλτη» του Γιάννη Οικονομίδη. Στο επίκεντρο δεν βρίσκεται απλώς μια συνωμοσία εραστών που μοιάζει βγαλμένη από το αστυνομικό δελτίο, αλλά ο κρυφός φασισμός της μικροαστικής μιζέρια.
Υπάρχουν στιγμές πικρού χιούμορ και διαρκώς κοχλάζει μια επικίνδυνη οργή που δίνει σήματα κινδύνου, μέχρι το ολοκληρωτικό ξέσπασμα της βίας. Και όλα αυτά με φόντο μια πραγματικότητα σε γκρίζους τόνους, με ασπρόμαυρη φωτογραφία εξαιρετικής αισθητικής και στυλιζαρισμένα, κοντινά πλάνα.
Η πλήξη μιας ζωής σπρωγμένης στο περιθώριο αποτυπώνεται από τις πρώτες σκηνές του έργου, με αιφνιδιαστικές ριπές ειρωνείας. Ο Νίκος (Στάθης Σταμουλακάτος), ο κεντρικός ήρωας, βιώνει μια ανούσια, αφόρητη ζωή κοντά στα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαϊδας. Ο σκηνοθέτης έχει επιλέξει η ιστορία του να ξεκινήσει από μια περιοχή που επανέρχεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας για τις συχνές παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και τις επιπτώσεις της μόλυνσης στην υγεία των κατοίκων.
Ο Νίκος, χάνει τον πατέρα του και βρίσκεται σε ένα κρίσιμο μεταίχμιο εξαιτίας της άφιξης του θείου του Αλέκου (Βαγγέλης Μουρίκης). Ο αδελφός του πατέρα του τον πείθει να αφήσει πίσω του το δηλητηριασμένο περιβάλλον και να κατέβει μαζί του σε ένα προάστιο της Αθήνας για να κάνει μια μάλλον περίεργη δουλειά: να φυλάει τα σκυλιά του θείου του καθώς απειλούνται από τους κακόβουλους εχθρούς του. Εκεί θα γνωριστεί με τη σύζυγο του Αλέκου, τη Γεωργία (Μαρία Καλλιμάνη) και η ερωτική ανάφλεξη ανάμεσά τους θα δημιουργήσει το πλαίσιο για να ξεδιπλωθεί η χυδαιότητα του μέσου Έλληνα.
Αφετηρία αυτής της χυδαιότητας είναι ο ακραίος ατομικισμός και το αίσθημα ιδιοκτησίας, δύο χαρακτηριστικά που διαβρώνουν τις σχέσεις και τη συμπεριφορά όλων των προσώπων της ταινίας. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ο Νίκος δέχεται επίθεση ακόμη και από έναν άστεγο που έχει όμως ορίσει τα προσωπικά του όρια σε ένα...δέντρο. Το βλέμμα του ήρωα αποστασιοποιείται ορισμένες φορές για να κοιτάξει με μια σχεδόν παιδική έκπληξη την ασχήμια που τον περικυκλώνει. Η κτηνώδης, εγωκεντρική συμπεριφορά των υπόλοιπων προσώπων και ο ωμός ρεαλισμός συνθέτουν το σκηνικό όπου θα παιχτούν οι τελευταίες σκηνές του δράματος. Ο «Μαχαιροβγάλτης» του Οικονομίδη είναι μια ταινία γροθιά στον μέσο «νοικοκύρη», μια κραυγή αγωνίας απέναντι σε όσους ναρκώνονται στον απόηχο των διαφημίσεων, την έξαψη των γηπέδων και του τζόγου.
Πρόκειται για ένα αξιοπρόσεκτο νουάρ που αξίζει να δει κανείς για την τόλμη και την αισθητική των εικόνων του, τις ρεαλιστικές ερμηνείες των ηθοποιών, τους προκλητικούς, αθυρόστομους διαλόγους. Οι ρυθμοί σε ορισμένα σημεία πέφτουν, αφήνοντας χώρο στις σιωπές και στις κυκλικά επαναλαμβανόμενες συνήθειες των προσώπων.
Ο σκηνοθέτης έκανε σοφές επιλογές στο κάστινγκ, καθώς οι ερμηνείες του Στάθη Σταμουλακάκου, Μαρίας Καλλιμάνη και Βαγγέλη Μουρίκη υπηρετούσαν τέλεια την ξεχωριστή ατμόσφαιρα του φιλμ. Η γοητεία του έργου έγκειται επίσης στην ειρωνική, διεισδυτική ματιά του Οικονομίδη και στον τρόπο με τον οποίο πετάει το γάντι στον θεατή. Οι λεπτομέρειες της ταινίας συνθέτουν την τοιχογραφία μιας κατακερματισμένης, σπαρασσόμενης κοινωνίας. Το σχόλιο του Οικονομίδη είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Επίσης ο «Μαχαιροβγάλτης» δεν χωρά σε ημίμετρα. Ή θα σε ενθουσιάσει ή θα σε κάνει να φύγεις τρέχοντας από την αίθουσα...
ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ







