Who is who: Τόμι Λι Τζόουνς
Ο Τόμι Λι Τζόουνς «ξεσκονίζει» για άλλη μια φορά το μαύρο κοστούμι του και συναντά στη μεγάλη οθόνη τον Γουίλ Σμιθ στους «Άντρες με τα μαύρα ΙΙΙ». Πέραν, όμως, αυτού του διάσημου ρόλου του, ο ταλαντούχος ηθοποιός έχει υποδυθεί, άλλοτε με περισσότερη κι άλλοτε με λιγότερη επιτυχία, δεκάδες άλλους.
Γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1946 στο Σαν Σάμπα του Τέξας και οι γονείς του είναι η Λουσίλ Μαρί (ιδιοκτήτρια μαγαζιού καλλυντικών, που είχε δουλέψει και ως αστυνομικός, αλλά και ως δασκάλα) και ο Κλάιντ Σ. Τζόουνς, ο οποίος ήταν εργάτης σε πετρελαιοπηγές. Οι δυο τους χώρισαν, αλλά ξαναπαντρεύτηκαν αργότερα, μέχρι το οριστικό διαζύγιό τους.
Με τα γράμματα φαίνεται πως τα κατάφερνε καλά, αφού από το σχολείο που αποφοίτησε είχε κερδίσει υποτροφία, ενώ υποτροφία κέρδισε και στο Χάρβαρντ, όπου σπούδασε αργότερα – μένοντας στην ίδια φοιτητική εστία με το μελλοντικό αντιπρόεδρο των Η.Π.Α., Αλ Γκορ.
Μαζί με τα γράμματα συνδύαζε και τον αθλητισμό και μάλιστα έπαιζε αμυντικός στην ομάδα ποδοσφαίρου του Χάρβαρντ του 1968, η οποία υπήρξε αήττητη. Από το Πανεπιστήμιο αποφοίτησε με διάκριση στις Τέχνες το 1969.
Μετά τις ακαδημαϊκές του σπουδές μετακόμισε στη Νέα Υόρκη με σκοπό να γίνει ηθοποιός, παρ’ όλο που ποτέ δεν έκανε μαθήματα υποκριτικής.
Το κυνήγι μιας τέτοιας καριέρας τον οδήγησε το 1969 στο ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ στην παράσταση «A patriot for me» και το 1970 κάνει την παρθενική του εμφάνιση και στη μεγάλη οθόνη, στην πασίγνωστη δραματική ταινία «Love story» του Άρθουρ Χίλερ, με τον Ράιαν Ο’ Νιλ και την Άλι Μακ Γκρο, όπου συμπτωματικά υποδύθηκε ένα φοιτητή του Χάρβαρντ.
Στη συνέχεια επιστρέφει στο Μπρόντγουεϊ, ενώ βρίσκεται και στην τηλεόραση, με εμφανίσεις σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές, σαπουνόπερες, κάνοντας στάσεις και σε κινηματογραφικές δουλειές, όπου υποδύεται διάφορους ρόλους, όπως τον κυνηγημένο κατάδικο στο «Jackson County jail» σκηνοθεσίας Μάικλ Μίλερ, το βετεράνο του Βιετνάμ στην ταινία δράσης «Rolling thunder» του Τζον Φλιν, το νεαρό οδηγό αγώνων στη δραματική ταινία «Betsy» με τον Λόρενς Ολίβιε και τον Ρόμπερτ Ντιβάλ, ενώ στο θρίλερ «Τα μάτια της Λόρα Μαρς» με τη Φέι Ντάναγουεϊ υποδύεται τον αστυνομικό. Αποχαιρετώντας τη δεκαετία του ’70, έχει ήδη κερδίσει αρκετούς πρωταγωνιστικούς ρόλους, μπαίνοντας για τα καλά στους κινηματογραφικούς κύκλους.
Στο μεταξύ, το 1978 παίρνει το πρώτο του διαζύγιο από την πρώτη του γυναίκα, την επίσης ηθοποιό Κέιτ Λάρντνερ, με την οποία παντρεύτηκε το 1971. Ο επόμενος γάμος του δεν θα αργήσει, αφού το 1981 ανεβαίνει και πάλι τα σκαλιά της εκκλησίας με την τότε αγαπημένη του, Κίμπερλι Κλόλεϊ, κόρη του τότε δημάρχου του Σαν Αντόνιο του Τέξας.
Ο δεύτερος γάμος του θα κρατήσει περισσότερο και θα του χαρίσει δύο παιδιά, πριν λήξει το 1996. Στο μεταξύ, όμως, ο ανερχόμενος τότε ηθοποιός «χτίζει» την καριέρα του.
Κυνηγώντας την επιτυχία
Μέσα στη δεκαετία του ‘80, ο Τζόουνς κάνει αρκετές κινηματογραφικές και τηλεοπτικές δουλειές, χωρίς, όμως, να αποκτά το όνομα και τη φήμη που επιθυμεί.
Το 1980 κερδίζει την πρώτη του υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα με τη βιογραφική ταινία για τη ζωή της τραγουδίστριας της κάντρι Λορέτα Λιν, «Η κόρη του ανθρακωρύχου» και περνώντας από διάφορες τηλεταινίες (όπως τη διασκευή του «Βροχοποιού» του Ρίτσαρντ Νας, αλλά και της «Λυσσασμένης γάτας» του Τενεσί Ουίλιαμς) και κινηματογραφικές ταινίες που δεν του δίνουν περαιτέρω ώθηση – πέρα από το Emmy που κερδίζει με την τηλεταινία «The executioner’s song»- ο Τόμι Λι Τζόουνς κερδίζει λίγο έδαφος με την «Επικίνδυνη Δευτέρα» του Μάικ Φίγκις με τη Μέλανι Γκρίφιθ και τον Στινγκ. Το 1989 κερδίζει ξανά υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και βραβείο Emmy με το ρόλο του Τεξανού δασοφύλακα στην τηλεοπτική σειρά «Lonesome dove», μια δουλειά που, όπως ο ίδιος αναφέρει, είχε λατρέψει.
Το 1990 η καριέρα του παίρνει άλλη πορεία, πιο επιτυχημένη, που του χαρίζει αναγνώριση και σιγά-σιγά περισσότερα χρήματα. Το 1991 σκηνοθετείται από τον Όλιβερ Στόουν στη βιογραφική, δραματική ταινία «JFK», η οποία αποτυπώνει γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Τζον Φ. Κένεντι και στην αλήθεια που βρίσκεται πίσω από αυτά, με τον Κέβιν Κόστνερ, τον Γκάρι Όλντμαν, τον Τζακ Λέμον κ.ά.
Ο Τζόουνς υποδύεται τον Κλέι Σο, ο οποίος κατηγορήθηκε για τη δολοφονία, αλλά κρίθηκε αθώος και κερδίζει υποψηφιότητα για βραβείο Όσκαρ. Φαίνεται πως στη συγκεκριμένη ταινία στάθηκε πολύ τυχερός, αφού αρχικά ήταν να υποδυθεί κάποιο ρόλο που «κόπηκε» και ο Στόουν ήταν αυτός που τον έβαλε στον τελικό του ρόλο, στέλνοντάς τον στα Όσκαρ.
Στη συνέχεια, στο εμπορικά επιτυχημένο «Σε κατάσταση πολιορκίας» (1992) με τον Στίβεν Σιγκάλ υποδύεται τον τρομοκράτη, ενώ μια άλλη ταινία που του χαρίζει δόξα είναι ο «Φυγάς» το 1993, με τον Χάρισον Φορντ στο ρόλο του φυγά και τον Τζόουνς στο ρόλο του αστυνομικού που τον κυνηγά.
Η ταινία εξελίσσεται σε blockbuster με 368 εκατομμύρια σε εισπράξεις και ο Τζόουνς κερδίζει το Όσκαρ β’ αντρικού ρόλου, τη Χρυσή Σφαίρα και άλλα βραβεία, για την ερμηνεία του ως ο επίμονος Σάμιουελ Τζέραρντ.
Το 1994 συμπρωταγωνιστεί με τη Σούζαν Σάραντον και σκηνοθετείται από τον Τζόελ Σουμάχερ στον «Πελάτη» και την ίδια χρονιά ακολουθεί και πάλι τις σκηνοθετικές οδηγίες του Όλιβερ Στόουν στην ταινία «Γεννημένοι δολοφόνοι», η οποία ακολουθεί δύο ψυχασθενείς δολοφόνους (Τζούλιετ Λιούις, Γούντι Χάρελσον), με τον Τζόουνς να υποδύεται έναν υπεύθυνο ασφάλειας φυλακών που θα βρεθεί στο δρόμο τους.
Την ίδια χρονιά βρίσκεται και στον «Μπλε ουρανό» με την Τζέσικα Λανγκ, η συμπρωταγωνίστριά του, όμως, φαίνεται να συγκεντρώνει τα φώτα πάνω της και να σαρώνει τα βραβεία.
Την επόμενη χρονιά πέφτει ξανά στα χέρια του Σουμάχερ για τις ανάγκες της ταινίας «Batman forever» με τον Βαλ Κίλμερ στο ρόλο του Μπάτμαν και τον Τζόουνς στο ρόλο του πρώην εισαγγελέα Χάρβεϊ Ντεντ και του alter ego του, Two-Face.
Οι εισπράξεις φτάνουν τα 336 εκατομμύρια δολάρια και ο διάσημος πλέον ηθοποιός μοιάζει άνετος σε αυτόν τον… περίεργο ρόλο. Πριν φύγει η χρονιά, κάνει και την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα με την τηλεταινία «The good old boys» και στη συνέχεια φοράει μαύρα, που όμως του βγαίνουν σε καλό.
Ο άντρας με τα μαύρα
Βασισμένη στην ομώνυμη σειρά κόμικ του Λόουελ Κάνιγκχαμ, το 1997 βγαίνει στη μεγάλη οθόνη η ταινία επιστημονικής φαντασίας «Οι άντρες με τα μαύρα» σκηνοθεσίας Μπάρι Σόνενφελντ, όπου ο Τόμι Λι Τζόουνς και ο Γουίλ Σμιθ αποτελούν το δίδυμο που ελέγχοντας τη Νέα Υόρκη από ενδεχόμενες εξωγήινες απειλές, τώρα πρέπει να σώσουν τον κόσμο από αυτές.
Για το ρόλο του Τζόουνς αρχικά είχε επιλεχθεί ο Κλιντ Ίστγουντ, ο οποίος όμως τον απέρριψε κι έτσι κατέληξε στον Τόμι Λι, που αρχικά μάλιστα δεν ήταν ευχαριστημένος, αλλά δέχτηκε όταν του είπαν ότι το σενάριο θα βελτιωθεί.
Η ταινία σημείωσε μεγάλη επιτυχία στο box office με εισπράξεις 589 εκατομμυρίων δολαρίων και ο Τόμι Λι Τζόουνς βρέθηκε υποψήφιος για βραβείο Blockbuster Entertainment και Satellite, λαμβάνοντας σαν αμοιβή το ποσό των 7 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η επιτυχία της ταινίας οδήγησε το 2002 στο σίκουελ «Men in black II», με το ίδιο πρωταγωνιστικό δίδυμο και σκηνοθέτη και παρ’ όλο που οι εισπράξεις και πάλι υπήρξαν υψηλές, οι κριτικές δεν ήταν τόσο θετικές όσο στην πρώτη ταινία και το σίκουελ έλαβε λιγότερα βραβεία. Ο διάσημος ηθοποιός, όμως, αμείφθηκε με πολύ περισσότερα χρήματα, λαμβάνοντας 20 εκατομμύρια συν ποσοστά από τις εισπράξεις.
Στη μεγάλη οθόνη ανά τον κόσμο αυτή την περίοδο προβάλλεται η τρίτη ταινία της σειράς, όπου στο πρωταγωνιστικό καστ προστίθεται και ο Τζος Μπρόλιν, με επικεφαλής των… κουστουμάτων πρακτόρων την Έμα Τόμσον. Η ταινία μέχρι στιγμής λαμβάνει ανάμεικτα προς θετικά σχόλια, με το μπάτζετ της να ανέρχεται στα 375 εκατομμύρια δολάρια.
Οι επιλογές της τελευταίας δεκαετίας
Αποχαιρετώντας τα ‘90s με ταινίες όπως το «U.S. Marshals» με τον Γουέσλι Σνάιπς και τον Ρόμπερτ Ντάουνι τζούνιορ και το «Διπλός κίνδυνος» του Μπρους Μπέρεσφορντ, τα οποία έκαναν υψηλές εισπράξεις, αλλά δεν πήραν καλές κριτικές, το 2000 βρίσκεται μαζί με τον Σάμιουελ Τζάκσον στο «Rules of engagement» και το «Space cowboys» σκηνοθεσίας Κλιντ Ίστγουντ, το οποίο σημείωσε και εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία.
Το 2001 ο Τόμι Λι Τζόουνς παντρεύεται για τρίτη φορά και μέχρι στιγμής ο γάμος του με την Ντον Λόρελ βαίνει καλώς.
Περνώντας από ταινίες, δράσης, κομεντί και γουέστερν τα επόμενα χρόνια, χωρίς επιτυχία, το 2005 κάθεται ξανά στη θέση του σκηνοθέτη, αλλά και του πρωταγωνιστή, στην ταινία «Οι τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα», η οποία τον βραβεύει ως καλύτερο ηθοποιό στο Φεστιβάλ Καννών.
Το 2006, στο καστ της κομεντί «Η καλύτερη παρέα» του Ρόμπερτ Άλτμαν συναντά τη Μέριλ Στριπ, τη Λίντσεϊ Λόχαν, τον Κέβιν Κλάιν, τον Γούντι Χάρελσον κ.ά. και την επόμενη χρονιά βρίσκεται στα χέρια των αδελφών Κοέν στη βραβευμένη με 4 Όσκαρ ταινία «Καμία πατρίδα για τους μελλοθάνατους», να κυνηγάει ως σερίφης το δολοφόνο με το… καρέ (Χαβιέ Μπαρδέμ).
Ο ρόλος του ταιριάζει, οι Κοέν μιλούν με τα καλύτερα για αυτόν και ο ίδιος βραβεύεται με Screen Actors Guild και με βραβείο από τους κριτικούς του Σαν Ντιέγκο, αυξάνοντας και τον τραπεζικό του λογαριασμό κατά 10 εκατομμύρια δολάρια.
Άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ τον περιμένει λίγο αργότερα, με τη δραματική ταινία μυστηρίου «Η κοιλάδα του Ήλα», όπου υποδύεται τον πατέρα ενός στρατιώτη, που είχε πολεμήσει στο Ιράκ, ο οποίος ερευνά την εξαφάνιση και τη δολοφονία του γιου του.
Στο καστ μαζί του βρίσκεται και η Σαρλίζ Θερόν, όπως και η Σούζαν Σάραντον και κάποιοι κριτικοί εκθειάζουν την ερμηνεία του.
Το 2010 ο Τόμι Λι Τζόουνς συναντά τον Μπεν Άφλεκ, τον Κέβιν Κόστνερ και τον Κρις Κούπερ στα πλατό της δραματικής ταινίας «The company men», η οποία αποτελεί μια ματιά στο ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και τις συνέπειές της.
Ο Τζόουνς βρίσκεται στον επίκαιρο ρόλο του μέχρι πρόσφατα καλοπληρωμένου εργαζόμενου που αναγκάζεται να υποστεί περικοπές στο εισόδημά του, κερδίζοντας υποψηφιότητα για βραβείο Satellite και πολύ καλές κριτικές για την ερμηνεία του.
Την επόμενη χρονιά τον βλέπουμε στο «Κάπτεν Αμέρικα: ο πρώτος εκδικητής» σκηνοθεσίας Τζο Τζόνστον και στη συνέχεια σκηνοθετεί τη δραματική, τηλεοπτική ταινία «The sunset limited», στην οποία και πρωταγωνιστεί μαζί με τον Σάμιουελ Τζάκσον.
Το Σεπτέμβριο πρόκειται να τον δούμε να πηγαίνει σε… σύμβουλο γάμου με τη Μέριλ Στριπ στη δραματική κομεντί «Hope springs» του Ντέιβιντ Φράνκελ, με τον Στιβ Καρέλ στο ρόλο του συμβούλου, ενώ στο τέλος της χρονιάς θα τον δούμε ως τον Θαδδαίο Στίβενς, ισχυρό μέλος της Βουλής των αντιπροσώπων, στη βιογραφική ταινία «Lincoln», με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στο ρόλο του Αβραάμ Λίνκολν, με σκηνοθέτη τον Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Σήμερα ζει σε ένα προάστιο του Σαν Αντόνιο στο Τέξας, ενώ είναι ιδιοκτήτης δύο ράντσων (στο ένα εκ των οποίων γυρίστηκε και το «Οι τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα») και μιας φάρμας στη Φλόριντα. Ασχολείται με το πόλο, μιλάει άπταιστα ισπανικά και όπως ο ίδιος έχει αναφέρει, αγαπά τις καλλιέργειες και τη γεωργία, όσο και τον κινηματογράφο.
Ενδεικτική φιλμογραφία: «Love story» (1970), «Life study» (1973), «Eliza’s horoscope» (1975), «Jackson County jail» (1976), «Rolling thunder» (1977), «Betsy» (1978), «Eyes of Laura Mars» (1978), «Coal miner’s daughter» (1980), «Back roads» (1981), «Nate and Hayes» (1983), «The river rat» (1984), «Black moon rising» (1986), «The big town» (1987), «Stormy Monday» (1988), «The package» (1989), «Fire birds» (1990), «JFK» (1991), «Under siege» (1992), «House of cards» (1993), «The fugitive» (1993), «Heaven & Earth» (1993), «Blown away» (1994), «The client» (1994), «Natural born killers» (1994), «Blue sky» (1994), «Cobb» (1994), «Batman forever» (1995), «Volcano» (1997), «Men in black» (1997), «U.S. Marshals» (1998), «Double jeopardy» (1999), «Rules of engagement» (2000), «Space cowboys» (2000), «Men in black II» (2002), «The hunted» (2003), «The missing» (2003), «Man of the house» (2005), «The three burials of Melquiades Estrada» (2005), «A prairie home companion» (2006), «No country for old men» (2007), «In the valley of Elah» (2007), «In the electric mist» (2009), «The company men» (2010), «Captain America: The first avenger» (2011), «Men in black III» (2012).







