18 χρόνια μετά, το «The Matrix» είναι περισσότερο από ποτέ το αποτύπωμα μιας γενιάς

matrix3
ΔΕΥΤΕΡΑ, 03 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017

Ένα κείμενο για την επέτειο συμπλήρωσης 18 χρόνων από την κυκλοφορία της ταινίας που όρισε μία ολόκληρη εποχή.

Το 1999 είναι μία χρονιά-σταθμός στην ποπ κουλτούρα. Είναι η μετάβαση από τα πολύχρωμα 90s προς το μιλένιουμ και η πραγμάτωση όλων αυτών που πρέσβευε μία δεκαετία κατά την οποία κυριάρχησε μία αίσθηση ελευθερίας που σήμερα αντιμετωπίζεται με περίσσεια νοσταλγία. Όσο άσχημα και αν μπορεί να κάθεται σε όσους έχουν έντονες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο, πλέον βρισκόμαστε 18 χρόνια μακριά από το 1999 και μαζί φέτος συμπληρώνονται και 18 χρόνια από την κυκλοφορία του «The Matrix», της ταινίας δηλαδή που όρισε το σινεμά που προηγήθηκε και αυτό που ήρθε και που ουσιαστικά αποκρυστάλλωσε τις τάσεις που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια των 90s και δεν είχαν βρει ακόμη έναν ξεκάθαρο εκφραστή.

Οι Λίλι και Λάνα Γουατσόφσκι (τότε Άντι και Λάρι) έπιασαν τον παλμό της εποχής και δεν είναι καθόλου υπερβολή να πούμε ότι βλέποντας το «The Matrix» μπορείς να καταλάβεις πολλά για το πού βρισκόταν τότε ο κόσμος, ποιες ήταν οι ανησυχίες του και τι τον απασχολούσε. Αρχής γενομένης από την αισθητική, τα αδέρφια Γουατσόφσκι δημιούργησαν μία ταινία που στέκεται πολύ καλά μετά και από τόσα χρόνια, ενώ παράλληλα εξέφρασαν με σαφήνεια το τότε. Τα 90s ήταν μία δεκαετία η εικόνα της οποίας συνδέθηκε άρρηκτα με την επέλαση των βιντεοπαιχνιδιών και του PlayStation, με τα βίντεο κλιπ του MTV, με το νέο κύμα κυβερνοπάνκ που ήρθε ως απότοκο της αβεβαιότητας που έφερνε η ραγδαία άνοδος του ιντερνέτ και με τον συνδυασμό του industrial με την γοτθική αισθητική, με τις δύο αυτές τάσεις να χωνεύονται μέσα στην σφαίρα της ποπ. Το «The Matrix» λοιπόν κατάφερε να είναι όλα αυτά μαζί.

Πέρα όμως από το σαγηνευτικά αστικό κάδρο της ταινίας, υπάρχει μία φουτουριστική δυστοπία στην κουλτούρα που προτάσσει το περιεχόμενο η οποία αντλεί τις επιρροές της από το μακρινό παρελθόν ώστε να μιλήσει για ένα επαναστατικό παρόν. Οι Γουατσόφσκι απηχούν την πλατωνική «Αλληγορία του Σπηλαίου» και τις πεποιθήσεις διαφόρων θρησκειών γύρω από τον ερχομό του Μεσσία (άλλωστε η αλλαγή του αιώνα παρείχε εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη τέτοιων θεωριών) μέσα από τα μάτια του νεοσύστατου κόσμου των χάκερς. Ακόμα και οι ίδιοι οι ηθοποιοί εντρύφησαν σε όλες αυτές τις θεωρίες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, γιατί οι Γουατσόφσκι ήθελαν να εξασφαλίσουν πως το δημιούργημά τους δε θα ήταν απλά μία φούσκα που θα έσκαγε στο πέρασμα του χρόνου και για αυτό έπρεπε να στηριχθούν πάνω σε στέρεες βάσεις. Και αυτό έκαναν.

Ο Neo έγινε ένας Μεσσίας για την ποπ κουλτούρα, συμπυκνώνοντας πάνω του το εδώ και το τώρα της εποχής του, ό,τι ήταν τότε καινούριο και ό,τι θέλουμε να θυμόμαστε από μία αυθεντικά περιπετειώδη και ασύμμετρα ποικιλόμορφη δεκαετία. Το δίλημμα ανάμεσα στο μπλε και το κόκκινο χάπι δεν είναι ένα επιφανειακό ζήτημα γούστου και αισθητικής αλλά είναι ένα διαχρονικό φιλοσοφικό ερώτημα που επικρατεί από την αρχή του πολιτισμού. Το σινεμά των 90s πρόλαβε την εποχή του, την οποία ως τότε έτρεχε αγκομαχώντας να προλάβει και αν βάζαμε ένα μόνο φιλμ στη χρονοκάψουλα της γενιάς μας για να τη βρει ο ιστορικός του μέλλοντος, ε αυτό θα ήταν το «The Matrix».

ΓΜ