Με το «Benny’s Video» ο Μichael Ηaneke δημιούργησε μια σοκαριστική ταινία για γερά στομάχια

bennys-video
ΤΡΙΤΗ, 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017

Με αφορμή τη νέα του ταινία που θα προβληθεί στο επερχόμενο Φεστιβάλ των Καννών, αυτή την εβδομάδα καταπιανόμαστε με το σπουδαίο έργο του σημαντικότερου σύγχρονου Ευρωπαίου σκηνοθέτη, Μichael Ηaneke.

Μια φράση που ακούμε αρκετά συχνά στην τηλεόραση είναι να απομακρυνθούν τα μικρά παιδιά από τις οθόνες γιατί ακολουθούν σκληρές εικόνες. Είναι μια ενοχλητική ατάκα για πολλούς λόγους. Πρώτα απ’ όλα, για ποιο λόγο να χρειάζεται να προβληθούν αυτές οι εικόνες εξαρχής, ακόμη και για να καταναλωθούν από ενήλικες; Έπειτα, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να πιστεύει κάποιος πως η βία στην κοινωνία μας περιορίζεται μονάχα σε κάποιο ρεπορτάζ με σκληρές εικόνες και ότι τα παιδιά σε όλη την υπόλοιπη καθημερινότητά τους ζουν μέσα σε μια γυάλα που τα προστατεύει από ο,τιδήποτε συμβαίνει στον κόσμο. Με αυτή την ιδέα καταπιάστηκε το 1992 ο Μichael Ηaneke στο «Benny’s Video», μια αληθινά σοκαριστική και δύσκολη στην παρακολούθηση ταινία ακόμη και για τα δικά του δεδομένα.

Η αλήθεια είναι πως το «Benny’s Video» είναι μια αμφιλεγόμενη ταινία, στον βαθμό που δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις αν κατακρίνει τις πρακτικές των οικογενειών που ανήκουν στα μεσαία και ανώτερα αστικά στρώματα ή αν ξετυλίγει ιδέες που έχουν αναπτυχθεί μέσα στο συντηρητισμό αυτών των τάξεων. Διότι αν και θέλει να τονίσει την επίδραση της βίας που δεχόμαστε μονομερώς και την απάθεια που δείχνουμε προς αυτή, δεν είναι πολύ μακριά από το να περάσει την άποψη ότι κάθε προϊόν που περιέχει βία είναι επικίνδυνο για την κοινωνία, είτε αυτό είναι διαμελισμένα πτώματα σε δελτίο ειδήσεων ή ένα μουσικό βίντεο και ένα βιντεοπαιχνίδι. Και ανάμεσα σε αυτά τα δύο πραγματοποιείται μια σύγχυση που ρίχνει το «Benny’s Video» κάπως χαμηλά στον κατάλογο του Αυστριακού δημιουργού, δίχως φυσικά αυτό να σημαίνει ότι δεν μιλάμε για μια δουλειά στην οποία αξίζει να σταθείς σε αρκετά σημεία. Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια ταινία του Χάνεκε.

Η κακοποίηση ζώων σε ταινίες του Ηaneke είναι ένα σύνηθες φαινόμενο το οποίο πρέπει να βρεις κάποιον τρόπο να αποδεχτείς εφόσον θέλεις να ασχοληθείς με το έργο του, αλλά αν μια ταινία αποφασίζει να ξεκινήσει δείχνοντάς μας ένα βίντεο με τον πυροβολισμό ενός γουρουνιού στο κεφάλι, τότε στη συνέχεια θα πρέπει να καταφέρει να νοηματοδοτήσει πολύ καλά τη συγκεκριμένη επιλογή. Εδώ συμβαίνει; Και ναι και όχι. Παρακολουθούμε τη ζωή του Μπένι, ενός δεκατετράχρονου παιδιού μιας εύπορης αυστριακής αστικής οικογένειας, ο οποίος έχει στην κατοχή του έναν πλήρως εξειδικευμένο εξοπλισμό βίντεο και ήχου, κάτι που ευνοεί τον εθισμό του σε βίντεο ωμής βίας που όχι μόνο τα παρακολουθεί, αλλά και τα παράγει. Οι γονείς του Μπένι είναι απόντες ακόμη και όταν βρίσκονται στο χώρο, δίχως να νοιάζονται καθόλου για την ανατροφή του και το πώς μεγαλώνει, παρά ενδιαφέρονται μόνο για την εικόνα που δίνει προς τα έξω.

Ο Μπένι θα φέρει στο σπίτι ένα κορίτσι και αφού της δείξει το βίντεο με το γουρούνι, έπειτα θα πάρει ένα παρόμοιο πιστόλι και αφού την πιέσει να το δοκιμάσει, τελικά είναι ο ίδιος που θα το χρησιμοποιήσει πάνω της, σκοτώνοντάς την αργά και βασανιστικά σαν να είναι και αυτή κάποιο ζώο. Και όλη αυτή τη σκηνή την παρακολουθούμε μέσα από την κάμερά του, με τη βία να περιορίζεται στις κραυγές του κοριτσιού, κάνοντας το όλο σκηνικό ακόμη πιο αποτρόπαιο. Οι γονείς του Μπένι όταν μάθουν για τον φόνο που διέπραξε ο γιος τους δε θα σοκαριστούν, αλλά θα προσπαθήσουν μόνο να βρουν κάποιον τρόπο να καλύψουν το συμβάν. Πιο πολύ ενοχλούνται από το νέο κούρεμα του Μπένι ή για την ανάρμοστη συμπεριφορά του στο σχολείο παρά για το ότι σκότωσε έναν άνθρωπο, ακριβώς επειδή δεν μαθεύτηκε προς τα έξω και δε θα χαλάσουν την καλή εικόνα που προσπαθούν να χτίσουν ως βιτρίνα.

Προς το τέλος της ταινίας, η μητέρα του Μπένι τον πάει για διακοπές στην Αίγυπτο. Στην καλύτερη ίσως σκηνή του φιλμ, ενώ οι δύο βρίσκονται στο κρεβάτι και παρακολουθούν τηλεόραση, η μητέρα αρχίζει και ξεσπά σε λυγμούς ενώ ο γιος της χωρίς να ξέρει αν και πώς πρέπει να αντιδράσει, στέκεται ατάραχος και συνεχίζει να παρακολουθεί κανονικά το πρόγραμμα. Αυτό ακριβώς το ερώτημα που θέτει ο Χάνεκε είναι ό,τι θέλουμε να κρατήσουμε από το φιλμ: την αδυναμία επικοινωνίας που υπάρχει στις σύγχρονες κοινωνίες και το πώς έχει χαθεί η αίσθηση που έχουμε να νιώθουμε σοκ απέναντι στη σκληρή βία, όσο αυτή περιορίζεται έξω από τον δικό μας κύκλο. Και αφήνοντας στην άκρη τη σκιώδη στάση πάνω στο τι προκαλεί τη βία, αυτό το ξεμπρόστιασμα της υποκρισίας που κυριαρχεί στα αστικά στρώματα είναι  ένα στοιχείο που επαναλαμβάνεται στο σινεμά του Χάνεκε και ακριβώς επειδή είναι ένα θέμα πάντα επίκαιρο και το οποίο κανείς άλλος δε θίγει με τέτοια διεισδυτικότητα, δε θα κουράσει ποτέ αυτή η ενασχόληση. Μια ταινία για λίγους.

ΓΜ