Πρωτογένους: Μια τόση δα κουκίδα στον αστικό χάρτη ή μήπως όχι;

protogenous-kentriki
ΠΕΜΠΤΗ, 03 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019

Η Πρωτογένους είναι κάτι πολύ περισσότερο από «γειτονιά των βιντατζάδικων». Η Μάτα Λίτου μάς ξεναγεί και μας εξηγεί.

Ανάμεσα στις άπειρες διακλαδώσεις που σχηματίζουν τον λαβύρινθο -όπου δε χορταίνεις να χάνεσαι- της περιοχής του Ψυρρή, μία από αυτές, πιθανότατα η μικρότερη αλλά ίσως η πιο θαυματουργή, είναι η οδός Πρωτογένους, η οποία ξεκινάει από την οδό Αθηνάς, φτάνει μέχρι τη Μιαούλη και αδικείται από όσους αρκούνται στο να την χαρακτηρίζουν ως τη «γειτονιά των βιντατζάδικων». Πρόκειται για κάτι πολύ μεγαλύτερο, ακόμη κι αν δε φαίνεται από την πρώτη βόλτα.

Κατεβαίνοντας Σάββατο μεσημέρι με σκοπό να περιηγηθώ και να μάθω περισσότερα, αποφασίζω να ξεκινήσω από κάτι οικείο, το Lemon Poppy Seed, το μαγαζί που «εγκαινίασε» τη νέα εποχή στην Πρωτογένους. Οι ιδιοκτήτες του αποφάσισαν να μεταφερθούν στην Πρωτογένους γιατί είχαν μυριστεί πως πρόκειται για μία περιοχή που ανεβαίνει χωρίς να «καίγεται». Σιγά σιγά, ίσως με το ίδιο σκεπτικό, ακολούθησαν κι οι επόμενοι μαγαζάτορες δίνοντας και εκείνοι το δικό τους στίγμα που διαμόρφωσε τελικά ένα καθολικό ύφος στην γειτονιά. 

Βγαίνοντας από το κομμωτήριο, το μάτι μου πιάνει ένα τσούρμο μαζεμένα πιτσιρίκια, μερικά από αυτά με skate. Τους χαζεύω να δοκιμάζουν κόλπα και να χειροκροτάνε ζητωκραυγάζοντας στην κάθε πετυχημένη προσπάθεια. Χαμογελάω και ανηφορίζω για να βυθιστώ από τα μαύρα σκαλιά σε έναν άλλο κόσμο, σε έναν κόσμο που ρολλάρει σε τέσσερις πολύχρωμους τροχούς...

Εδώ, στο Color Skates, θα συναντήσω τον Βασίλη, που θα μου εξηγήσει πως το μαγαζί άνοιξε αμέσως μετά το Lemon Poppy Seed προσφέροντας ένα ακόμη καταφύγιο για κάθε σκεϊτά. Και όταν λέω καταφύγιο δεν υπερβάλλω καθόλου. Πρόκειται για κάτι παραπάνω από ένα κατάστημα με είδη skate. Πέρα από την πολυτάλαντη ομάδα που έχει δημιουργήσει, πέρα από τη μάρκα Goodbie με σανίδες-έργα τέχνης, τα events που διοργανώνει συχνά πυκνά συνθέτουν ένα αυθόρμητο σκηνικό που δίνει στα νιάτα τόπο, τρόπο, χώρο και αφορμές για συναντήσεις με νόημα. Αυτό από μόνο του είναι ανεκτίμητο.

Treasure House Boutique

Στο ακριβώς απέναντι πεζοδρόμιο, η είσοδος ενός καταστήματος την οποία διέρχομαι και συνειδητοποιώ πως με δυσκολία συγκρατώ το χέρι μου που θέλει, μαγνητισμένο σχεδόν, να αγγίξει τα υφάσματα που με περιτριγυρίζουν. Ο Γιώργος Κάρρας μαζί με το Treasure House, θα μάθω, ήρθαν προτελευταίοι στην γειτονιά, περίπου πριν τρισήμιση χρόνια κατόπιν της προτροπής: «Ένα να κάνουμε γειτονιά». Έτσι έγινε. Από τον Γιώργο μαθαίνω πως η λέξη vintage προέρχεται από τα vin (γαλλιστί το κρασί) και age. Σαν το παλιό κρασί, το κρασί που έχει αξία, δηλαδή. Μαζί του θα διαχωρίσω μία για πάντα δύο όρους εντελώς διαφορετικούς που έχουμε συνηθίζει και επιμένουμε να συγχέουμε, αυτόν του second hand και εκείνον του vintage. Ακούστε να μαθαίνετε, λοιπόν! Το vintage μπορεί να είναι κάτι μεταχειρισμένο -αν και στο μαγαζί του δύσκολα θα βρεις κάποιο τέτοιο κομμάτι- αλλά ταυτόχρονα κάτι που ο χρόνος του έχει προσδώσει αξία μετατρέποντάς το σε συλλεκτικό και μοναδικό. Ένα κομμάτι, από ρούχο μέχρι έπιπλο, χρειάζεται τουλάχιστον τριάντα χρόνια στην πλάτη του για να θεωρηθεί αντίκα. Τέτοια ρούχα βρίσκουμε στα βιντατζάδικα. Στα second hand, από την άλλη, μπορεί να ανακαλύψεις ένα ρούχο που κυκλοφορούσε πριν πέντε ή και περισσότερα χρόνια, έχει φορεθεί ξανά και ξανά, έχει χάσει την αξία του και σου προσφέρεται, όπως είναι λογικό, σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν το κάνει vintage.

Φεύγοντας, καταλήγω πως υπάρχουν αμέτρητοι λόγοι για να πας στο Treasure House, θα αναφέρω, όμως, τους τρεις βασικούς:

-Θα βρεις, επιτέλους, το high waisted Levi’s που έψαχνες σε όποιο χρώμα και όποιο μέγεθος θες, με το καρτελάκι.
-Θα θαυμάσεις από κοντά ένα πιάνο του 1900.
-Θα ανοίξεις μία ατελείωτη συζήτηση με το Γιώργο, κάτι που τον νοιάζει περισσότερο από το να ψωνίσεις.

Second hand ρούχα θα βρεις ακόμη στη φοβερή Γουαδελούπη της Αγγελικής Δανοπούλου, ενώ στο Like Yesterday’s της Ζέτας και του Χρήστου θα ανακαλύψεις τον παράδεισο του vintage. Κομψά ρούχα, παλιές καρτ ποστάλ που ξεχάστηκαν σε σουεντ τσάντες, περιοδικά όπως το Ρομάντσο και το Ντόμινο, φουλάρια, καπέλα, κοσμήματα και δεκάδες άλλα αντικείμενα αναδύουν άρωμα παρελθόντος στο μικρό αυτό μαγαζί που όμως τα χωράει όλα.

Δίπλα από τον Γιώργο, υπάρχουν δύο μεγάλα κεφάλαια της Πρωτογένους, το Tranzistor, ένα στέκι για πρωί ή βράδυ, «δεύτερο σπίτι» για πολλούς, μιας και οι θαμώνες βρίσκουν κάτι από τη ζεστή ατμόσφαιρα και την θαλπωρή του πατρικού, εκεί που ξέρεις πως θα σε δεχτούν όπως και αν είσαι, χωρίς λόγια και εξηγήσεις.

Πριν ακριβώς από αυτό και μετά το Treasure House βρίσκονται οι Παλιοσυνήθειες. Ένα όνομα με χιλιάδες ιστορίες και πυρήνα την Άντα μαζί με μία ντουζίνα ανθρώπους στο πλάι της να το τρέχουν. Η μεγαλύτερη, πιο οικονομική και τίμια second-hand επιχείρηση της Αθήνας. Με ναυαρχίδα το μαγαζί στην Πρωτογένους, πρόκειται για το τέταρτο μαγαζί στην καινούργια ιστορία του δρόμου, ενώ υπάρχουν ακόμη δύο στην περιοχή του Μεταξουργείου. Η Αδαμαντία Πανά, (στα χαρτιά διαφημίστρια, για τη γειτονιά Άντα), έχει μία ολόκληρη φιλοσοφία γύρω από το second hand.

«Δεν πετάω τίποτα. Όλα έχουν μία πορεία η οποία πρέπει να συνεχιστεί. Τίποτα δεν είναι σκουπίδι. Αυτό που δεν θες, κάποιος το ψάχνει, και έτσι η ιστορία του αντικειμένου συνεχίζεται, και αυτή η ιστορία είναι μία ιστορία αγάπης». Η Άντα έχει πουλήσει από αληθινά κέρατα μέχρι μοτοσυκλέτα. Πριν αποχαιρετίσω αυτή τη γνήσια «κεντριώτισσα», θα μου χαρίσει ένα μπλουζάκι με την ένδειξη: «Έχω + εγώ» αφήνοντάς με να βγάλω μόνη μου τα δικά μου συμπεράσματα.

El Rocks

Στην ίδια πλευρά με το Παλιοσυνήθειες δημιουργείται ένα rock’n’roll σκαληνό τρίγωνο με το El rocks, το Barret και το Syd Records. Επιλέγω πρώτα το (περισσότερο atelier παρά μαγαζί), El Rocks. Δυο σχεδιάστριες φτιάχνουν τα δικά τους ρούχα που απευθύνονται στους πολύ τολμηρούς, όχι με την έννοια του προκλητικού, αλλά της τόλμης να πειραματιστούν. 

Απέναντι βρίσκεται το Syd Records, ένα δισκοπωλείο που μετράει μόλις εννέα μήνες στο δρόμο της Πρωτογένους. Πέρα από τα δυσεύρετα μπλουζάκια, την τεράστια συλλογή από βινύλια -από Μαίρη Λω και Θεοδωράκη μέχρι Zenerick και Ruined Families- και τις χαμηλές τιμές, αξίζει να πας γιατί θα μάθεις από κοντά τι πραγματικά συμβαίνει στην ελληνική εναλλακτική μουσική σκηνή.

Αριστερά βρίσκεται το Barret το οποίο άνοιξε τον Ιούλιο του 2015. Το καλωσόρισμα αναλαμβάνει η φωτεινή επιγραφή «Cause We ‘Re The Fishes», από το κομμάτι «Terrapin» του Syd Barrett. Αν υποθέσουμε ότι το μαγαζί αποτελεί «φόρο τιμής» στον καλλιτέχνη, θα μπορούσαμε να πούμε πως το έχει καταφέρει. Είναι ένα στέκι που θα γούσταραν, αν όχι ο ίδιος ο Barrett, σίγουρα τύποι σαν αυτόν, τύποι που θα ήθελαν να του μοιάζουν. Το ύφος είναι το τόσο ροκ, τόσο πειραματικό και πρωτοπόρο όσο ήταν και ο ίδιος. H Χρύσα Οικονομοπούλου που σίγουρα ξέρει καλύτερα, κάπου συμφωνεί μαζί μας:

«Οι άνθρωποι επιλέγουν να συχνάζουν σε συγκεκριμένα μπαρ για συγκεκριμένους λόγους. Κάποιοι θέλουν να ξεδώσουν, άλλοι ψάχνουν το hype, άλλοι θέλουν να νιώσουν καταραμένοι ή μυθιστορηματικοί, και ένας από τους djs μάς λέει πως υπάρχουν και "εκείνοι που κάτι ψάχνουν" -μπορεί ένα κορίτσι ή ένα αγόρι, μπορεί το επόμενο κορίτσι ή αγόρι, μπορεί και να προσπαθούν να ξεχαστούν. Εμείς, φτιάχνοντας το Barrett, είχαμε στο μυαλό μας ότι όλα τα παραπάνω είναι κάπως λειψά χωρίς ωραία μουσική γιατί, για εμάς, απλούστατα, το να πίνεις ποτό χωρίς ωραία μουσική δεν έχει νόημα. Στην αρχή, λοιπόν, επικεντρωθήκαμε σε αυτό και στα καθαρά ποτά. Στο Barrett δεν θα βρεις κοκτέιλ με περίτεχνα υλικά, ούτε mixologists, γιατί το κρατάμε απλό -θα βρεις όμως σίγουρα σπουδαίους δισκοθέτες, μη σου πω τους καλύτερους στην Αθήνα και χαρούμενους ανθρώπους που θα σε σερβίρουν περιποιημένο, τίμιο ποτό. Θα δεις επίσης να συχνάζουν άνθρωποι που ξέρουν να ακούνε ή να παίζουν μουσική. Αυτό ήταν που μας έδωσε την ιδέα να ανοίξουμε, ακριβώς δίπλα, το Syd Records, το δισκάδικό μας, στο οποίο βρίσκει κανείς από δημοφιλή ως σπάνια βινύλια. Προσωπικά, εκείνο που μου αρέσει περισσότερο στο ντουετάκι Barrett-Syd είναι όταν έρχονται μπάντες να κάνουν μικρά ημιακουστικά live, που τα ονομάσαμε Syd sessions και μπορείτε να τα δείτε εδώ».

Τρεις ώρες μετά, χορτάτη από νέες γνωριμίες και κατά συνέπεια ιστορίες, σκέψεις και εικόνες, σκέφτομαι τις δυσκολίες στο να αποτυπώσω αυτό το μικρό και συγχρόνως μεγάλο οδοιπορικό. Αυτό το ταξίδι στο χρόνο. Σίγουρα έμειναν πράγματα έξω. Και πάλι, ποιος θα πιστέψει ότι η Πρωτογένους είναι τόσο λιλιπούτεια και στην ουσία της τόσο γιγάντια όσο την παρουσιάζω; Πριν στρίψω στην Μιαούλη με κατεύθυνση το μετρό, κοιτάζω πίσω μου. Μια τόση δα κουκίδα στον αστικό χάρτη, σκέφτομαι. Πώς θα δικαιολογήσω τόσες πολλές λέξεις; 

Ψάχνοντας για δικαιολογία, γίνομαι παιδί που παριστάνει τον ακροβάτη σε τεντωμένο σκοινί καταμεσής του δρόμου. Κολλάω τα βήματά μου προσεκτικά, διαδοχικά το ένα μπροστά από το άλλο. Φτάνοντας στην Αθηνάς έχω μετρήσει συνολικά 150 βήματα. Αν θες λοιπόν να προσεγγίσεις κάπως το πραγματικό μέγεθος και την ιστορία της Πρωτογένους, πολλαπλασίασε αυτόν τον αριθμό επί 1000.

ΜΑΤΑ ΛΙΤΟΥ

Φωτογραφίες: BΑΝΙΑΣ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ / [email protected] 

Eπιμέλεια: ΣΟΦΙΑ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ / [email protected]