Λάιονελ Σράιβερ:«ο θυμός με σηκώνει κάθε πρωί από το κρεβάτι»

laionel-sraibero-thumos-me-sikonei-kathe-proi-apo-to-krebati

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2012

Η Λάιονελ Σράιβερ με το νέο μπεστ σέλερ της «Αρκετά ως εδώ» (εκδ. Μεταίχμιο) υπερασπίζεται τον τίτλο της πιο τολμηρής συγγραφέως. Η διάσημη αμερικανίδα συγγραφέας εξηγεί στο click@Life πόσο κοστίζει μια ανθρώπινη ζωή.

Η Λάιονελ Σράιβερ κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση με το μυθιστόρημά της «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν» που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τη σκηνοθέτιδα Λιν Ράμσεϊ. Το νέο της βιβλίο, «Αρκετά ως εδώ», (ήταν υποψήφιο για το Natiοnal Book Award), είναι εξίσου προκλητικό και γραμμένο με τέτοιο βιτριολικό χιούμορ, ώστε δεν είναι τυχαίο που επί μήνες εμφανιζόταν στις λίστες των μπεστ σέλερ.

Ο ήρωάς της, ο Σεπ Νάκερ ονειρεύεται να αποσυρθεί με την οικογένειά του σε μια χώρα του Τρίτου Κόσμου, όπου οι οικονομίες του μπορούν να διαρκέσουν για πάντα. Όμως, όταν η σύζυγός του η Γκλίνις παθαίνει καρκίνο, έρχεται αντιμέτωπος με ένα απάνθρωπο σύστημα υγείας. Παρακολουθούμε την κωμικοτραγική οδύσσειά του, ενώ σε κάθε κεφάλαιο καταγράφεται λεπτομερώς η μείωση των καταθέσεών του. Γύρω του συνωστίζονται συγγενείς-αρπακτικά, ο εκκεντρικός του φίλος Τζάκσον, το πιο κομπλεξικό αφεντικό και ένας ηλικιωμένος πατέρας στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ωστόσο για το φινάλε αυτής της μαύρης κωμωδίας η Σράιβερ μας επιφυλάσσει την πιο αισιόδοξη και τρυφερή της ματιά.

Ο τίτλος του βιβλίου σας «Αρκετά ως εδώ» έχει έναν οργισμένο τόνο. Ήσαστε θυμωμένη στην αρχή της συγγραφής του;

Φυσικά και ήμουν. Είμαι οργισμένη διαρκώς. Δεν μπορώ να διαβάσω εφημερίδα χωρίς να δημιουργήσω προβλήματα (κάτι που οδηγεί στην τρέλα το σύζυγό μου). Δεν θέλεις να δεις δελτίο ειδήσεων στην τηλεόραση μαζί μου γιατί γκρινιάζω στον παρουσιαστή. Ο θυμός με σηκώνει κάθε πρωί από το κρεβάτι. Αυτό είναι ξεκάθαρα θέμα ταμπεραμέντου, εφόσον, σε καθαρά προσωπικό επίπεδο δεν έχω τίποτα για να παραπονεθώ. Για μένα η οργή είναι χαρά. Ειδικά τα τελευταία χρόνια καθημερινά έρχομαι αντιμέτωπη με μια ποικιλία από ανικανότητα, παραλογισμό και αδικία. Δεν έχω παράπονο όσον αφορά στην επιλογή των πηγών της οργής μου.

Με ποιο τρόπο η συζήτηση για τη δημόσια περίθαλψη στις ΗΠΑ επηρέασε τη συγγραφή σας;

H αγανάκτηση για το σύστημα υγείας στις ΗΠΑ προφανώς βοήθησε στο να μου δώσει κίνητρο να γράψω το βιβλίο «Αρκετά ως εδώ». Ωστόσο δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη στροφή για όσους αγοράζουν λογοτεχνικά βιβλία από να επιλέξουν ένα μυθιστόρημα μόνο με αναφορές στο σύστημα υγείας. Το βιβλίο θίγει κυρίως προαιώνια ζητήματα, όπως με πόση ανεπάρκεια αντιμετωπίζουμε τον θάνατο, είτε πρόκειται για εμάς, είτε για άλλους. Με ποιο τρόπο, ενστικτωδώς αποφεύγουμε τους ασθενείς. Πόσο αξίζει μια ανθρώπινη ζωή, όχι μόνο με υπαρξιακούς όρους αλλά σε δολάρια και σεντς. Για παράδειγμα, πρέπει αλήθεια να ξοδεύουμε ένα εκατομμύριο προκειμένου να κρατήσουμε κάποιον στη ζωή για έναν ακόμη μήνα; Και είναι διαφορετικό να απαντήσεις γενικά σε αυτά τα ερωτήματα, από το να δώσεις απαντήσεις σε σχέση με τον εαυτό σου ή με κάποιο πρόσωπο που αγαπάς.

Στην Ελλάδα πιστεύουμε ότι μόνο το δημόσιο σύστημα περίθαλψης αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Ωστόσο στο μυθιστόρημά σας υπονοεί ότι το ίδιο συμβαίνει και με την ιδιωτική ασφάλιση.

Το κλιμακούμενο κόστος της ιατρικής περίθαλψης είναι ένα ζήτημα που απασχολεί όλο τον δυτικό κόσμο, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για δημόσια ή ιδιωτική ασφάλιση. Γνωρίζω ότι και στην Ελλάδα αναλογεί ένα μερίδιο αυτής της κρίσης. Μια από τις πηγές έμπνευσης για τη συγγραφή του βιβλίου μου ήταν ένα άρθρο στην εφημερίδα New York Times που εξηγούσε ότι η κύρια αιτία χρεοκοπίας στις ΗΠΑ προέρχεται από τα ιατρικά έξοδα-και σημειώστε αυτό: η πλειοψηφία των ανθρώπων που μένουν ταπί από τους λογαριασμούς της περίθαλψης, έχουν ασφάλιση υγείας. Το βρήκα αποκρουστικό. Επομένως το σύστημα δεν δουλεύει.

H κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει και το δημόσιο σύστημα υγείας. Τι έχετε να πείτε στους έλληνες αναγνώστες σας;

Καλώς ήρθατε στις ΗΠΑ. Αν δεν έχετε ιδιωτική ασφάλεια υγείας και ζείτε με κάποιο τρόπο-οπότε δεν μπορείτε να στραφείτε στο κράτος για υποστήριξη-δεν θα μπορέσετε να αντεπεξέλθετε στα έξοδα περίθαλψης στις ΗΠΑ. Οπότε και οι Έλληνες βιώνουν το αμερικανικό σύστημα. Δεν είναι υπέροχο;

Με σόκαρε το γεγονός ότι η Γκλίνις στο βιβλίο σας μένει σχεδόν χωρίς φίλους κατά τη διάρκεια της ασθένειάς της. Πώς το σχολιάζετε;

Έχω πολλούς, πολλούς αναγνώστες αλλά και περιστατικά που αποδεικνύουν ότι αυτό το φαινόμενο, να εξαφανίζονται οι φίλοι-και συχνά και η οικογένεια-όταν κάποιος αρρωσταίνει είναι τρομακτικά κοινότοπο. Δεν μας αρέσει να βρισκόμαστε κοντά σε ασθενείς και εφευρίσκουμε όλων των ειδών τις εκλογικεύσεις για να τους αποφύγουμε: ω, πιθανώς θέλουν να τους αφήσουμε μόνους τους, δεν θέλουμε να τους είμαστε επιπλέον βάρος ή «απλώς δεν είμαι καλός σε τέτοιου είδους καταστάσεις». Η αλήθεια είναι ότι οι ασθενείς μας υπενθυμίζουν το δικό μας ενδεχόμενο να αρρωστήσουμε, τη δική μας θνητότητα. Μας κάνουν να νιώθουμε περίεργα, ακόμα και ένοχοι για το γεγονός ότι εμείς είμαστε καλά. Είναι σημαντικό να ξεπεράσουμε αυτή την φυσική απέχθεια προς την ασθένεια-που μπορεί ενδεχομένως και να πηγάζει από το βιολογικό μας ένστικτο ώστε να αποφύγουμε μια πιθανή μόλυνση. Ακόμη και με μια κατάσταση όπως ο καρκίνος που γνωρίζουμε λογικά ότι δεν είναι μεταδιδόμενο νόσημα. Ίσως ορισμένοι φίλοι να είναι τόσο άρρωστοι που να μην επιθυμούν επισκέπτες, αλλά αυτό μπορείς να το ρωτήσεις. Και είναι πιο πιθανό όσοι δεν είναι καλά να συγκινούνται, όταν τους θυμούνται και να πληγώνονται, όταν τους εγκαταλείπουν.

Δεν γνωρίζουμε κάποιον πραγματικά μέχρι να αρρωστήσει;

Νομίζω ότι το ρητό είναι ότι ίσως πραγματικά δεν ξέρεις κάποιον μέχρι τη στιγμή που πεθαίνει. Μπορεί να έχουμε κάποια συγκεχυμένη αντίληψη του πως νομίζουμε ότι θα αντιδρούσαμε, όταν βρεθούμε αντιμέτωποι με το θάνατο. Όμως στην πραγματικότητα δεν το ξέρουμε και η όλη εμπειρία μπορεί να περιλαμβάνει ορισμένες εκπλήξεις. Βαθιά στην καρδιά μου, ακόμη δεν πιστεύω ότι πρόκειται να πεθάνω. Στοιχηματίζω ότι δεν είμαι μόνο εγώ που υποφέρει από αυτό…Οπότε το διερεύνησα μέσω της ηρωίδας μου, της Γκλίνις, που εξισώνει την αποδοχή του θανάτου με την ήττα.

Γράφοντας το μυθιστόρημα «Αρκετά ως εδώ» ήταν ο δικός σας τρόπος να εκφράσετε ορισμένους από τους φόβους σας;

Φυσικά. Φόβο για το θάνατο, φόβο για την ασθένεια. Με τρομοκρατεί επίσης η ιδέα ότι μπορεί να χάσω τον σύζυγό μου.

Στο μυθιστόρημά σας, ο Σεπ και η Κάρολ είναι τέλειοι και έχουν τόση κατανόηση ώστε σχεδόν καταντά ενοχλητικό. Μπορείτε να μας εξηγήσετε τη συμπεριφορά τους;

Έπλασα τον Σεπ επίτηδες ενάρετο. Καλοπροαίρετο, υπεύθυνο, ισορροπημένο, πρόθυμο να πάει στα άκρα τον αγώνα. Το βιβλίο ρωτάει ξεκάθαρα, καθώς όσοι τον περιτριγυρίζουν εκμεταλλεύονται την γενναιόδωρη φύση του: είναι ο Σεπ άγιος ή κορόιδο; Εννοώ ότι αγανακτείς με το φιλότιμό του να κουβαλά τις αμαρτίες του κόσμου. Στο τέλος του μυθιστορήματος, όταν ενεργεί με κάποιο ποσοστό εγωισμού-παρότι σώζει και τους υπόλοιπους χαρακτήρες-όταν δηλαδή, κάνει πραγματικά αυτό που θέλει, επέρχεται μια τεράστια ανακούφιση. Ο Σεπ μπορεί να είναι ο πιο ενάρετος χαρακτήρας που έχω ποτέ δημιουργήσει, αλλά για τον Σεπ, η καλοσύνη είναι το ελάττωμά του. Τόσο ο Σεπ, όσο και η Κάρολ αντικατοπτρίζουν αυτό που απαιτείται και που απαιτούμε από τον εαυτό μας, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ασθένεια. Όσοι φροντίζουν τους ασθενείς πρέπει να μην έχουν ίχνος εγωισμού, σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο ρόλος τους καταντά αντι-ανθρώπινος. Η αγαπημένη μου σκηνή στο βιβλίο είναι όταν η Γκλίνις αηδιάζει τόσο πολύ με τον Σεπ που είναι τόσο τέλειος, ώστε προσπαθεί επίτηδες να τον προκαλέσει. Δεν θέλει να ζει με ένα υπόδειγμα αλλά με ένα σύζυγο.

Πιστεύετε ότι ο Σεπ και ο φίλος του, ο Τζάκσον Μπουρντίνα, αντιπροσωπεύουν κατά κάποιο τρόπο τις ψευδαισθήσεις των μεσαίων αμερικανικών στρωμάτων;

Δεν νομίζω ότι ο Σεπ τρέφει ψευδαισθήσεις. Βλέπει ξεκάθαρα ότι τον εκμεταλλεύονται, τόσο οι άνθρωποι που βρίσκονται δίπλα του, όσο και το σύστημα σε μεγαλύτερη κλίμακα. Αλλά προτιμά να αποτελεί διέξοδο για τους άλλους παρά βάρος. Και στο ερώτημα αν θα προτιμούσε να είναι κορόϊδο ή κοράκι, επιλέγει να είναι το κορόϊδο. Πιστεύει ότι η εμπειρία του να σηκώνεις τα βάρη σου (όπως για παράδειγμα οι άνθρωποι που πληρώνουν φόρους και δεν παίρνουν πίσω τα χρήματά τους σε υπηρεσίες) είναι ανώτερη από το να παίξεις με το σύστημα και να επαφίεσαι στους άλλους για βοήθεια. Ο Τζάκσον, από την άλλη πλευρά είναι περισσότερο συνειδητοποιημένος αλλά η οργή του –όπως η δική μου, τις περισσότερες φορές-είναι ανίσχυρη. Δεν αλλάζει τίποτε, απλώς τον τρώει εσωτερικά.

Γιατί εστιάζετε στην άρνηση της Φλίκα (της κόρης του Τζάκσον Μπουρντίνα), να παίξει το γενναίο παιδί, με τις ειδικές ανάγκες;

Μισώ το κλισέ που θέλει τα παιδιά με ειδικές ανάγκες να έχουν μόνο θετικές πλευρές και να φέρνουν φως στις ζωές όλων των ενηλίκων που συναντούν. Αν ήμουν στη θέση της Φλίκα αυτό θα με ενοχλούσε. Θα με ενοχλούσε διπλά η μελό προσδοκία ότι υποτίθεται πως θα πρέπει να παριστάνω ότι δεν με νοιάζει η κατάστασή μου και να μην βγάζω ούτε ένα παράπονο. Μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο η Φλίκα πολεμάει αυτό το στερεότυπο.

Θαύμασα τους κοφτερούς διαλόγους στο μυθιστόρημά σας. Ποιο είναι το μυστικό σας;

Χα! Έπεσα πρόσφατα πάνω σε ένα κακόβουλο, βιτριολικό κείμενο σε μια εφημερίδα που υποστήριζε ότι η Λάιονελ Σράιβερ δεν ξέρει πώς να γράψει έναν διάλογο. Υποθέτω ότι με πρόσβαλαν με επιτυχία, λοιπόν. Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο μυστικό εκτός από το απολαμβάνεις να γράφεις διαλόγους αλλά και να τους διαβάσεις στα βιβλία άλλων συγγραφέων. Επίσης ο διάλογος σου παρέχει έναν έξυπνο τρόπο για να πεις τα πιο εξωφρενικά πράγματα, από το να τα βάλεις απλώς στο κείμενο. Κι αυτό επειδή τεχνικά, ο συγγραφέας δεν τα είπε αλλά τα υποστήριξε…ο φανταστικός φίλος του.

Μπορείτε να μας πείτε για τα χρόνια πριν γίνετε γνωστή;

Ήταν βαρετά. Χαίρομαι που επιτέλους έχω κοινό. Κανείς δεν θέλει να γράψει ολόκληρα μυθιστορήματα μόνο για τη μητέρα του. Ωστόσο, νομίζω ότι τα χρόνια κατά τα οποία τα βιβλία μου δεν γνώριζαν εμπορική επιτυχία με βοήθησαν να ακονίσω τις ικανότητές μου και τη θέλησή μου.

Πληροφορίες: «Αρκετά ως εδώ» της Λάιονελ Σράιβερ, μετάφραση: Γωγώ Αρβανίτη, εκδ. Μεταίχμιο.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ