Στέλλα Καραμπακάκη: «Η κοινωνία των γραμμάτων δεν νομίζω πως είναι ανοιχτή στο να δεχτεί κάτι νέο»
Με φρέσκια ματιά και σατιρική διάθεση, η νεαρή συγγραφέας Στέλλα Καραμπακάκη μιλά στο click@Life για τη «λογοτεχνική κρίση», τους ψευτοκουλτουριάρηδες και τη σημασία του να μπορείς να εκφράζεις όσα νιώθεις.
Φύση καλλιτεχνική με μουσικές σπουδές, γιατί επιλέξατε τη συγγραφή ως μέσο έκφρασης;
Δεν ξέρω αν την επέλεξα ακριβώς. Σίγουρα πάντως δεν «με επέλεξε» αυτή, όπως συνηθίζουν να λένε διάφοροι καλλιτέχνες για τη μουσική, τη συγγραφή, τη γλυπτική κλπ.
Είναι κάτι που μου ήρθε αυθόρμητα, που «βγήκε» στην επιφάνεια την πιο κατάλληλη χρονική στιγμή, για να καλύψει άλλα κενά που είχα τότε στην καθημερινότητα μου.
Η μουσική, όπως και η συγγραφή, δεν είναι παρά τρόποι επικοινωνίας. Μας βοηθάνε να εκφραζόμαστε και δίνουν διέξοδο στους προβληματισμούς μας. Στη δική μου περίπτωση τουλάχιστον αυτό κάνουν.
Πόσο δύσκολο είναι να πείσει κανείς ότι «έχει κάτι να πει», να δώσει ένα μήνυμα μέσα από τα βιβλία του και πόσο ανοιχτή είναι η κοινωνία των γραμμάτων να δεχτεί νέους δημιουργούς;
Πιστεύω πως όποιος έχει όντως κάτι να πει θα βρει το κοινό του. Δεν έχει σημασία εάν θα είναι μεγάλο ή μικρό, δεν έχει σημασία εάν θα βγάλει βιβλίο ή θα γράφει στο blog του, σημασία έχει να ενδιαφέρονται να διαβάσουν όσα γράφει και να παρακολουθήσουν την πορεία του.
Η κοινωνία των γραμμάτων δεν νομίζω πως είναι ανοιχτή στο να δεχτεί κάτι νέο. Ακόμη και εάν υποθέσουμε πως είναι ανοιχτή στους νέους συγγραφείς, σίγουρα δυσκολεύεται να αποδεχτεί κάποιες νέες ιδέες που ξεφεύγουν από τα κλασικά πλαίσια.
Όπως μου είπε πρόσφατα μια άλλη νέα γυναίκα του χώρου έχουμε πήξει σε σοβαροφανή βιβλία. Αυτά λοιπόν, τα σοβαροφανή, η κοινωνία των γραμμάτων τα δέχεται. Το θέμα είναι τι γίνεται με τα υπόλοιπα, που κατά τη γνώμη μου είναι και το…αλατοπίπερο.
Στο βιβλίο σας «Ένα Ξωτικό στον Κήπο της Ουτοπίας» …ακροβατείτε, όπως λέτε στο οπισθόφυλλο, ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, αναπλάθοντας μύθους, ανασκαλεύοντας μνήμες» μία συζήτηση μεταξύ πατέρα και κόρης. Ήταν η ενασχόληση του πατέρα σας με τη συγγραφή, ώθηση για να ασχοληθείτε και σεις; Πώς είναι μία τέτοια συγγραφική συνεργασία;
Σίγουρα αυτό ήταν ένα έναυσμα. Ίσως όχι σε πρώτο επίπεδο, αλλά ασυνείδητα πιστεύω ότι με επηρέασε σημαντικά. Οι γονείς μου εξάλλου ήταν ο λόγος που αγάπησα από μικρή το διάβασμα και τα βιβλία.
Έχω μεγαλώσει σε ένα σπίτι που αντί για τοίχους βλέπει κανείς βιβλιοθήκες. Μικρή νόμιζα πως αν τράβαγα κάποια θα έβλεπα από πίσω τους γείτονες.
Μια τέτοιου είδους συνεργασία είναι πολύ ιδιαίτερη. Καταρχάς είναι πολύ σημαντική για εμάς τους δυο – αφού κανένας μας δεν περίμενε ότι θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε συγγραφικά με οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο, πόσο μάλλον μεταξύ μας.
Εν τέλει το αποτέλεσμα νομίζω μας δικαίωσε, αφού πρόκειται για ένα βιβλίο άρτια δομημένο χωρίς «παραφωνίες».
Στα βιβλία σας «Οι άντρες είναι σαν τα παπούτσια» και «Σαν τον Αλήτη με τη Λαίδη» πρωταγωνιστούν οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών. Πόσο απασχολεί σήμερα, η προσωπική ζωή του καθενός;
Εμείς οι γυναίκες έχουμε την τάση να ενδιαφερόμαστε περισσότερο από ό, τι θα έπρεπε για την προσωπική ζωή των άλλων ανθρώπων. Πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει γιατί ανησυχούμε υπερβολικά για τη δική μας προσωπική ζωή.
Ασχολούμαστε λοιπόν με τους άλλους, είτε για να ξεχάσουμε τα δικά μας προβλήματα, είτε για να βρούμε κάποια λύση σε αυτά. Είμαστε ανασφαλείς και ζητάμε συμβουλές συνεχώς, γιατί πιστεύουμε πως οι άλλοι τα ξέρουν καλύτερα, τα κάνουν καλύτερα κλπ.
Οι άντρες ενδιαφέρονται εξίσου για την προσωπική ζωή των άλλων, απλά φροντίζουν να κρατάνε πιο… χαμηλό προφίλ.
Μήπως η μάχη μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι μια «αιώνια» δικαιολογία για να αποποιείται η κάθε πλευρά τα λάθη της;
Δε νομίζω πως πλέον τίθεται θέμα «μάχης». Ελπίζω τουλάχιστον πως αυτό το ζήτημα το αφήνουμε πίσω μας καθώς κλείνει η πόρτα του Λυκείου και μπαίνουμε στον πραγματικό κόσμο.
Παρόλα αυτά είναι πλέον ευρέως διαδεδομένη η άποψη πως τα δυο φύλα έχουν κάποιες σημαντικές διαφορές στον τρόπο που αντιμετωπίζουν ζητήματα σχέσεων – διαφορές από τις οποίες προκύπτουν πολύ συχνά προβλήματα και παρεξηγήσεις.
Υπάρχει κρίση στο χώρο του βιβλίο; Και αυτό θεωρείτε, ότι οφείλεται στην απάρνηση της νέας γενιάς προς το έντυπο και κατ’ επέκταση στην ανεξέλεγκτη στροφή προς τα ηλεκτρονικά μέσα με το facebook για παράδειγμα;
Στο βιβλίο υπάρχει κρίση – δεν θα μπορούσε άλλωστε να μην υπάρχει, καθώς πια τη βιώνουμε σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας μας. Σπουδαίο ρόλο παίζουν οι αλλαγές στον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά, αφού σήμερα τα περισσότερα παιδιά του δημοτικού δεν διαβάζουν παρά ένα δυο βιβλία την περίοδο των καλοκαιρινών διακοπών, ενώ όταν πήγαινα εγώ στο δημοτικό (που δεν ήταν και τόσο παλιά, θέλω να πιστεύω) κάθε μήνα συνηθίζαμε να αφιερώνουμε μια ώρα για να παρουσιάσουμε στην τάξη ποια βιβλία είχαμε διαβάσει.
Η κρίση στο χώρο του βιβλίου όμως οφείλεται και σε διάφορους άλλους παράγοντες. Στην υπερπροσφορά, τις τιμές πώλησης, αλλά και την έλλειψη ελεύθερου χρόνου και διάθεσης, αφού δύσκολα κάποιος που δουλεύει όλη την ημέρα μπροστά σε έναν υπολογιστή θα θελήσει στη συνέχεια να διαβάσει ένα βιβλίο.
Πώς επιβιώνει ένας συγγραφέας στην Ελλάδα;
Επιβιώνει δύσκολα, για να μην πω ότι δεν επιβιώνει καθόλου. Είναι αδύνατο να είναι κανείς μόνο συγγραφέας στην Ελλάδα, γιατί καταρχήν δεν μπορεί να τα καταφέρει από οικονομική άποψη.
Πολλοί συγγραφείς δεν μπορούν να βρούνε καν κάποιο βήμα για να εκδώσουν τα έργα τους και να έρθουν σε επαφή με το κοινό. Το διαδίκτυο το έχει διευκολύνει αυτό μέχρι ένα σημείο, αλλά και πάλι ένας συγγραφέας που γράφει μυθιστορήματα δύσκολα θα επιβιώσει χωρίς έναν εκδοτικό οίκο να τον στηρίξει.
Ως νέα συγγραφέας πώς βλέπετε το αγνωστικό μέλλον, και ευρύτερα ίσως, το πολιτιστικό μέλλον της χώρας;
Μου είναι δύσκολο να προβλέψω πολύ πιο… απλά ζητήματα όσον αφορά το μέλλον της χώρας. Το σίγουρο είναι πως βρισκόμαστε σε μια περίοδο μεγάλων αλλαγών σε όλους τους τομείς. Και καμία από αυτές τις αλλαγές δεν αφορά την Ελλάδα αποκλειστικά. Πρόκειται για θέματα παγκόσμια.
Ελπίζω πως ο τομέας του πολιτισμού θα καταφέρει να ανακάμψει. Σε δύσκολες περιόδους οι άνθρωποι πάντα έβρισκαν παρηγοριά στις τέχνες, νομίζω λοιπόν πως η εποχή είναι η πλέον κατάλληλη για να στραφούν και πάλι σε αυτές.
Τι ελπίζετε για το μέλλον και τι να περιμένει το αναγνωστικό κοινό από το δικό σας μέλλον;
Για το μέλλον ελπίζω τα καλύτερα. Αυτή είναι και η φύση του ανθρώπου εξάλλου. Εντάξει, ίσως δεν είναι η δική μου φύση ακριβώς αυτό που λέμε αισιόδοξη, αλλά πιστεύω πως με κάποιο τρόπο θα βρεθεί η άκρη.
Ελπίζω να δοθεί βήμα σε περισσότερους νέους συγγραφείς, από αυτούς που τα βιβλία τους είναι το… αλατοπίπερο. Όλα αυτά τα ψευτοκουλτουριάρικα βιβλία που προσπαθούν να κάνουν το συγγραφέα τους να φαίνεται σοφός και φιλόσοφος είναι καιρός να σταματήσουν να διεκδικούν θέσεις στα βιβλιοπωλεία.
Εάν θέλουμε να διαβάσουμε κάτι τέτοιο θα επιλέξουμε ένα βιβλίο από κάποιον αληθινά σοφό. Οι υπόλοιποι ας εκφραστούμε με το ύφος και το στυλ που μας βγαίνει φυσικά. Η πολλή προσπάθεια φαίνεται και είναι άσχημη.
Όσο για το δικό μου μέλλον ελπίζω να συνεχίσω να γράφω. Μετά το «Οι άντρες είναι σαν τα παπούτσια» κυκλοφόρησε πρόσφατα και το νέο μου βιβλίο με τίτλο «Σαν τον αλήτη με τη λαίδη», από τις εκδόσεις Πολύτροπον. Έχω κι ένα ακόμα που ελπίζω να κυκλοφορήσει τον επόμενο χρόνο.
Το μόνο που μου χρειάζεται είναι έμπνευση και ένας καλός εκδοτικός οίκος. Και βέβαια το χιούμορ μου, γιατί αν το χάσω μπορεί να αρχίσω κι εγώ να προσπαθώ να γίνω σοφός και φιλόσοφος. Και δε νομίζω πως κάτι τέτοιο θα μου ταίριαζε.
ΣΟΦΗ ΖΙΩΓΟΥ







