Δικαστική μάχη για πορτρέτο του Ματίς αξίας 30 εκ. δολαρίων

anri-matis
ΔΕΥΤΕΡΑ, 31 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016

Το «Πορτρέτο της Γκρέτα Μολ» που φιλοτέχνησε ο Ανρί Ματίς βρίσκεται στο επίκεντρο της δικαστικής διαμάχης μεταξύ της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου και της οικογένειας της Μολ, η οποία θεωρεί ότι το έργο υπεξαιρέθηκε στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ζητούν την επιστροφή του έργου.

Σύμφωνα με τον διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου, Γκάμπριελ Φινάλντι, οι καταγγελίες της οικογένειας Μολ είναι απολύτως αβάσιμες και το έργο δεν συγκαταλέγεται στα έργα που κλάπηκαν από τους Ναζί, αφού η οικογένεια κατείχε τον πίνακα μέχρι το 1947. Επισημαίνει δε, ότι η Βρετανική επιτροπή για την λαφυραγωγία ερευνά υποθέσεις μέχρι το 1945, οπότε θεωρεί ότι νόμιμη την κυριότητα του έργου.

Το ζεύγος ζωγράφων Όσκαρ και Γκρέτα Μολ είχε επικριθεί από τις Ναζιστικές αρχές της Γερμανίας για την «εκφυλισμένη τέχνη» του. Μετά το πέρας του πολέμου, ο πίνακας δόθηκε στην φίλη της οικογένειας, Γκέρτρουντ Τζαμαράνι, για να τον μεταφέρει στην Ελβετία. Εκεί, ο πίνακας του Ματίς χρησιμοποιήθηκε ως εγγύηση για ένα δάνειο και πέρασε από πολλά χέρια, μέχρι να τον αποκτήσει η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου το 1979 για 450,000 λίρες.

Ο δικηγόρος της οικογένειας Μολ, Ντέιβιντ Ρόουλαντ, δήλωσε ότι είναι «ανάρμοστο για δημόσια μουσεία να κρατάνε έργα που υπεξαιρέθηκαν ή κλάπηκαν», ιδιαίτερα για έργα που χάθηκαν κατά τη ναζιστική εποχή και τον απόηχό της. Σύμφωνα με τον δικηγόρο της οικογένειας, το πορτραίτο αποτιμάται στα 30 εκατομμύρια δολάρια.

Η οικογένεια Μολ έχει καταθέσει αγωγή στα δικαστήρια της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, μέσω του δικηγόρου της, με τον διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης όμως να θεωρεί ότι τα αμερικάνικα δικαστήρια δεν έχουν την δικαιοδοσία, αφού το έργο αποκτήθηκε από έμπορο τέχνης στο Λονδίνο και κανείς από την οικογένεια Μολ ζει στην Αμερική. Ο Φινάλντι συμπλήρωσε ότι η Εθνική Πινακοθήκη θα ζητήσει να απορριφθεί το αίτημα των εναγόντων για θέματα δικαιοδοσίας, ενώ η πρόεδρος της Πινακοθήκης Χάνα Ρόθτσιλντ υποσχέθηκε ότι θα παλέψει σθεναρά την υπόθεση για λογαριασμό του βρετανικού λαού.