Who is Who: Beastie Boys

who-is-who-beastie-boys

ΠΕΜΠΤΗ, 17 ΜΑΙΟΥ 2012

Η κλασική σύνθεση των Beastie Boys έχασε για πάντα το 1/3 της (συγκεκριμένα τον Adam Yauch), λίγες μόνο ημέρες μετά την είσοδο της μπάντας στο Rock ‘n’ Roll Hall of Fame… Πώς πορεύτηκαν όμως, στο μουσικό στερέωμα εδώ και 33 χρόνια οι Beastie Boys;

Πρόκειται αναμφίβολά για το πιο επιτυχημένο -και με διάρκεια- τρίο λευκών ράπερ (μια και η ραπ είναι συνήθως ταυτισμένη με την κουλτούρα της μαύρης νεολαίας) στην ιστορία του είδους, αν και ορθότερος όρος για τη μουσική τους είναι το rap rock!

Από το punk στο hip hop…

Η κοινή καλλιτεχνική προσπάθεια των Adam Yauch (MCA), Michael Diamond (Mike D), John Berry και Kate Schellenbach μορφοποιήθηκε για πρώτη φορά σαν μία punk μπάντα, η οποία ξεκίνησε να δισκογραφεί με ντεμπούτο της το EP Pollywog Stew και, ένα χρόνο μετά, το έχων hip-hop άρωμα «Cookie Puss».

Έχει ακουστεί ότι ήταν ο Berry που εμπνεύστηκε τη χρήση της λέξης «Beastie», ωστόσο το μέλλον δεν τον βρήκε μέσα στη μπάντα. Ο Berry άφησε ένα κενό που ήρθε να το καλύψει ο Adam Horovitz (Ad Rock), που ήταν και πριν την προσχώρησή του φίλος της μπάντας. Ένας νεαρός, που μετέπειτα θα γινόταν και μεγάλος παραγωγός, ο γνωστός μας Rick Rubin μπαίνει στο κάδρο και επεμβαίνει ριζικά στη φυσιογνωμία και αισθητική, φυσικά και στον ίδιο τον ήχο της μπάντας. Στο πλαίσιο αυτής της αλλαγής πλεύσης, στην οποία δε χωρούσε αισθητικά ένα θηλυκό μέλος, η Kate Schellenbach αποχώρησε (αργότερα έγινε μέλος των Luscious Jackson). Πάντως, σαν βασικές της επιρροές, η μπάντα θεωρούσε τους punk ήρωες The Clash, τον μεγάλο Jimi Hendrix αλλά και τους πρωτεργάτες του hard rock Led Zeppelin και Deep Purple.

Η συνέχεια ήταν δύο EPs, το Rock Hard και το She’s On It (το ομώνυμο single του δεύτερου βρίσκεται και στο soundtrack Krush Groove), που κυκλοφόρησαν μέσω της Def Jam Records του Rubin. Σε αυτά, το τρίο καθιερώνει ένα πιο τραχύ, αλλά «πατημένο» πλέον rap vibe. Για να προωθήσει τους εκλεκτούς και έξυπνα εριστικούς rappers, το μάνατζμεντ τους αποφάσισε να τους εντάξει σαν support act στην περιοδεία της Madonna για το Like A Virgin. Η αλήθεια είναι ότι στην ίδια τη Madonna άρεσαν, αλλά δεν μπορεί να πει κανείς το ίδιο και για το σύνολο του κοινού της κατά τη διάρκεια της περιοδείας!

Το πρώτο τους άλμπουμ και η… Madonna

Το άλμπουμ – σταθμός και ντεμπούτο τους σαν ολοκληρωμένος δίσκος με τίτλο «Licensed to Ill» γίνεται ο πρώτος ραπ δίσκος στην μέχρι τότε μουσική ιστορία που χτυπάει κορυφή στα charts του Billboard, το 1986. «Παραγεμισμένο» με ευθείες αναφορές στις καταχρήσεις με αλκοόλ, στο σεξ, στα ναρκωτικά και στην εξέγερση (όπως την εννοούσε ο καθένας), ο δίσκος ενθουσίασε τους κριτικούς (που έψαχναν αλλά δεν έβρισκαν ψεγάδια για να θάψουν το άλμπουμ, αν και πολύ θα το ήθελαν), ακόμη περισσότερο όμως ενθουσίασε τους οπαδούς. Κομμάτια όπως το «Fight For Your Right», το «No Sleep Till Brooklyn» (στο οποίο συμμετέχει ο… κιθαρίστας των Slayer Kerry King με ένα από τα γνωστά και αγαπημένα «φάλτσα» σόλο του – οι Slayer ανήκαν επίσης στη Def Jam του Rubin) και το «Brass Monkey» άφησαν ήδη, αμέσως μετά την κυκλοφορία τους, το στίγμα τους στο διεθνές μουσικό στερέωμα.

Η περιοδεία που ακολούθησε έδειξε για άλλα μια φορά τον «προβοκατόρικο» χαρακτήρα της μπάντας, με κορίτσια να χορεύουν μέσα σε κλουβιά αλλά και ένα τεράστιο φουσκωτό… ανδρικό μόριο να αποτελούν συστατικά στοιχεία του show!

Δύο πολύ γνωστά κομμάτια δε βρήκαν το δρόμο τους για το Ill, το «The Scenario» –που αναφέρεται από το deejay χαρακτήρα του Christian Slater στην ταινία του 1990 «Pump Up the Volume»- καθώς και το «I’m Down» που ήταν κατά μία έννοια παρωδία του ομώνυμου τραγουδιού των Beatles, με sample από το αυθεντικό κομμάτι που θα μπορούσε να επιφέρει νομικές κυρώσεις.

Οι Beastie Boys εμφανίστηκαν επίσης, στην ταινία «Tougher Than Leather» – στην οποία έπαιζαν και οι RUN-DMC, Rick Rubin και Russell Simmons – ερμηνεύοντας άλλο ένα ανέκδοτο κομμάτι, το «Desperado».

Η μουσική εξέλιξη

Στα 1989, οι «Beasties» ήρθαν σε σύγκρουση με τη Def Jam πάνω στο ζήτημα των ποσοστών στα δικαιώματά τους και… την «έκαναν» για άλλες πολιτείες με το καράβι της Capitol Records, στην οποία παραμένουν από τότε. Δεύτερη κυκλοφορία τους σε LP ήταν το «Paul’s Boutique», που είχε ιδιαίτερα θετική αντιμετώπιση από τους κριτικούς. Αρκετά διαφορετικός ήχος, ωστόσο το ίδιο «ημιπαράνομο» πνεύμα, αλλά και πολύ sampling από τα 70s, όπως αποδεικνύει και το πρώτο single «Hey Ladies». Οι Dust Brothers έκαναν την παραγωγή σε αυτό το -σήμερα θεωρούμενο- διαμαντάκι, που έκανε όμως πολλά χρόνια να αναγνωριστεί και εμπορικά, ενώ πάρα πολλοί το θεωρούν από καλλιτεχνική άποψη, την καλύτερη δουλειά των Beastie Boys.

Τα 90s βρήκαν τους Beastie Boys, που όσον αφορά στο μουσικό τους στίγμα δεν εφησύχασαν ποτέ, να δισκογραφούν 3 φορές, και κάθε μία απ’ αυτές αποτελούσε μια ξεχωριστή μουσική πρόταση.

Το Check Your Head του 1992, σηματοδότησε μια πιο οργανική κατεύθυνση και έδωσε τα single «So Watcha Want» and «Pass the Mic». Το Ill Communication που ακολούθησε στα 1994 περιλάμβανε το λαοφιλέστατο single «Sabotage», ενώ στα κρουστά για όλο το άλμπουμ η μπάντα δανείστηκε από τους Cypress Hill τον Eric Bobo.

Και οι δύο αυτές κυκλοφορίες ήταν «ποτισμένες» στις funk, rock και punk επιρροές, συνδυασμένες με την ιδιαίτερη «Beastie» χρήση σκοτεινών samples. Και οι δύο κυκλοφορίες αντανακλούσαν μια ωριμότητα σε όλα τα επίπεδα, μουσικό, στυλιστικό και στιχουργικό.

Το 1996 ο Adam Yauch οργάνωσε διήμερο φεστιβάλ για την ελευθερία του Θιβέτ στο San Francisco, στο οποίο παραβρέθηκαν συνολικά 100.000 θεατές.

Το 1998 οι Beastie Boys κυκλοφόρησαν το Hello Nasty, που είναι κατά μία έννοια ένας συγκερασμός της πρώιμης και της μεταγενέστερης εποχής τους. Πολύ δημοφιλή έγιναν τα singles «Intergalactic» και «Body Movin’», τα οποία διανθίζονται και με όμορφα instrumental περάσματα.

Τα πολιτικοκοινωνικά μηνύματα και η δεκαετία των 00s

Την επόμενη χρονιά, και ενώ βρίσκονται σε περιοδεία με τους επίσης «ακτιβιστές» Rage Against the Machine, ο Mike D πέφτει θύμα ενός περίεργου τροχαίου με τη μηχανή του, που είναι αρκετά σοβαρό και οδηγεί στην ακύρωση όλων των επόμενων εμφανίσεων της μπάντας.

Από τις μπάντες που γενικώς δεν αφήνουν τίποτα να πέσει κάτω, ειδικά σε ό,τι αφορά πολιτικοκοινωνικά ζητήματα, οι Beastie Boys κυκλοφορούν το 2003 για ελεύθερο διαδικτυακό «κατέβασμα» το κομμάτι τους «In a World Gone Mad» για να διαμαρτυρηθούν για τον πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Ιράκ.

Το επόμενο καλοκαίρι, το 2004, το group κυκλοφόρησε τον πρώτο δίσκο του στον οποίο την παραγωγή είχαν αναλάβει τα ίδια του τα μέλη.

Το άλμπουμ λεγόταν «To the 5 Boroughs» και «χτύπησε» αμέσως πρωτιά. Το 2007, κυκλοφόρησαν κάτι πολύ σπάνιο για μπάντα από τον ευρύτερο χώρο του ήχου τους, δηλαδή ένα εξ ολοκλήρου instrumental album. Ο δίσκος ονομάζεται The Mix Up , έχει στοιχεία μέχρι και από το χώρο της jazz/fusion και τους εξασφάλισε ένα βραβείο Grammy. Για τα 20χρονα του Paul’s Boutique, το συγκρότημα αποφάσισε να κυκλοφορήσει remastered έκδοση όχι μονάχα για το συγκεκριμένο δίσκο, αλλά και για τα Check Your Head, Ill Communication και Hello Nasty το 2009. Όλα τα παραπάνω επανακυκλοφόρησαν σε βινύλιο και CD γεμάτα με σπάνια ακυκλοφόρητα b-sides, remixes και live κομμάτια. Η προγραμματισμένη για το 2009 κυκλοφορία του The Hot Sauce Committee Part 1 μπήκε στον πάγο όταν ο Adam Yauch (MCA) διαγνώσθηκε με καρκίνο.

Για ένα διάστημα, φάνηκε ότι ο MCA ανάρρωνε, μπορούσε μάλιστα να λάβει και μέρος στις υποχρεώσεις της μπάντας, ωστόσο στο μεσοδιάστημα και για κάποιους λόγους που έχουν να κάνουν με τα περίεργα της μουσικής βιομηχανίας, οι Beastie Boys αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη το Part 1 και να κυκλοφορήσουν απ’ ευθείας το The Hot Sauce Committee Part 2(!). Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στις 3 του Μάη του 2011, και ένα μεγάλο κομμάτι του υλικού του προοριζόταν για το… Part 1.

Η αναγνώριση και μια πρόωρη απώλεια

Η μπάντα εισήχθη στο Rock ‘n’ Roll Hall of Fame επίσημα στις 14 Απριλίου του 2012, αν και η εισαγωγή της είχε ανακοινωθεί από το Δεκέμβρη του 2011. Ο Adam Yauch ήταν ήδη τρομερά εξαντλημένος για να παραστεί, κι έτσι η μπάντα δεν έπαιξε ζωντανά, ωστόσο έγραψε δυο λόγια που διάβασαν οι δύο συνοδοιπόροι του.

Στις 4 του Μάη του 2012, ο MCA, κατά κόσμον Adam Yauch, άφησε την τελευταία του πνοή, χάνοντας τη μάχη με την επάρατη νόσο. Ήταν 47 χρόνων…

Το Rolling Stone έχει κατατάξει το τραγούδι τους «Sabotage» στη θέση 475 μεταξύ των 500 καλύτερων τραγουδιών όλων των εποχών, ενώ τους ίδιους στη θέση 77 μεταξύ των 100 μεγαλύτερων καλλιτεχνών όλων των εποχών. To Paul’s Boutique τέλος καταλαμβάνει την 156η θέση στην αντίστοιχη λίστα με τα 500 κορυφαία άλμπουμ…

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ