Τι γευτήκαμε και τι ακούσαμε στο 1ο Street Food & Tunes της σεζόν

street-food
ΠΕΜΠΤΗ, 01 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2015

Τα Street Food and Tunes από την deBop ξεκίνησαν και πάλι δυναμικά τα event τους κι εμείς βρεθήκαμε στο πρώτο της σεζόν, στον κήπο του Νομισματικού Μουσείου στο κέντρο της Αθήνας. Εμείς και μερικές… χιλιάδες Αθηναίοι.

Η σελίδα του event στο facebook ανέγραφε ότι 9 χιλιάδες κόσμος σκόπευε να παρακολουθήσει το event όταν ξεκινήσαμε για το Νομισματικό Μουσείο χθες το απόγευμα και η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιο μας τρόμαξε για το τι θα συναντήσουμε. Φτάνοντας και βλέποντας τον κόσμο να «ξεχύνεται» από το Μουσείο καταλάβαμε ότι ή όντως έλειψαν σε όλους τα καθιερωμένα events των Street Food & Tunes ή ένιωσαν όλοι μαζί μια ξαφνική λιγούρα για χοτ ντογκ από το Queens και για μπέργκερ με σάλτσα πάπιας Πεκίνου. Μάλλον το πρώτο.

Δεν ξέρουμε αν φταίει η αναβολή του event που –λόγω βροχής- μετατέθηκε από την προηγούμενη Τετάρτη στη χθεσινή, αλλά ο κόσμος που συγκεντρώθηκε την πιο κρύα μέρα του φθινοπώρου ως σήμερα στο Μουσείο έτεινε πραγματικά στο συν άπειρο. Από τη μία χαιρόσουν να συναντήσεις γνωστούς και οικείες φάτσες της Αθήνας, από την άλλη οι ουρές που δημιουργήθηκαν, για το φαγητό κυρίως, ήταν τεράστιες και αναπόφευκτα κουραστικές. Γι’ αυτό θα σας πούμε ένα μυστικό: προτιμήστε να φτάνετε ή στην έναρξη του event ή γύρω στις 9+, παίρνοντας βέβαια το ρίσκο ότι κάποια από τα φαγητά μπορεί να έχουν τελειώσει. Όπως και να ‘χει, θα πιείτε τουλάχιστον κοκτέιλ και θα κάνετε το κλασικό mingling και socializing, για να το πούμε σε απλά ελληνικά.

Τα πιάτα της χθεσινής βραδιάς, από τα χέρια του σεφ Σπύρου Βαλδίρη, ήταν κάποια από τα πιο δημοφιλή street food πιάτα του πλανήτη, τα οποία όσοι έβγαιναν «νικητές» από την ουρά και κατόρθωναν να τα σηκώσουν ψηλά σαν το κύπελλο του Eurobasket το 1987, τα απολάμβαναν στα τραπεζάκια της αυλής του Νομισματικού Μουσείου, στα σκαλάκια, στο όρθιο ή έξω στο δρόμο. Εμείς δοκιμάσαμε πρώτα το El Cubano (6 ευρώ), ένα από τα πιο περιζήτητα street food στο Μαϊάμι, που ξεκίνησε από σνακ Κουβανών εργατών και κατέληξε πρωταγωνιστής στην ταινία Chef του Jon Favreau. Ένα ξεχωριστό σάντουιτς με φέτες ζαμπόν, σιγοψημένη χοιρινή σπάλα, emmental, πίκλες, μουστάρδα dijon και βούτυρο, όλα μέσα σε αφράτο ψωμάκι και ψημένα, συνέθεταν ένα νόστιμο και χορταστικό σνακ, ιδανικό για να μας ζεστάνει, με «δεμένη» γέμιση.

Στη συνέχεια νιώσαμε λίγο Νεοϋορκέζοι με το παραδοσιακό hot dog κατευθείαν από τα stand του Queens στη Νέα Υόρκη (4,5 ευρώ). Αν και σύστηναν να δοκιμάσουμε τη veggie εκδοχή του, εμείς το προτιμήσαμε κλασικό, με λουκάνικο, relish από κόκκινο λάχανο, κρεμμύδι και κίτρινη μουστάρδα, σε σούπερ αφράτο –και πάλι- ψωμάκι. Ίσως η γεύση να μην απείχε και τόσο πολύ από τη συνηθισμένη, η πινελιά του κόκκινου λάχανου, όμως, κατάφερνε να του δώσει λίγο ξεχωριστό χρώμα και έξτρα νοστιμιά. Ωστόσο, το περιμέναμε πιο πλούσιο και «γεμάτο».

Κι αφού τελειώσαμε με τα σνακ, σε ένα διαφορετικό bar, ευτυχώς με αρκετά μικρότερο χρόνο αναμονής, μας περίμεναν κοκτέιλ με βάση το ουίσκι. Ως όχι και τόσο λάτρεις του συγκεκριμένου ποτού, στην αρχή σκεφτήκαμε να τα προσπεράσουμε και να δοκιμάσουμε τα δικά μας αγαπημένα. Τελικά, όμως, το τολμήσαμε και η αλήθεια είναι ότι τουλάχιστον το Jack Honey Ginger Ale (8 ευρώ) που δοκιμάσαμε, απομακρυνόταν αρκετά από το κλασικό ουίσκι και είχε μια πολύ ευχάριστη γεύση τζίντζερ, που από την πρώτη κιόλας γουλιά, σκεφτήκαμε ότι μας βγήκε σε καλό που ήμασταν «τολμηροί».

Όσο «πεταγόμασταν» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού για να γευτούμε τα νόστιμα αυτά σάντουιτς, αλλά και τα αρωματικά κοκτέιλ, στο βάθος ακούγαμε κάτι ευχάριστο, που θύμιζε Beirut στον ήχο. Ήταν η 8μελής, νεοσύστατη μπάντα δρόμου Dirty Athens Brass Band, η οποία με τα τρομπόνια, τις τρομπέτες και τα κρουστά της, βασισμένη στα μουσικά σύνολα της Νέας Ορλεάνης, μας πηγαινοέφερνε μουσικά μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής.

Μαζευτήκαμε κι εμείς γύρω τους, καθώς τη λίγη ώρα που έπαιξαν μουσική, ο κόσμος ξέχασε τις ουρές και συγκεντρώθηκε για να απολαύσει τη μελωδία. Τότε είναι που συνέβη κάτι απρόσμενο: τα πνευστά άρχιζαν να σχηματίζουν σιγά-σιγά έναν ήχο γνώριμο –θέλω να πιστεύω- σε όλους και οι νότες του “Killing in the name” των Rage against the Machine άρχισαν να κατακλύζουν τον κήπο του Μουσείου, με τα τρομπόνια και τις τρομπέτες να «κλέβουν» για λίγο την παράσταση από τα κοκτέιλ και τα σάντουιτς. Νομίζω ότι σε αυτό το σημείο αρκετός κόσμος σκίρτησε, άφησε κάτω το κοκτέιλ και θυμήθηκε τα επαναστατικά νιάτα του, που έχει ξεχάσει πλέον κάπου ανάμεσα στη δουλειά και στο κυνήγι της καθημερινότητας.

Μετά από αυτό το ταξίδι μέχρι το Μαϊάμι, το Queens, αλλά και τα… νιάτα μας, πήραμε το δρόμο του γυρισμού, με το σκίρτημα να μας ακολουθεί ακόμα -όπως καταλαβαίνετε, το κομμάτι παίζει στο repeat μέχρι αυτή τη στιγμή. Μπορεί οι κουραστικές ουρές και τα σκουπίδια που δημιουργήθηκαν έξω από το Μουσείο (τα οποία, όπως μάθαμε εκ των υστέρων, καθαρίστηκαν από τη διοργάνωση) να έδωσαν μια αρνητική χροιά στη βραδιά, οι γεύσεις και η μουσική, όμως, κράτησαν χαρακτήρα.

Στο μεταξύ, ταυτιστήκαμε λίγο με τους Κουβανούς εργάτες και ψάχνουμε στην Αθήνα μήπως ξαναβρούμε αυτό το El Cubano…

Τζούλια Τασώνη