Nolan: δοκιμάσαμε αυθεντική Ασία και φύγαμε με tips μαγειρικής από τον σεφ

nolan
ΠΕΜΠΤΗ, 04 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016

Αν ψάχνετε το εστιατόριο που με μερικές μπουκιές θα σας πάει αυτό το ταξίδι στην Ασία που πάντα ονειρευόσασταν, μόλις το βρήκαμε για εσάς, δοκιμάσαμε τα πιάτα του και πήραμε μερικές πολύτιμες συμβουλές από τον σεφ του.

Ας μη γελιόμαστε. Το Βιετνάμ, η Κίνα και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας είναι χώρες που μπορεί να μη δούμε ποτέ στη ζωή μας. Μπορεί να μη γνωρίσουμε ποτέ τους ανθρώπους τους, να μη δούμε ποτέ το Ανόι και το Πεκίνο, να μην γευτούμε ποτέ τις αυθεντικές γεύσεις και πιάτα τους. Γράψτε λάθος για το τελευταίο, καθώς από τις 5 Ιανουαρίου, το Nolan έχει αναλάβει να κάνει τουλάχιστον αυτή τη (γευστική) ευχή μας πραγματικότητα.

Με 5 εβδομάδες ζωής, το Nolan ήρθε και «τρύπωσε» στο στενό της Βουλής, στο κέντρο της Αθήνας, και παρά το μικρό της… ηλικίας του, έχει προκαλέσει τεράστια αναστάτωση στους γαστρονομικούς κύκλους της πόλης. Έπρεπε, λοιπόν, να το επισκεφτούμε για να επιβεβαιώσουμε ότι ο θόρυβος γύρω από το όνομά του, κρύβει πράγματι μια νέα, νόστιμη και διαφορετική πρόταση κι όχι άλλον ένα χώρο που πας για να δεις και να σε δουν.

Μικρό, με περίπου 10 τραπέζια, ψηλοτάβανο και φωτεινό, παρά τη μουντάδα της περιοχής, το Nolan συνδυάζει το μωσαϊκό, το μάρμαρο, το ξύλο και το μέταλλο, δημιουργώντας ένα οικείο περιβάλλον για να φας, ένα περιβάλλον που δεν πάει να ξεχωρίσει από το αστικό πνεύμα της περιοχής, αλλά μάλλον να αναδείξει την καλή του πλευρά.

Ανοίγοντας τη βαριά και ψηλή πόρτα του, νιώθεις ότι μπαίνεις σε ένα χώρο που βγάζει μια καθαρότητα, που συνδυάζει το απλό και το κομψό, το επίσημο, αλλά ταυτόχρονα και το παρεΐστικο, αφού δεν υπάρχει ορεκτικό και κυρίως, καθώς τα πιάτα καταφτάνουν με μια λογική μοιράσματος ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες. Πίσω από την πόρτα –και την ιδέα- του Nolan συναντήσαμε τον Κώστα Πισσιώτη, τον ιδιοκτήτη του, ο οποίος μετά το ΠBOX της Κηφισιάς, κατάφερε να στήσει ένα χώρο, με τη βοήθεια του αρχιτέκτονα Μάνου Μπαμπούνη και της ομάδας UCS, που παραπέμπει σε κάτι γνώριμο. Σε αυτό, βέβαια, βοηθάει και ο ίδιος, με την αμεσότητα που φροντίζει να διατηρεί με τον κόσμο που το επισκέπτεται, που σε κάποια φάση του γεύματος θα εισπράξει τουλάχιστον ένα χαμόγελο.

Δεν θα σας πούμε ψέματα. Το μενού στην αρχή ίσως σας προκαλέσει ένα μικρό εγκεφαλικό, με κάποιες άγνωστες λέξεις και συνδυασμούς που, αν είστε συντηρητικοί στο φαγητό, θα σας μοιάζουν για τυπογραφικό λάθος. Με τη δεύτερη ματιά, όμως, θα καταλάβετε ότι όλα είναι πολύ πιο απλά απ’ ό,τι νομίζατε. Σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστεί να εμπιστευτείτε τον σεφ του εστιατορίου, τον ελληνογιαπωνέζο Σωτήρη Κοντιζά, ο οποίος είναι από τους σεφ που έφυγαν από το δρόμο τους, για να ακολουθήσουν αυτό που αγαπούν, χωρίς να έχουν στόχο τον εντυπωσιασμό. Από τους σεφ που όταν τους ζητήσεις να σου φτιάξουν κάτι να φας, εμπνέονται στη στιγμή ένα πιάτο, όπως σταμναγκάθι, με σουτζούκι, γαρίδες και παλαμίδα. Η αλήθεια είναι ότι κάπως έτσι «γεννήθηκε» το Nolan, όταν ο Κώστας Πισσιώτης του είχε ζητήσει να του φτιάξει κάτι εκτός μενού κι αυτός του παρουσίασε ακριβώς αυτό το πιάτο, το οποίο έκλεινε μέσα του όλη τη φιλοσοφία που αργότερα θα έπιανε αυτή τη γωνία στο κέντρο της Αθήνας.

σταμναγκάθι με σουτζούκι, γαρίδες και παλαμίδα

Το πιάτο αυτό, λοιπόν, είναι από τα πρώτα που δοκιμάσαμε, αφού πιάσαμε μια θέση στο bar, ένα μεσημέρι καθημερινής, υπό τους ήχους τζαζ μουσικής και με τον κόσμο να έχει ήδη γεμίσει το μαγαζί. Σταμναγκάθι λουσμένο σε ζωμό dashi (γιαπωνέζικος ζωμός από καπνιστή παλαμίδα), με σουτζούκι ψιλοκομμένο και σωταρισμένο και τρυφερά κομμάτια παλαμίδας (13 ευρώ), που τελείωναν πολύ γευστικά την κάθε μπουκιά, φέρνοντας σε ισορροπία το πιάτο σε σχέση με το πικρό και σκληρό σταμναγκάθι.

σαλάτα με καμένα λάχανα και κουνουπίδια

Από σαλάτα, δοκιμάσαμε το best seller του Nolan, τη σαλάτα με… καμένα λάχανα και κουνουπίδια, με ξερό ανθότυρο Μπαμπούνη (8,5 ευρώ). Αυτό που μας εντυπωσίασε γευστικά δεν ήταν τα «τσουρουφλισμένα» λαχανικά, αλλά ο συνδυασμός του λαδιού τρούφας και του ιδιαίτερου παλαιωμένου ανθότυρου, με τη γλυκύτητα του μήλου και τα καπνισμένα καρύδια.

θράψαλο με σελινόριζα

Έπειτα ακολούθησε ένα πιάτο που αν και δεν μας έκανε «κλικ» από την περιγραφή του (θράψαλο με σελινόριζα, 12 ευρώ), ήταν τελικά από αυτά που δοκιμάζεις, παίρνεις έκφραση έκπληξης, ξαναδοκιμάζεις να βεβαιωθείς και σε μερικά δευτερόλεπτα έχεις «καθαρίσει» το πιάτο, όσο πιο κόσμια γίνεται. Το θράψαλο ήταν ψιλοκομμένο και ελάχιστα περασμένο από το τηγάνι, σε μια υπέροχη σάλτσα με βούτυρο και κρασί, αρωματισμένη με σελινόριζα. Το πιάτο αυτό ταιριάζει ιδανικά με ρύζι, αλλά για εμάς η γεύση του ήταν τόσο γεμάτη και ολοκληρωμένη, που προτιμήσαμε να μην τη «διακόψουμε» με οτιδήποτε άλλο. Εδώ να πούμε ότι όλα τα πιάτα έρχονται… ασυνόδευτα και αν θέλετε μπορείτε να επιλέξετε εσείς το συνοδευτικό τους, ανάμεσα σε πουρέ, ρύζι και λαχανικά. Εμείς επιλέξαμε ρύζι, το οποίο έπαιρνε μια ιδιαίτερη νοστιμιά από αφυδατωμένο κρόκο και κουνουπίδι.

Nolan Fried Chicken

Άλλο ένα πιάτο μας χώριζε από την υγρή ομελέτα με σπανάκι, η οποία μας είχε κινήσει το ενδιαφέρον από την αρχή και –δεν θα το κρύψουμε- μας τρομοκρατούσε λίγο σαν ιδέα, αφού μάθαμε ότι συνδύαζε αβγό και ψάρι. Λόγω του χρόνου προετοιμασίας της, ήρθε αργά στο τραπέζι μας, οπότε μας έδωσε το χρόνο να δοκιμάσουμε και τη σίγουρη λύση του NFC τηγανητού κοτόπουλου (9 ευρώ), το οποίο είναι ό,τι πρέπει γι’ αυτούς που δεν είναι ανοιχτοί σε γευστικούς πειραματισμούς και απλώς πεινούν και θέλουν μια οικεία γεύση. Πραγματικά νόστιμο, τραγανό και ζουμερό ταυτόχρονα, με μια εξαιρετική μαγιονέζα δικής τους παρασκευής και λαχανικά στην άκρη. Νομίζουμε ότι ακόμη και οι πιο συντηρητικοί του κόσμου, με αυτό το κοτόπουλο δεν θα έχουν να γκρινιάξουν για τίποτα, ούτε καν για κάπνα, αφού το περιβάλλον είναι απαλλαγμένο από καπνούς του τσιγάρου –σας υποσχόμαστε ότι τρώγοντας, μάλλον θα ξεχάσετε, κιόλας, ότι καπνίζετε.

Κάπου εδώ, φτάνει, επιτέλους, η ώρα για την υγρή ομελέτα (6 ευρώ), ένα από τα πιο ιδιαίτερα πιάτα του Nolan, ένα πιάτο που ή το αγαπάς ή το μισείς, όπως μας είπαν. Πρόκειται για υγρή ομελέτα φούρνου με σπανάκι, η οποία «κάθεται» πάνω σε ένα στρώμα από ζωμό ψαριού, με σόγια και σάκε, μεταξύ άλλων. Γευστικά, η ιδιόρρυθμη αυτή ομελέτα είχε μια πιο αλμυρή για τα γούστα μας γεύση, διατηρώντας, όμως, τη νοστιμιά των υλικών της -αρκεί να τη «σκάψετε» για να τη φάτε και να μην την ανακατέψετε. Αυτό που κάπως μας ξένισε ήταν η υφή της, που θύμιζε κάτι σαν κρέμα καραμελέ. Σίγουρα άλλαξε την «κοσμοθεωρία» που είχαμε για τις ομελέτες, αλλά οι γευστικοί μας κάλυκες δεν μπορούν να αποφασίσουν αν τη συμπαθούν ή αν τη θεωρούν αρκετά εξεζητημένη.

υγρή ομελέτα με σπανάκι

Η πρώτη μας επαφή με το Nolan τελείωσε κάπου εδώ, με το θράψαλο με σελινόριζα να μας έχει απογειώσει γευστικά και την υγρή ομελέτα να μας έχει βάλει σε προβληματισμό για το πόσο ανοιχτοί ή συντηρητικοί είμαστε. Η συνάντησή μας, πάντως, ήταν σαν αυτά τα πρώτα ραντεβού που θέλεις οπωσδήποτε να βγεις και δεύτερο και τρίτο. Έχουμε, άλλωστε, ακόμη να δοκιμάσουμε την περίφημη βιετναμέζικη κοτόσουπα με αβγό ποσέ, τη γόπα για… μωρά με καπνιστό ελαιόλαδο και τσίλι και κάμποσα ακόμη από τα 12 πιάτα και τα 2 γλυκά του.

Πριν ανοίξουμε την τεράστια πόρτα του από την αντίθετη κατεύθυνση, εκμεταλλευτήκαμε το γεγονός ότι ο Σωτήρης Κοντιζάς ανήκει στους προσιτούς σεφ και πήραμε μερικά tips για ένα δημοφιλές πιάτο, που πολλοί θέλουν να δοκιμάσουν: τη βιετναμέζικη κοτόσουπα.

Tips για να φτιάξετε νόστιμη βιετναμέζικη κοτόσουπα από τον σεφ του Nolan, Σωτήρη Κοντιζά

  • Ο ζωμός σας μπορεί να περιέχει και κόκαλα από μοσχάρι και κότα
  • Προσθέστε οπωσδήποτε αστεροειδή γλυκάνισο
  • Βάλτε λίγη fish sauce (σάλτσα που συνήθως φτιάχνεται από αντσούγιες, αλάτι και νερό), αλλά με μέτρο γιατί είναι δυνατή
  • Τα σκόρδα και τα κρεμμύδια δίνουν έξτρα ένταση, ανάλογα με τις προτιμήσεις σας
  • Πάντα επιλέγετε φρέσκα προϊόντα από λαϊκές που θα δώσουν επιπλέον νοστιμιά

Πληροφορίες: Nolan, Βουλής 31-33, Σύνταγμα, 210 324354, ημέρες και ώρες λειτουργίας: Δευτέρα κλειστά, Τρίτη 18.00-23.30, Τετάρτη-Σάββατο 12.30-23.30, Κυριακή 12.00-17.30, http://www.nolanrestaurant.gr, https://www.facebook.com/NolanRestaurant/?fref=photo

Τζούλια Τασώνη

φωτογραφίες: Όλγα Αμηρίδου