Ποιες χώρες... τρώνε περισσότερο;

poies-xores-trone-perissotero

ΤΕΤΑΡΤΗ, 01 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2012

Πόσο επηρεασμένοι είναι οι Έλληνες αλλά και οι άλλοι λαοί από την μεταπολεμική ευμάρεια που έκανε την παχυσαρκία και τα προβλήματα υγείας -λόγω κακής διατροφής- καθημερινότητα; Και πώς συνδέεται αλήθεια, το ποσό που δαπανούμε για το φαγητό μας με την υγιεινή διατροφή;

Εκείνο που οι άνθρωποι αποκαλούν «προβλήματα του πρώτου κόσμου» είναι συνήθως το να απολαμβάνει κανείς λιγότερα πλεονεκτήματα (κι όχι να του λείπουν τα στοιχειώδη) ή να αντιμετωπίζει προβλήματα υποκειμενικού χαρακτήρα (ψευδοπροβλήματα, θα τα ονόμαζαν κάποιοι). Μια πρόσφατη έρευνα ωστόσο, κατέδειξε ότι υπάρχει πράγματι τουλάχιστον ένα σοβαρό πρόβλημα στον «πρώτο κόσμο», δηλαδή στις γενικά αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες, που συνδέεται με τη διατροφή.

Η εικόνα των 20 χωρών που η κατανάλωση θερμίδων κατά κεφαλή την ημέρα είναι αντίστοιχα η υψηλότερη και η χαμηλότερη, κατά μέσο όρο, σε συνδυασμό με τα στοιχεία που αφορούν το ατομικό εισόδημα, οδηγεί –σύμφωνα με δημοσίευμα της Huffington Post- σε κάποια ιδιαίτερα ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

Οι πέντε χώρες με την υψηλότερη κατανάλωση θερμίδων κατ΄ άτομο σε ημερήσια βάση στον πλανήτη είναι: στην 1η και 2η θέση οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Αυστρία, στην 4η και 5η το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, ενώ 3η -ακόμα και εν μέσω κρίσης- βρίσκεται η Ελλάδα.

Το ποσοστό του εισοδήματος των κατοίκων των παραπάνω χωρών που δαπανάται ωστόσο για τη διατροφή, είναι από τα χαμηλότερα παγκοσμίως και κινείται γύρω στο 10% (όσο φτωχότερη είναι μία χώρα και όσο λιγότερες θερμίδες αντιστοιχούν σε κάθε κάτοικο, τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό του συνολικού του εισοδήματος που πηγαίνει στα είδη διατροφής).

Για παράδειγμα, στην Αγκόλα, την Τανζανία και το Τσαντ, που είναι από τις χώρες με πολύ χαμηλή κατανάλωση θερμίδων, το 75% -τα ¾ δηλαδή του εισοδήματος κατ’ άτομο- δαπανάται για κάλυψη διατροφικών αναγκών.

Μια λογικοφανής ερμηνεία των παραπάνω στατιστικών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που ζουν στις πλέον εύπορες χώρες δαπανούν ποσοστιαία λιγότερα για το φαγητό τους, επειδή ένα μεγάλο μέρος του φαγητού που καταναλώνουν είναι επεξεργασμένο-τυποποιημένο και γενικά ανθυγιεινό.

Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και τα ποσοστά κρύβουν κίνδυνο παραχάραξης της πραγματικότητας –γιατί το 6,9% που δαπανούν οι Αμερικανοί με μέσο εισόδημα κατ’ έτος τα 46000 δολάρια (δαπανούν δηλαδή 3200)- είναι και πάλι πολύ μεγαλύτερο από 55% του μέσου εισοδήματος στην αφρικανική Ερυθραία, που είναι 683 δολάρια. Οι αναπτυγμένες χώρες δε δαπανούν λίγα για το φαγητό, δαπανούν απλώς πάρα πολλά και για άλλες ανάγκες.

Έτσι λοιπόν, αν και σίγουρα υπάρχει σύνδεση των μακροοικονομικών μεγεθών από τη μια και των διατροφικών συνηθειών (άρα και της παχυσαρκίας) από την άλλη, είναι μύθος η άποψη ότι το να δαπανούμε περισσότερα για τις διατροφικές μας ανάγκες θα βελτιώσει απαραίτητα την υγεία και την ευεξία μας…