Who is Who: Interpol
Με αφορμή την συναυλία των Interpol στο Entertainment Stage στην Ιερά Οδό, την Τρίτη 7 Ιουνίου, το click@Life κάνει μια αναδρομή στην μέχρι τώρα πορεία των «νόθων τέκνων» των Joy Division.
Η μελαγχολική post punk των στιλάτων και μυστήριων τύπων που ξεπήδησε από κάποια σκοτεινά δρομάκια της Νέας Υόρκης, αγκαλιάστηκε από κοινό και κριτικούς. Τα «νόθα παιδιά» των Joy Division είχαν βρεθεί και μία καινούργια ιστορία αγάπης και μίσους γεννήθηκε στη μουσική σκηνή των ‘00’s.
Οι Interpol δημιουργήθηκαν το 1997 από τον Daniel Kessler και τον Greg Drudy. Λίγο αργότερα προστέθηκαν ο Carlos D. και ο τραγουδιστής Paul Banks.Το 2000 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους EP «Fukd ID #3» το οποίο σήμερα έχει τεράστια συλλεκτική αξία και δεν κυκλοφορεί πλέον. Λίγο αργότερα ο Drudy έφυγε από την μπάντα και αντικαταστάθηκε από τον Sam Forgarino.
Κυκλοφόρησαν διάφορα EPs, μέχρι το 2002 που υπέγραψαν στην ανεξάρτητη δισκογραφική Matador. Το πρώτο EP που κυκλοφόρησαν είχε τίτλο το όνομα τους και περιείχε τρία τραγούδια. Την ίδια χρονιά όμως κυκλοφόρησε και το ντεμπούτο τους «Turn On The Bright Lights». Από εκείνη τη στιγμή τίποτα δε θα ήταν πια το ίδιο. Το «Antics» που κυκλοφόρησε το 2004 ήρθε απλά να επιβεβαιώσει ότι κάτι σημαντικό συνέβαινε.
Το συγκρότημα άρχισε να κερδίζει έδαφος και πλέον όλοι ήθελαν να μάθουν για αυτούς τους μαυροντυμένους Αμερικανούς που βάδιζαν στα χνάρια των Joy Division και των Chameleons. Τραγούδια όπως το «PDA» , το «Slow Hands» και το «Evil» σημάδεψαν τη γενιά των ‘00’s που στο πρόσωπο των Interpol είχε βρει τη νέα μεγάλη μπάντα.
Το 2006 άφησαν τη Matador και μετακόμισαν στην Capitol Records. Λίγο μετά ήρθε και το τρίτο τους album που όλη η indie σκηνή περίμενε με ανυπομονησία. Το «Our Love To Admire» κυκλοφόρησε το 2007. Με περισσότερη μελαγχολία και λιγότερα κιθαριστικά ξεσπάσματα, το album δεν αποθεώθηκε, μιας και ήταν σίγουρα κατώτερο από τα δύο προηγούμενα τους.
Κατά την προσφιλή συνήθεια της «alternative» κοινότητας, πολλοί ήταν αυτοί που περίμεναν τους Interpol στη γωνία. Οι ίδιοι που τους αποθέωναν, τώρα απλά τους είχαν βαρεθεί. Ο Banks από αινιγματική φιγούρα frontman, άρχισε να γίνεται rock star, έκανε σχέσεις με super models και απέκτησε δικό του fan club.
Την περασμένη χρονιά το τέταρτο album των Interpol κυκλοφόρησε, με τίτλο το όνομα τους. Ήταν το τελευταίο στο οποίο συμμετείχε ο μπασίστας Carlos D., o οποίος αποχώρησε λίγο μετά την ολοκλήρωση του «Interpol». Οι κριτικοί ήταν «μουδιασμένοι» με το αποτέλεσμα, πολλοί τους αφόρισαν, άλλοι τους λάτρεψαν για άλλη μια φορά, όλοι όμως ασχολήθηκαν και θα συνεχίσουν να ασχολούνται, κάτι που προστάζουν οι μεγάλες αγάπες.
Παράλληλα με την κυκλοφορία του album, ο Banks υιοθέτησε το ψευδώνυμο Julian Plenti και κυκλοφόρησε το πρώτο του προσωπικό album «Julian Plenti is…. Skyscraper» το οποίο έλαβε πολύ καλές κριτικές.
Πλέον οι Interpol κατέχουν μια θέση στο πάνθεον των συγκροτημάτων που διαμόρφωσαν τον εναλλακτικό ήχο της περασμένης δεκαετίας. Στάθηκαν επιρροή για πολλά άλλα παρόμοια συγκροτήματα και έχουν γνωρίσει απήχηση όσο ελάχιστοι καλλιτέχνες της indie σκηνής. Οι ζωντανές τους εμφανίσεις είναι ένα μίγμα ενέργειας, έντασης, σκοταδιού και φωτός, μια έκρηξη συναισθημάτων. Το ελληνικό κοινό επιτέλους θα δει ζωντανά ένα από τα μεγάλα του συναυλιακά απωθημένα του και οι Interpol αποκλείεται να το απογοητεύσουν.
ΡΟΖΙΝΑ ΑΡΑΠΗ







