Who is Who: Black Sabbath

who-is-who-black-sabbath

ΠΕΜΠΤΗ, 08 ΜΑΡΤΙΟΥ 2012

Τους περιμέναμε «πάνοπλους» την 1η Ιουλίου στο Rockwave στη Μαλακάσα, αλλά η ασθένεια του Tony Iommi μας στέρησε τελικά την απόλαυση ενός ακόμη live των αυθεντικών Black Sabbath, μετά από εκείνο του 2005. Γιατί όμως, το όνομα Black Sabbath προκαλεί ρίγη σχεδόν σε κάθε οπαδό της ηλεκτροδοτούμενης μουσικής;

Οι Black Sabbath υφίστανται με αυτό το όνομα από τον Αύγουστο του 1969. Ωστόσο, η πρώτη τους μορφή, που περιελάμβανε τέσσερα ιδρυτικά μέλη στα τέλη του 1968, ήταν οι Polka Tulk Blues Band, αργότερα Polka Tulk, στη συνέχεια Earth Blues Band και τέλος… σκέτο Earth, που όμως τους έφερε σε δύσκολη θέση, καθώς υπήρχαν και δεύτεροι Earth, με αποτέλεσμα διάφορα μπερδέματα στις τοπικές pubs με οπαδούς που άλλον πήγαιναν να δουν κι άλλος τους προέκυπτε…

Οι μεν Frank Anthony «Tony» Iommi και William Thomas «Bill» Ward ήταν μέλη του blues γκρουπ Mythology -κιθαρίστας και drummer αντίστοιχα- ενώ οι Terrence Michael Joseph «Geezer» Butler και John Michael «Ozzy» Osbourne ήταν αντίστοιχα κιθαρίστας και τραγουδιστής των επίσης, bluesy τοπικών Rare Breed.

Οι Iommi και Osbourne ήταν συμμαθητές από το σχολείο, όπου και δεν έτρεφαν ιδιαίτερη συμπάθεια ο ένας στον άλλο. Όλοι τους λίγο πολύ μετά τα 15 τους έκαναν χειρωνακτικές δουλειές για να ζήσουν. Ο Ozzy έκανε και τη «θητεία» του σε σωφρονιστικό κατάστημα της Μεγάλης Βρετανίας για 6 εβδομάδες το 1967, αφού δεν μπόρεσε να πληρώσει πρόστιμο που του είχε επιβληθεί για μικροδιάρρηξη σε κατάστημα ρούχων. Από εκείνη την «επίσκεψη» του έμεινε και το γνωστό τατουάζ στα δάχτυλα του αριστερού του χεριού με τα τέσσερα γράμματα «O-Z-Z-Y».

Ο δε Tony Iommi, σε ατύχημα που είχε την τελευταία μέρα της δουλειάς του σε εργοστάσιο επεξεργασίας ατσαλιού, το 1965, έχασε τον μέσο και τον παράμεσο του δεξιού του χεριού. Για να λύσει το πρόβλημά του και να μπορέσει να συνεχίσει να παίζει κιθάρα, επέκτεινε τα δάχτυλά του με πλαστικά προσθετικά και αγόραζε πιο ελαφριές χορδές, τις οποίες κούρδιζε χαμηλά για να έχουν πλαστικότητα και να μην τον κουράζουν. Έτσι γεννήθηκε ο βαρύς και μουντός κιθαριστικός ήχος του πρώιμου heavy metal!

«Ozzy» Osbourne

Ευτυχώς για τους Sabbath, ο βασικός τους συνθέτης Tony δεν ενέδωσε στο φλερτ με τους Jethro Tull του Ian Anderson στις αρχές του 1969, με τους οποίους πρόλαβε να παίξει κιθάρα μόλις μία φορά -κι αυτή playback- για το ντοκιμαντέρ των Rolling Stones Rock ‘n’ Roll Circus. Ωστόσο η εμπειρία του με τους Jethro Tull στάθηκε καθοριστική, γιατί τον έβαλε «στην πρίζα» για το πόσο σημαντικό είναι μια μπάντα να κάνει πρόβες και να δουλεύει σκληρά για να πετύχει.

Το όνομά τους το οφείλουν σε μια ιταλική ταινία τρόμου του 1963 του Boris Karloff, που προβαλλόταν το καλοκαίρι του 1969 στις κινηματογραφικές αίθουσες. Η πρόταση για το όνομα ανήκε στον Geezer, που θεώρησε ότι ταίριαζε με το νέο, βαρύ και σκοτεινό ύφος που λάνσαρε η μπάντα.

Η μεγάλη δεκαετία

Το πρώτο τους άλμπουμ, το ομώνυμο «Black Sabbath» θεωρείται από όλους τους σχετικούς τους είδους, ως το πρώτο αμιγώς heavy metal άλμπουμ στην ιστορία και κυκλοφόρησε στις 13 Φεβρουαρίου 1970.

Φήμες που αναφέρουν ότι οι Sabbath είχαν ηχογραφήσει ένα ολόκληρο άλμπουμ πριν από αυτό, στο οποίο μάλιστα συμπεριλαμβάνονταν και τα σπάνια Rebel και Song For Jim από την εποχή των Earth, δεν έχουν επιβεβαιωθεί ποτέ επισήμως.

Το «Black Sabbath» ηχογραφήθηκε με budget 600 λίρες σε δύο μόλις ημέρες. Αν και σήμερα θεωρείται κλασικό από κάθε άποψη, η κριτική του περιοδικού Rolling Stone τότε, κατέληγε στο ότι οι Sabbath ακούγονταν ακριβώς όπως οι Cream (που πράγματι ήταν βασική επιρροή της μπάντας κι από τα πρώτα heavy rock συγκροτήματα), αλλά προς στο χειρότερο!

Μεταξύ 1970 και 1975, κυκλοφόρησαν άλλους πέντε δίσκους που θεωρούνται «θεμέλιοι λίθοι» του heavy metal και γενικότερα του σκληρού ήχου: τα Paranoid, Master Of Reality, Vol. 4, Sabbath Bloody Sabbath και Sabotage θεωρούνται δίσκοι που επηρέασαν άμεσα και καταλυτικά όχι μονάχα το ευρύτερο heavy metal και τις υποκατηγορίες του -μία απ’ αυτές μάλιστα, ορίζεται σχεδόν απόλυτα από τον ήχο των Black Sabbath (το doom metal)- αλλά και το ευρύτερο heavy rock, το punk/hardcore, το grunge rock, το gothic rock/metal, το alternative rock κλπ.

Στις 6 Απριλίου του 1974, έπαιξαν μπροστά σε κοινό 200.000 στο California Jam στο Ontario, μαζί με τους Deep Purple, Eagles, ELP και άλλες μεγάλες μπάντες της εποχής, σε μια συναυλία που έχει μείνει χαραγμένη στη rock ιστορία.

Η σειρά των ατελείωτων αλλαγών στη σύνθεση της μπάντας ξεκινάει -μετά από το άλμπουμ «Technical Ecstasy» του 1976, που είχε μία πιο art rock προσέγγιση- με την πρώτη αποχώρηση του Ozzy Osbourne, τον Οκτώβρη του 1977. Στη θέση του η μπάντα προσέλαβε τον Dave Walker, πρώην τραγουδιστή των Fleetwood Mac και των Savoy Brown, για τρεις μήνες. Ωστόσο μεταξύ τους δεν υπήρξε πραγματική χημεία και ο Ozzy επέστρεψε για το άλμπουμ «Never Say Die» το 1978, για να αποχωρήσει οριστικά απολυόμενος στις αρχές του 1979 και να ακολουθήσει στη συνέχεια τη γνωστή υπερεπιτυχημένη solo καριέρα του, με τη βοήθεια και στενή «επίβλεψη» της μετέπειτα συζύγου του Sharon Arden.

Οι «αρραβώνες» με το Ronnie James Dio και η δεύτερη αποχώρηση

Τον Ιούνιο του 1979, η μπάντα προσέλαβε τον πρώην τραγουδιστή των Rainbow, Ronnie James Dio και ξεκίνησε να δουλεύει πάνω στον επόμενο δίσκο της. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 1980 και είναι για πολλούς ο τελευταίος πραγματικά μνημειώδης δίσκος των Sabbath, με τον τίτλο «Heaven and Hell». Η αλλαγή στο ύφος με κομμάτια πιο γρήγορα και μελωδικά και φωνητικά εντελώς διαφορετικής φιλοσοφίας από εκείνα του Ozzy άρεσε στους περισσότερους, ωστόσο πολλοί «πιουρίστες» ακόμα και σήμερα, ισχυρίζονται πως δεν υπάρχουν Black Sabbath χωρίς τα τέσσερα αυθεντικά τους μέλη και χωρίς τη φωνή του Ozzy.

Φωτογραφία: www.facebook.com/BlackSabbath

Στα τέλη του Αυγούστου 1980, αποχωρεί λόγω σοβαρών προβλημάτων με το αλκοόλ και δεύτερο ιδρυτικό μέλος των Sabbath, ο drummer Bill Ward. Οι Sabbath, όπως αποκάλυψαν αργότερα, ήδη από το 1971 ήταν βουτηγμένοι στις καταχρήσεις, σε βαθμό που το 1972 είχαν μια βαλίτσα γεμάτη μετρητά στις περιοδείες τους για να προμηθεύονται ναρκωτικές ουσίες.

Οι Butler, Dio και Iommi στρατολόγησαν τον drummer Vinny Appice και κυκλοφόρησαν μαζί του το επίσης αξιόλογο «The Mob Rules», αλλά έκαναν και το πρώτο τους live, το Live Evil. Κάποιες παρεξηγήσεις ωστόσο, στη μίξη του τελευταίου, οδήγησαν τους Appice και Dio στην αποχώρηση, αφήνοντας και πάλι τον πυρήνα Butler/Iommi μόνους με το όνομα Black Sabbath.

Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας

To 1983 τους βρήκε -πέρα από τον παλιό γνώριμο Bill Ward, που επέστεψε πίσω από το drum kit της μπάντας- με νέο τραγουδιστή τον πρώην Deep Purple Ian Gillan. Το γεγονός ότι ο Gillan ήταν πολύ γνωστός σαν frontman των Deep Purple οδήγησε μερίδα του Τύπου να ειρωνευτεί τη μπάντα ως… «Deep Sabbath», ενώ και η υποδοχή στο άλμπουμ που ηχογράφησε η τετράδα δεν ήταν και η θερμότερη από δημοσιογραφικής πλευράς, εν μέρει και λόγω της κακής παραγωγής του και του -αντικειμενικά- απαράδεκτου εξώφυλλου.

Ακολουθούν από το 1984 και μετά απανωτές αλλαγές στο line up που ουσιαστικά μετατρέπουν τους Sabbath σε προσωπικό σχήμα του Iommi, αφού είναι ο μόνος που παραμένει σταθερός και συνεχίζει να ηχογραφεί κάτω από την ταμπέλα των Black Sabbath. Μάλιστα, ο ίδιος έχει αποκαλύψει πως από το 1986 ήθελε να κυκλοφορεί τα album του ως solo, αλλά πιεζόταν από τις εταιρείες για εμπορικούς λόγους να τα κυκλοφορεί με το όνομα των Sabbath.

«Tony» Iommi

Ο μακροβιότερος τραγουδιστής του γκρουπ μετά τον Ozzy, που με κάποια διαλείμματα έμεινε στη μπάντα από το 1987 μέχρι το Δεκέμβρη του 1995, ήταν ο Tony Martin. Μάλιστα, η πρώτη συναυλία του με τους Sabbath ήταν εκείνη της 21ης Ιουλίου του 1987 στο γήπεδο του Παναθηναϊκού στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, που μέχρι το 2005 ήταν και η μοναδική εμφάνιση των Sabbath σε ελληνικό έδαφος.

Τα σχέδια για επανένωση

Η επανένωση της αρχικής τους σύνθεσης το 1997, που σηματοδοτήθηκε από τις δύο μεγάλες συναυλίες τους στο Birmingham στις 4 και 5 Δεκέμβρη του 1997 (που αποτέλεσαν και το υλικό για το live album «Reunion»), επανέφερε τους Sabbath στο προσκήνιο κι έδωσε τη δυνατότητα σε χιλιάδες οπαδούς ανά τον κόσμο να τους δουν να ερμηνεύουν ζωντανά τα κλασικά κομμάτια της δεκαετίας του ’70.

Ωστόσο, οι υποχρεώσεις της solo καριέρας του Ozzy και διάφορες αψιμαχίες μεταξύ των τεσσάρων δεν άφησαν να ευοδωθούν μεταξύ 1998 και 2006 τα σχέδια για ένα νέο album. Από τον Μάρτιο του 2006 μέχρι το Μάιο του 2010 και δεδομένων των υποχρεώσεων του Ozzy, οι Sabbath επανενώνονται με το Ronnie Dio και το Vinnie Appice, αλλά για να μην προκληθεί σύγχυση στους θαυμαστές και για νομικούς λόγους, ονομάζουν τη μπάντα «Heaven and Hell».

Αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας ήταν τρία νέα κομμάτια στη συλλογή «Black Sabbath – The Dio Years» και ένα άλμπουμ με νέο υλικό, με τον τίτλο «The Devil You Know». Την περίοδο των Heaven and Hell έκλεισε -δυστυχώς τραγικά- ο θάνατος του Dio από καρκίνο του στομάχου στις 16 Μαΐου 2010.

Το 2010 λύθηκε φιλικά και το ζήτημα των δικαιωμάτων του ονόματος των Sabbath, που μέχρι τότε ανήκαν μονάχα στον Iommi. Ο δικαστικός διακανονισμός μεταξύ Ozzy και Iommi δεν έγινε ωστόσο γνωστός.

Στις 11 Νοεμβρίου του 2011, τα 4 αυθεντικά μέλη ανακοινώνουν για άλλη μια φορά την επανασύνδεσή τους με σκοπό την ηχογράφηση του πρώτου τους άλμπουμ από το 1978 στο οποίο θα συμμετέχουν και οι 4. Ωστόσο, μολονότι η δουλειά για το άλμπουμ είχε ήδη ξεκινήσει στο Los Angeles, μεσολάβησαν ορισμένοι αστάθμητοι παράγοντες.

Ο μεν Bill Ward με δημόσια επιστολή του ζητά καλύτερους όρους συμβολαίου από τους φίλους του αλλιώς σημειώνει πως θα διακόψει τη συνεργασία, ενώ στις αρχές Γενάρη του 2012, αποκαλύφθηκε ότι ο mastermind της μπάντας Tony Iommi πάσχει από καρκίνο (λέμφωμα), σε πρώιμο όμως στάδιο. Η διαδικασία δημιουργίας του άτιτλου ακόμη, άλμπουμ μεταφέρεται στο Λονδίνο, ώστε ο Iommi να υποβάλλεται ταυτόχρονα σε θεραπεία, ενώ το ζήτημα με τον Bill Ward δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει.

Την 1η Ιουλίου, στο Terra Vibe Park στη Μαλακάσα (όπου το 2005 η τετράδα είχε εμφανιστεί μπροστά σε 40.000 οπαδούς), στη θέση των Black Sabbath, που είχαν ανακοινωθεί αρχικά, θα εμφανιστεί το σχήμα Ozzy and Friends, που θα ερμηνεύσει μεταξύ άλλων και κομμάτια των Sabbath με τη συμμετοχή, εκτός από τον Ozzy και του μπασίστα Geezer Butler.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ