Δέκα ερωτήσεις για τη χοληστερίνη που θέλουν απαντήσεις

xolisterini-xolisteroli
ΠΕΜΠΤΗ, 24 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019

Ξέρουμε ότι πρέπει να την κρατήσουμε χαμηλά για να διατηρήσουμε την υγεία της καρδιάς μας, ότι τη συνθέτει ο οργανισμός μας, που σημαίνει ότι έχουμε όση χρειαζόμαστε χωρίς να την καταναλώνουμε από τη διατροφή και ότι υπάρχει η ολική, η καλή HDL που πρέπει να μένει ψηλά και η κακή LDL που πρέπει να μένει χαμηλά, μαζί με την ολική. Τι άλλο, όμως, χρειάζεται να ξέρουμε; Δείτε τις απαντήσεις στις πιο κοινές ερωτήσεις.

Πόσο συχνά πρέπει να την ελέγχετε;
Μια φορά το χρόνο στο γενικό τσεκ-απ αίματος είναι καλό να ελέγχετε και τη χοληστερίνη σας. Αν οι τιμές σας είναι καλές και δεν υπάρχει ιστορικό κληρονομικότητας στην οικογένεια, μπορείτε να καθυστερείτε λίγο παραπάνω τον έλεγχο. Αν, όμως, η συνολική σας είναι υψηλή ή κοντά στο όριο, η HDL χαμηλή και έχετε καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, μην το καθυστερείτε.

Αν η ολική χοληστερίνη είναι κάτω από 200, αλλά η καλή HDL είναι πολύ χαμηλή (π.χ. 30) υπάρχει πρόβλημα;
Μια καλή HDL χοληστερίνη κάτω από 40 mg/dL αποτελεί παράγοντα κινδύνου για έμφραγμα, ακόμη κι αν η ολική χοληστερόλη είναι στα φυσιολογικά όρια. Σύμφωνα με μελέτη, ο κίνδυνος θανάτου από καρδιακές παθήσεις είναι 38% μεγαλύτερος στους άντρες με HDL κάτω από 35, ακόμη κι αν η ολική χοληστερίνη είναι κάτω από 200. Το εγκεφαλικό σε αυτές τις περιπτώσεις ανδρών είναι επίσης υψηλότερο. Αν η ολική και η LDL είναι ανεβασμένες, μια υψηλή HDL μπορεί να σας προστατέψει. Με λίγα λόγια, όσο πιο υψηλή είναι η HDL, τόσο το καλύτερο.

Γιατί σε μεγαλύτερες ηλικίες πέφτει η HDL;
Στην εμμηνόπαυση, η παραγωγή οιστρογόνων μειώνεται και γι’ αυτό μειώνεται και η HDL. Οι γυναικείες αναπαραγωγικές ορμόνες στις μικρότερες ηλικίες τείνουν να την αυξάνουν, αλλά λόγω της μείωσής τους στην εμμηνόπαυση, μειώνεται και αυτή.

Πώς μπορείτε να αυξήσετε την HDL και να μειώσετε την LDL;
Είναι πιο δύσκολο να αυξήσουμε την HDL από το να μειώσουμε τη συνολική χοληστερόλη. Η θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης μπορεί να αυξήσει την HDL στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά δεν συστήνεται πλέον γι’ αυτό το σκοπό γιατί μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, μέχρι ένα ποτό την ημέρα για τις γυναίκες και δύο για τους άντρες, μπορεί επίσης να αυξήσει την HDL. Αν καπνίζετε, διακόψτε το κάπνισμα, αν είστε υπέρβαροι χάστε βάρος και κάντε αεροβική άσκηση. Για να μειώσετε την LDL, μειώστε την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών, τρανς λιπαρών και χοληστερόλης από τη διατροφή. Εμπλουτίστε τη διατροφή σας με φρούτα, δημητριακά, λαχανικά και γαλακτοκομικά με χαμηλά ή καθόλου λιπαρά. Τα φάρμακα για τη χοληστερίνη πρωτίστως μειώνουν την LDL, αλλά κάποια αυξάνουν την HDL.

Γιατί η HDL και LDL δεν δίνουν την ολική χοληστερόλη αν τις προσθέσουμε;
Υπάρχει και ένα άλλο είδος λιπιδίων στο αίμα που παίζουν το ρόλο τους στην εξίσωση: τα τριγλυκερίδια. Συγκεκριμένα, η εξίσωση είναι: Ολική χοληστερόλη = HDL+LDL+(τριγλυκερίδια : 5). Η LDL, μάλιστα, δεν μετριέται άμεσα, αλλά προκύπτει ως εξής: LDL= ολική χοληστερόλη–HDL–(τριγλυκερίδια:5).

Τα τριγλυκερίδια είναι κι αυτά χοληστερίνη; Πρέπει να τα προσέχετε;
Είναι σημαντικό να γνωρίζετε τα επίπεδα τριγλυκεριδίων στο αίμα και να τα μειώσετε αν είναι ανεβασμένα. Τα τριγλυκερίδια είναι ένα τύπος λιπιδίων που κυκλοφορεί στο αίμα και παρέχει ενέργεια στον οργανισμό, ενώ βρίσκονται και στα λιπαρά που καταναλώνουμε, με τα επίπεδα στο αίμα να αυξάνονται προσωρινά μετά το γεύμα. Οι παραπάνω θερμίδες αποθηκεύονται ως τριγλυκερίδια στον λιπώδη ιστό και μαζί με τη χοληστερόλη, τα τριγλυκερίδια τείνουν να αυξάνονται όσο μεγαλώνουμε και παχαίνουμε. Οι γυναίκες, ειδικά μετά την εμμηνόπαυση, τείνουν να έχουν υψηλότερα επίπεδα από τους άντρες και παρ’ όλο που ένα υψηλό επίπεδο τριγλυκεριδίων από μόνο του διερευνάται αν μπορεί να βλάψει την καρδιά, συνήθως συνοδεύεται από άλλους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένης της χαμηλής HDL, της αυξημένης LDL, του μεταβολικού συνδρόμου, της υψηλής πίεσης και του κοιλιακού λίπους. Αν καταφέρετε να αντιμετωπίσετε αυτές τις καταστάσεις, τα τριγλυκερίδια –συνήθως- πέφτουν, γι’ αυτό ξεκινήστε από αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής κι αν αυτά δεν φτάνουν, συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.

Γιατί στις ετικέτες των προϊόντων δεν διαχωρίζουν την καλή από την κακή χοληστερόλη;
Η χοληστερόλη που καταναλώνουμε είναι απλή χοληστερόλη, δεν υπάρχει «καλή». Η διατροφική χοληστερόλη προέρχεται μόνο από τρόφιμα ζωικής προέλευσης, όπως αυγά, γαλακτοκομικά  κ.ο.κ., με την ποσότητα που καταναλώνουμε να επηρεάζει την ποσότητα που παράγει ο οργανισμός μας, η οποία επηρεάζεται και από γενετικούς παράγοντες. Να θυμάστε, όμως, ότι τα κορεσμένα λιπαρά που συναντάμε στα ζωικά τρόφιμα ανεβάζουν πιο πολύ την LDL.

Τα αυγά και οι γαρίδες που περιέχουν χοληστερίνη πρέπει ή δεν πρέπει να τα καταναλώνουμε;
Όλα εξαρτώνται από τις ποσότητες που θα καταναλώσει κάποιος, σε τι συνδυασμοί και τι παράγοντες κινδύνου έχει. Ένα μεγάλο αυγό περιέχει 185mg χοληστερόλης και η American Heart Association συστήνουν καθημερινά για τους περισσότερους ανθρώπους το πολύ μέχρι 300mg και 200mg για όσους πάσχουν από καρδιακές παθήσεις, διαβήτη ή υψηλά επίπεδα χοληστερίνης. Αυτό σημαίνει ότι μπορείτε να φάτε ένα αυγό, αν οι υπόλοιπες τροφές που καταναλώσατε μέσα στις ημέρα έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε χοληστερόλη. Οι γαρίδες περιέχουν περισσότερη χοληστερόλη από άλλα θαλασσινά, αλλά όπως και τα αυγά έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα και στο πλαίσιο μια λογικής κατανάλωσης, έχουν θέση και οι δυο τροφές στη διατροφή μας.

Χρειάζεται νηστεία πριν την εξέταση αίματος χοληστερίνης;
Αν και η ολική χοληστερίνη και η HDL μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια και χωρίς νηστεία, η LDL και τα τριγλυκερίδια χρειάζονται νηστεία 12 ωρών (όλη τη νύχτα).

Τι μπορεί να αλλοιώσει τα αποτελέσματα;
Οι διακυμάνσεις στο βάρος λίγο πριν την εξέταση, οι αλλαγές στη διατροφή και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να επηρεάσουν τα αποτελέσματα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και μετά από ένα χειρουργείο ή τραυματισμό, ενώ ακόμη και οι εποχές επηρεάζουν. Φροντίστε πριν τη μέτρηση το βάρος σας να είναι σταθερό για τουλάχιστον δύο εβδομάδες και να ακολουθείτε την καθιερωμένη σας διατροφή πριν το τεστ. Φροντίστε, επίσης, να έχουν περάσει τουλάχιστον δύο εβδομάδες από χειρουργεία, τραυματισμούς, αρρώστιες κ.ο.κ.