«Η ληστεία της Στοκχόλμης»: ευχάριστη αλλά μέτρια ταινία

i-listeia-tis-stokxolmis
ΔΕΥΤΕΡΑ, 22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2019

...που μόνο ο Ethan Hawke της ανεβάζει το μέσο όρο.

Παράξενη κωμωδία και ανάλαφρη heist movie με σκοτεινές πλευρές αλλά ούτε στιγμή ψυχολογικό δράμα, η ταινία «Η ληστεία της Στοκχόλμης» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Robert Budreau αν και διασκεδαστική δεν καταφέρνει να αγγίξει το πραγματικό της θέμα, το σύνδρομο της Στοκχόλμης και τους ψυχολογικούς όρους που το δημιουργούν ή το εξηγούν μέσα από την αφήγηση.  

Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο όμηροι εκφράζουν συμπάθεια και συμπόνοια και έχουν θετικά συναισθήματα προς τους απαγωγείς τους, μερικές φορές σε σημείο που να τους υπερασπίζονται και να ταυτίζονται μαζί τους. 

Βασισμένη στην ιστορία που γέννησε το γνωστό σύνδρομο, η ταινία μας μεταφέρει στην Στοκχόλμη του 1973 και μια παράδοξη ληστεία στη μεγαλύτερη τράπεζα της πόλης που οδήγησε σε μια ακόμα πιο περίεργη ομηρεία. Τη ληστεία στην Kreditbanken πραγματοποιεί ο Λαρς (Ethan Hawke), ένας Αμερικανός με καουμπόικο στιλ και περούκα που βλάπτει σοβαρά τη σοβαροφάνεια του ληστή. Ο Λαρς εισβάλει στην τράπεζα κρατώντας κάποιους ομήρους και έχοντας ως αίτημα την απελευθέρωση του φίλου του κρατούμενου Gunnar Sorensson (Mark Strong).  

Φυσικά όλα στραβώνουν και ο Λαρς περνάει αρκετό χρόνο κλεισμένος στην τράπεζα με τους ομήρους, με τους οποίους καλλιεργεί τελικά μια ιδιαίτερη και φιλική σχέση, κυρίως με μία εκ των ομήρων, την Bianca (Noomi Rapace)- παραδόξως δημιουργείται ωραία χημεία μεταξύ Hawke και Rapace, αν και η τελευταία δεν μπορεί να σταθεί καλά στο χαρακτήρα της.  

Αυτή η σχέση ίσως να οφείλεται στην αλλαγή της συναισθηματικής κατάστασης των ομήρων οι οποίοι συνειδητοποιούν πως ο Λαρς δεν θέλει να τους βλάψει και δεν θα τους βλάψει. Ο Λαρς του Ethan Hawke μπορεί να είναι θεότρελος, αλλά δεν μοιάζει να είναι επικίνδυνος ή μοχθηρός. Το αντίθετο, είναι αστείος, τρυφερός, στα όρια της αφέλειας κάποιες φορές. Και παραβαίνει συνέχεια τους νόμους με τον δικό του ανισόρροπο τρόπο.  

Η οικειότητα όμως που καλλιεργείται ανάμεσα στον απαγωγέα και τους ομήρους με βάση την ταινία είναι από την αρχή δεδομένη σε ένα κακοφτιαγμένο σενάριο που στόχο έχει περισσότερο να εντυπωσιάσει με την παράδοξη ιστορία και την ευτράπελη σάτιρα με την οποία την «ντύνει» παρά να σκιαγραφήσει, ούτε κατά διάνοια να ερμηνεύσει, έστω και με κωμικούς όρους, τους πολύπλοκους ψυχολογικούς μηχανισμούς που οδηγούν το θύμα να ταυτιστεί με το θύτη. Δεν θα ήταν μάλιστα υπερβολή να υποστηρίξουμε πως οι περισσότερες από τις πολλές ταινίες που έχουν καταπιαστεί με το σύνδρομο καταφέρνουν να αποδώσουν καλύτερα την ψυχολογική μετατόπιση που βιώνουν τα θύματα με το σύνδρομο απέναντι στον απαγωγέα τους.  Στην ταινία του Budreau βλέπουμε αμέσως τους λόγους που θα έκαναν συμπαθή τον απαγωγέα στα θύματα και περνάμε αστραπιαία στην φάση της συμπάθειας. Και εμείς και τα θύματα.  

Το μόνο καλό με την κακή ιστορία του Budreau είναι ο Ethan Hawke ο οποίος χαρίζει λίγη από την γοητεία του στον ήρωά του. Ο Hawke υποδύεται τον φασαριόζο Λαρς παίζοντας συνεχώς με την υπερβολή του χαρακτήρα του και τα κωμικοτραγικά στοιχεία της ιστορίας όπως την στήνει ο Budreau. Όμως, όπως φαίνεται, ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης είτε δεν παίρνει τελείως σοβαρά την ταινία του είτε αποτυγχάνει να αποδώσει αυτό που είχε στο μυαλό του φτιάχνοντας μια ταινία ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική αλλά ανυπόφορα μέτρια.  

ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ [email protected]